Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βιβλιοπωλεία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βιβλιοπωλεία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2021

Το φαινόμενο metabook


Από την πρώτη μου ανάρτηση έως σήμερα πέρασαν κάτι περισσότερο από 12 χρόνια. Ήμουν 23 έγινα 35. Τι κι αν πέρασαν τα χρόνια, τι κι αν οι υποχρεώσεις αυξήθηκαν κι ο χρόνος ο ελεύθερος έγινε λίγος, το βιβλίο εξακολουθεί να είναι κομμάτι της ζωής μου. 

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

Λίγες ακόμη λέξεις για την Κική Δημουλά

Όταν εργαζόμουν στο βιβλιοπωλείο είχε μόλις κυκλοφορήσει η μπλε ποιητική της συλλογή με τον τίτλο "Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως". Είχε τρομερές πωλήσεις από την πρώτη ημέρα που είχε έρθει στο μαγαζί. Αναρωτιόμασταν πως μπορεί μια ποιητική συλλογή να έχει τόσες πωλήσεις και μάλιστα από τις πρώτες ημέρες κυκλοφορίας της. Για να μην πηγαινοερχόμαστε και για να εξυπηρετούνται ευκολότερα οι πελάτες είχαμε βάλει μια μεγάλη ντάνα στο πρώτο τραπέζι στην είσοδο του Ελευθερουδάκη η οποία χαμήλωνε και εμείς ψηλώναμε πολλές φορές ημερησίως. 

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2019

Μια καθυστερημένη απάντηση (Ιστορίες βιβλιοπωλείων)


Κάποιες στιγμές μου έρχεται στο νου μια σκηνή που προ πολλών ετών είχα ζήσει. Έτσι ξαφνικά εμφανίζεται στη σκέψη, δίχως λόγο και προειδοποίηση, για μια μόνο στιγμή και μετά πάλι ξεχνιέται. Έτσι ξαφνικά επιστρέφω πάντα σε μια ημέρα, σε λίγα μόνο λεπτά, σε μια στιγμή του έτους 2008. Σε μια ερώτηση που δίχως λογική δεν είχα δώσει απάντηση. Ήταν εκείνο το έτος που εργάστηκα για πρώτη φορά. Μόλις είχα πάρει το πτυχίο μου, καμάρι στην κορνίζα, κατόρθωμα ολόδικό μου, η πρώτη μου νίκη, κι είχα απευθυνθεί για εργασία στο μεγαλύτερο βιβλιοπωλείο εκείνων των χρόνων. Με μόνα εφόδιο το πτυχίο μου και μερικές συστάσεις.

Παρασκευή 11 Μαΐου 2018

Τα ομορφότερα βιβλιοπωλεία


Μέρες τώρα ξεφυλλίζω αυτό το πανέμορφο βιβλίο, μια πρωτότυπη σκληρόδετη έκδοση, που συγκεντρώνει τα πιο όμορφα βιβλιοπωλεία όλου του κόσμου. Στο κάθε σαλόνι η αριστερή σελίδα έχει ένα σύντομο ιστορικό και η δεξιά ένα σκίτσο του βιβλιοπωλείου με μια χειρόγραφη σημείωση πάνω σε κάθε σκίτσο. Είναι μια όμορφη ιστορία που έχουν να αφηγηθούν για το κάθε βιβλιοπωλείο οι ιδιοκτήτες του, εργαζόμενοι, συγγραφείς, πελάτες ή βιβλιόφιλοι. Ο τίτλος αυτού: Footnotes from the world's greatest bookstores: true tales and lost moments from book buyers, booksellers, and book lovers.

Κυριακή 18 Ιουνίου 2017

Αγάπη για το βιβλίο, ενός εκδότη


"Οι ουμανιστικές σπουδές βοηθούν τον άνθρωπο να καταλάβει τον άνθρωπο. Δεν απομακρύνθηκα ούτε στιγμή από αυτή την αλήθεια. Δεν υποτιμούμε τις άλλες σπουδές, όμως με το κομπιούτερ μόνο δεν μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος. Αν δεν διαβάσει το βιβλίο και δεν εθιστεί στη γνώση και την περιέργεια, πώς θα νιώσει τον διπλανό του και τον κόσμο γύρω του;
Στο βιβλίο είμαι 60 χρόνια, εξακολουθώ να το αγαπώ, όπως και τη δουλειά που κάνω, διότι αυτό μου δίνει ζωή.
Από το 1952 ξεκίνησα να εργάζομαι για το βιβλίο. Το 1960 έκανα νέα αρχή με δικό μου παλαιοβιβλιοπωλείο στην οδό Ιπποκράτους 23, σε 10 τ.μ. και έκανα τα πάντα μόνος μου. Το 1978 μετακόμισα απέναντι, στην Ιπποκράτους 8 όπου και βρίσκομαι σήμερα. Πιστεύονται βαθιά στον παιδευτικό λόγο, ταυτίζω το βιβλίο με τη ζωή και την ύπαρξη του ανθρώπου. Ακονίζει το νου, βαθαίνει τον συναισθηματικό κόσμο, καλλιεργεί τη γλώσσα, ξυπνάει τη συνείδηση, προωθεί την αυτογνωσία, ενισχύει την πίστη στις μεγάλες ανθρώπινες αξίες που καταξιώνουν και ομορφαίνουν τη ζωή. Συμβάλλει αποφασιστικά στη διαμόρφωση συνειδητών και υπεύθυνων πολιτών. Επιμένω ότι, αν έχουμε να προσφέρουμε κάτι στους νέους, αυτό είναι η δυνατότητα να αγαπήσουν το βιβλίο. 
Έχοντας τόσα χρόνια εκδοτικής διαδρομής αλλά και συνδικαλιστικής δράσης αναγνωρίζω πλέον ότι οι εκθέσεις βιβλίων έχουν καταντήσει κοσμικά γεγονότα, δεν προβάλλουν τη βιβλιοφιλία. Αν κάπου πρέπει να προβληθεί το βιβλίο είναι μέσα στο σχολείο. Να γίνει αναπόσπαστο μέρος της σχολικής ζωής του παιδιού από την πρώτη τάξη του δημοτικού ως το τελευταίο έτος του Πανεπιστημίου. Εκεί πρέπει να πάνε οι συγγραφείς και οι εκδότες, στις τάξεις και στα αμφιθέατρα. Παράλληλα, θεωρώ ότι πρέπει να δίνονται κίνητρα στους νέους. Να δίνουμε τη δυνατότητα οι εκδότες, σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας, σε μαθητές και φοιτητές να αγοράζουν με έκπτωση λογοτεχνικά και ιστορικά βιβλία. Τα παιδιά πρέπει να μπουν στα βιβλιοπωλεία. Πρέπει να στήσουμε συγκροτημένες και επαρκείς βιβλιοθήκες στο σχολείο, στις γειτονιές στους δήμους. Ωστόσο, γνωρίζω καλά πως πάνω απ' όλα απαιτείται πολιτική βούληση και ένα αξιόπιστο εκπαιδευτικό σύστημα. Αναγνωρίζω όμως ότι στον εκδοτικό τομέα έχουν γίνει σημαντικά βήματα. Ευτυχώς σήμερα είναι αρκετοί εκδότες, μικροί και μεγάλοι, που εκδίδουν ποιοτικό βιβλίο. Ακόμα σημαντικότερο είναι ότι υπάρχει και παιδικό βιβλίο ποιότητας. Κι αν κάτι έχω να συμβουλεύσω έναν νέο εκδότη, δεν είναι άλλο από το να βγάζει καλά βιβλία και να μην περιμένει να γίνει αμέσως πλούσιος. Η ποιότητα σε καθιερώνει. Γιατί ο αναγνώστης που θα πάρει ένα βιβλίο στα χέρια του και θα το καμαρώσει, ποτέ δεν θα το πετάξει, δεν θα το εγκαταλείψει ούτε το βιβλίο, ούτε τον εκδότη του."

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2017

Περί εξαντλημένων εκδόσεων κι άλλων δεινών


Πόσο αποθηκευτικό χώρο άραγε θα χρειαζόταν να έχει στη διάθεσή του ένας εκδοτικός οίκος για να διαθέτει στοκ όλων των τίτλων που έχει εκδώσει από την αρχή της λειτουργίας του; Πόσα κτίρια θα πρέπει να μισθώνει ή να κατέχει στην ιδιοκτησία του γεμάτα ράφια με τα αντίτυπα όλων των τίτλων του ώστε να είναι σε θέση να διαθέσει ένα αντίτυπο σε εκείνον τον έναν αναγνώστη που κάποια στιγμή θα θελήσει να το διαβάσει; Κι υπάρχουν εκδοτικοί οίκοι στην Ελλάδα με πολυετή εκδοτική πορεία, η οποία αριθμεί χιλιάδες εκδόσεις. Πόσος χώρος για αποθηκευμένα πολλά αντίτυπα χιλιάδων τίτλων που περιμένουν τους αναγνώστες τους. Γιατί όλα τα βιβλία έχουν δυνητικούς αναγνώστες κι όλοι οι τίτλοι του εκδοτικού οίκου θα πρέπει να κυκλοφορούν ή να βρίσκονται κάπου περιμένοντας. Τότε θα είχαμε βιομηχανία εκδοτικών οίκων. Υπάρχουν και εκδοτικοί οίκοι, βέβαια, που δεν άντεξαν στο χρόνο κι έκλεισαν με αποτέλεσμα οι τίτλοι, η οποίοι έχτιζαν τον εκδοτικό τους κατάλογο να ορφανέψουν μέχρι που κι αυτοί εντέλει εξαφανίστηκαν καθώς κανένας άλλος εκδοτικός δεν τα υιοθέτησε. Κι είναι πολλοί οι εκδοτικοί οίκοι, από τις αρχές του 20ού αιώνα που ξεκινά η ιστορία τους, οι οποίοι εξέδωσαν και μετά έκλεισαν, ορισμένοι μάλιστα με σημαντική ιστορία και πλούσιο εκδοτικό κατάλογο.

Και τα βιβλιοπωλεία πόσο χώρο να έχουν κι αυτά για να χωρέσουν όλη την ελληνική βιβλιοπαραγωγή. Κι είναι μεγάλη η ελληνική βιβλιοπαραγωγή αριθμεί χιλιάδες τίτλους από εκατοντάδες εκδοτικούς οίκους που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο μικρό αναγνωστικό κοινό, βέβαια αν είναι μικρό ακόμη δεν το ξέρουμε με σιγουριά. Μα τα σημερινά βιβλιοπωλεία, μικρά ή μεγάλα δεν έχει σημασία, μετά βίας χωράνε την βιβλιοπαραγωγή των δύο τριών τελευταίων χρόνων κι αυτή όχι όλη. Ίσως να έχουν κι ορισμένους τίτλους του παρελθόντος ανάλογα με το γούστο του κάθε βιβλιοπώλη. Κι όταν μιλάμε για γούστο, τότε σίγουρα μιλάμε για τα μικρά βιβλιοπωλεία, τα συνοικιακά. Μα κι αυτά, πόσα βιβλία να χωρέσουν και πόσο ρίσκο να πάρει αυτός ο μικρός επιχειρηματίας μην τυχόν του ξεμείνουν στα ράφια βιβλία απούλητα που τελικά θα τα πληρώσει από την τσέπη του. Εκτός κι αν είσαι το amazon κι έχεις στη διάθεσή σου χώρους σαν αυτόν που φαίνεται στην παραπάνω εικόνα. Εκατοντάδες τ.μ. γεμάτα μεταλλικά ράφια με εκατομμύρια βιβλία ετοιμοπαράδοτα σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Εμείς όμως ζούμε στην Ελλάδα και τα ελληνικά βιβλία απευθύνονται μόνο σε αυτούς τους λίγους που ξέρουν αυτή τη σύνθετη γλώσσα και μένουν κυρίως σε μια συγκεκριμένη γωνιά του πλανήτη.

Οι εκατοντάδες ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι εκδίδουν δεκάδες τίτλους ετησίως, χωρίς το ΕΚΕΒΙ τα νούμερα δεν μπορούμε να τα διευκρινίσουμε. Όλοι παίρνουν ρίσκο, κάποιοι μικρότερο, κάποιοι μεγαλύτερο. Κανείς δεν ξέρει αν αυτό το βιβλίο που πρόκειται να εκδοθεί θα έχει επιτυχία και πόσο αυτή θα διαρκέσει. Τυπώνουν σε ένα μικρό τιράζ και περιμένουν. Πληρώνουν για να προωθήσουν, όσοι έχουν να πληρώσουν. Παλεύουν για μια θέση περιωπής σε ένα βιβλιοπωλείο με κόσμο, όσοι μπορούν. Αν το τιράζ εξαντληθεί σύντομα επανεκδίδουν άμεσα για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση. Οι άνθρωποι ζητούν, κατ' επέκταση τα βιβλιοπωλεία ζητούν και τελικά οι εκδοτικοί οίκοι τυπώνουν και στέλνουν. Αν το τιράζ δεν εξαντληθεί σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, αρχίζουν τα δύσκολα. Τα αντίτυπα που δεν πουλήθηκαν μένουν στην αποθήκη. Περιμένουν, πόσο; ανάλογα το βιβλίο. Αλλά και πάλι πόσο; Κάποιοι στιγμή ο εκδοτικός οίκος θα χρειαστεί το χώρο που καταλαμβάνουν αυτά τα απούλητα για να τοποθετήσει αντίτυπα νέων τίτλων που ενδεχομένως να έχουν μεγαλύτερη επιτυχία και να επιφέρουν περισσότερο κέρδος. Μα φυσικά, δεν δύναται επιχείρηση δίχως κέρδος. Τα επί χρόνια απούλητα αντίτυπα μιας τελικά αποτυχημένης έκδοσης γίνονται βάρος.

Αν όλες οι λύσεις αποτύχουν και το τιράζ δεν πωληθεί, μία είναι η επόμενη λύση: πολτοποίηση. Ο χώρος είναι σημαντικός και τα απούλητα τον καταλαμβάνουν ασκόπως. Πρέπει γρήγορα κι άμεσα να ξεμπερδεύουμε από αυτό το βάρος. Πέταμα με οικολογική συνείδηση. Από την άλλη, αν με χίλιους κόπους προσφορές και παζάρια, το τιράζ πουληθεί, σίγουρα ο εκδότης δεν θέλει να επανεκδώσει τον συγκεκριμένο τίτλο. Το βιβλίο παύει να κυκλοφορεί, όταν κυκλοφορούσε δεν βρήκε το δρόμο που επιτρέπει σε μια επιχείρηση την υγιή πορεία της. Κι αυτό είναι το σωστό, ο εκδοτικός οίκος γίνεται καλύτερος, μαθαίνει τις ανάγκες του αναγνωστικού κοινού, το βιβλίο ενδεχομένως να ξαναγραφτεί καλύτερο ή να ξαναμεταφραστεί με μεγαλύτερη επιμέλεια. Κάποια στιγμή στο μέλλον. Γιατί αν το βιβλίο τελικά αποδειχθεί ότι δεν ήταν τόσο αποτυχημένο όσο το χαρακτήρισαν κάποιοι που έλαβαν υπόψη μονάχα τις πωλήσεις, θα το βρει το δρόμο του.


Κι έρχεσαι εσύ μετά από χρόνια, μοναχικέ αναγνώστη, που κάποια μυστήρια οδός σε οδήγησε σε αυτό το "αποτυχημένο" βιβλίο και ψάχνεις να βρεις αυτό τον εξαντλημένο τίτλο. Κάποιος που θυμάται το γολγοθά του για να ξεφορτωθεί το βάρος μπορεί να γελάει μαζί σου. Του αναφέρεις τον τίτλο και σου κλείνει το τηλέφωνο στα μούτρα. Ούτε να το ακούει δεν θέλει. Τελείωσε, δεν υπάρχει, εξαντλημένο, το θες; δεν με νοιάζει. Κι έτσι που αρνούνται να ικανοποιήσουν τη ζήτησή σου εσύ πεισμώνεις περισσότερο και το θες ακόμη πιο πολύ από πριν. Λες, δεν μπορεί να άνοιξε η γη και να το κατάπιε, κάπου θα υπάρχει ένα αντίτυπο που να με περιμένει. Αυτές οι εξαντλημένες εκδόσεις μας κάνουν περισσότερο βιβλιόφιλους.

Πάνω σε αυτή την ιδέα γεννιέται μια άλλη επιχείρηση που έρχεται να ικανοποιήσει τη ζήτηση που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί από τα βιβλιοπωλεία και τους εκδοτικούς οίκους, τα παλαιοβιβλιοπωλεία. Ειδικότητά τους οι εξαντλημένες εκδόσεις, τα βιβλία που σταμάτησαν να κυκλοφορούν, εκείνα που πολτοποιήθηκαν, οι εκδοτικοί οίκοι που έκλεισαν, οι τίτλοι που ορφάνεψαν, τα χάρτινα πλάσματα που θεωρήθηκαν αποτυχημένα επειδή δεν πουλήθηκαν. Αυτοί οι δαιμόνιοι παλαιοβιβλιοπώλες (όπως ο Γιάννης του παλαιοβιβλιοπωλείου Ίστωρ της παραπάνω εικόνας) έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη οξυδέρκεια από όλους όσους ανέφερα ως τώρα, ξέρουν να ξεχωρίζουν βιβλία, προσπαθούν να μαντέψουν τις μελλοντικές ανάγκες, δίνουν τιμές εκεί που οι άλλοι τις βρίσκουν έτοιμες. Μα κι αυτά πόσα βιβλία να χωρέσουν; Ξέρεις πόσα τέτοια βιβλία υπάρχουν από την αρχή της τυπογραφίας στα ελληνικά (να το περιορίσουμε με βάση τη γλώσσα); εκατομμύρια. Δεν χωράνε σε ένα μικρό μαγαζί ενός ακόμη πιο μικρού επιχειρηματία.


Κι εδώ έρχεται πια όχι μια επιχείρηση, αφού το χρηματικό κέρδος και οι πωλήσεις δεν είναι ο κύριος σκοπός της, αλλά μια πολιτισμική μονάδα που κοιτά να ικανοποιήσει την ανάγκη του ανθρώπου για ανά-γνώση. Η Εθνική Βιβλιοθήκη κάθε χώρας είναι ο φύλακας της εθνικής βιβλιοπαραγωγής. Εκεί που το κράτος επεμβαίνει στον κόσμο των επιχειρήσεων, αφήνει έξω τους επιχειρηματικούς όρους, και επωφελείται από το πολιτισμικό αγαθό που παράγουν αυτοί. Βάσει νόμου, ο κάθε εκδοτικός οίκος υποχρεούται να αποστέλλει δύο αντίτυπα των βιβλίων που εκδίδει. Είναι αυτά τα δύο βιβλία που θα μείνουν ακόμη κι αν όλα τα άλλα εξαφανιστούν. Κι έχει τους απαραίτητους χώρους μια βιβλιοθήκη για να στεγάσει αυτά τα εκατομμύρια βιβλία; Θα πρέπει να τους βρει το κράτος που ενδιαφέρεται για τον εθνικό πολιτισμό περισσότερο από μια επιχείρηση. Να, η δική μας Εθνική Βιβλιοθήκη μόλις απέκτησε το κτίριο που θα χωρέσει όλους τους θησαυρούς της, τα ολοκαίνουρια ράφια είναι άδεια και περιμένουν να γεμίσουν, όπως φαίνεται και στην εικόνα. Βέβαια δεν είναι μόνο το κτίριο είναι και η τάξη που θα πρέπει να μπει. Γιατί το υλικό υπήρχε και πριν αλλά καθώς δεν υπήρχε ο κατάλληλος χώρος ήταν εγκλωβισμένο σε κούτες χωρίς να ξέρει κανείς την ύπαρξή του ή την ακριβή τοποθεσία του, δεν ήταν Εθνική Βιβλιοθήκη ήταν (κι εξακολουθεί για την ώρα να είναι) μια εθνική αποθήκη βιβλίων. Και βέβαια δεν γίνεσαι βιβλιοθήκη όταν αποκτήσεις ράφια.

Μα είναι στην Αθήνα κι οι αναγνώστες είναι σκόρπιοι στην Ελλάδα, θα μου πείτε. Η Εθνική Βιβλιοθήκη θα έπρεπε να είναι σε κάθε μικρή δημόσια βιβλιοθήκη που υπάρχει σε κάθε γωνιά της μικρής μας χώρας μέσω ενός αόρατου δικτύου που θα ένωνε αναγνώστες και βιβλία, το οποίο θα δημιουργούνταν από τους ακόμη πιο οξυδερκείς από όλους τους παραπάνω επαγγελματίες, επιστήμονες βιβλιοθηκαρίους. Γιατί οι βιβλιοθηκονόμοι είναι επιστήμονες κι όχι επιχειρηματίες με απώτερο σκοπό πάντα το οικονομικό κέρδος, απαραίτητο για την επιβίωση. Θα γίνει άραγε η Εθνική μας Βιβλιοθήκη ο οδηγός όλων των ελληνικών βιβλιοθηκών που προσπαθούν μόνες τους να επιβιώσουν με όποιον τρόπο θεωρεί η κάθε μία σωτήριο; Το νέο κτίριο είναι μια κάποια αρχή αλλά δεν παύει να είναι μόνο μια αρχή. Όλοι ανυπομονούμε να δούμε την εξέλιξή της και ελπίζουμε να υπάρξει εξέλιξη έστω κι αν αυτή χρειαστεί χρόνια πολλά.

Στη βιβλιοθήκη, αναγνώστη, δεν θα ικανοποιήσεις την ανάγκη σου για κατανάλωση αφού δεν μπορείς να αγοράσεις το βιβλίο και να το κάνεις δικό σου. Εκεί ξεχνάς την καταναλωτική σου μανία και συνειδητοποιείς ότι το βιβλίο δεν έχει μόνο έναν αναγνώστη γιατί ζει περισσότερο από εκείνον. Εκεί χαίρεσαι για την ανάγνωση και όχι για την κατοχή. Γι' αυτό μην επιδιώκεις η δημόσια βιβλιοθήκη να είναι μια ακόμη επιχείρηση.

Και μετά είναι και τα ηλεκτρονικά βιβλία, η ιστορία όμως αυτή δεν χωράει και αυτά μέσα της. Είναι από μόνα τους μια άλλη ιστορία η οποία βρίσκεται στην αρχή της και κανείς δεν ξέρει την πορεία της. Την παρακολουθούμε πάντως εμείς οι φίλοι της ανάγνωσης και την υπολογίζουμε.

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015

Ταξίδι στις Βρυξέλλες


Και όταν λέμε ταξίδι εννοούμε βόλτες σε νέους δρόμους ανάμεσα σε ξένους ανθρώπους που μιλούν μια άλλη γλώσσα και έχουν διαφορετική κουλτούρα και νοοτροπία από αυτή που έχουμε συνηθίσει. Εννοούμε συνάντηση με ξενιτεμένους φίλους που όλο και πληθαίνουν. Εννοούμε ακόμη βόλτα στους χώρους τέχνης και πολιτισμού που είναι τα μουσεία και, ένεκα του επαγγέλματος, οι βιβλιοθήκες. Τώρα αν αυτοί οι χώροι είναι κλειστοί λόγω μιας αόρατης απειλής, ατύχησες, αλλά τι να κάνεις που δεν μπορείς να τα προβλέπεις όλα όταν οργανώνεις ένα ταξίδι.
Υπάρχουν βέβαια και τα βιβλιοπωλεία, γιατί η όποια λόξα ταξιδεύει μαζί με εσένα.
Το Cook & Book είναι ένα πολύ ιδιαίτερο βιβλιοπωλείο που επισκέφτηκα στο σύντομο ταξίδι αναψυχής στην πρωτεύουσα του Βελγίου. Βρίσκεται, δικαίως, στα είκοσι πιο όμορφα βιβλιοπωλεία του κόσμου που παρουσιάζονται εδώ, ανάμεσά τους και ένα ελληνικό, το Ατλαντίς της Σαντορίνης που κάποια στιγμή θα ήθελα να επισκεφτώ.
Το όνομά του παραπέμπει σε βιβλιοπωλείο που εξειδικεύεται σε βιβλία μαγειρικής, όμως είναι ένας πανέμορφος χώρος με ιδιαίτερη εσωτερική αρχιτεκτονική και διακόσμηση που συνδυάζει το καλό φαγητό και το βιβλίο. Ξενίζει λίγο το φαγητό μέσα σε ένα βιβλιοπωλείο αλλά άμα το καλοσκεφτείς δεν είναι και τόσο άσχημο να δοκιμάζεις ωραία φαγητά και παράλληλα να ενημερώνεσαι για τις νέες εκδόσεις. Εξάλλου τα μαγειρεία βρίσκονται σε απόσταση από τα βιβλία και χρησιμοποιούν υπερσύγχρονους εξαερισμούς χωρίς να ενοχλούν το άρωμα των φρεσκοτυπωμένων βιβλίων.   
Αποτελείται από δύο χωριστά κτήρια και από εννέα δωμάτια, κάθε δωμάτιο έχει διαφορετική θεματολογία βιβλίων και διαφορετική διακόσμηση. Ένα δωμάτιο συγκεντρώνει βιβλία στα αγγλικά με την ανάλογη διακόσμηση, έπιπλα βικτωριανής εποχής, φωτιστικά στα χρώματα της αγγλικής σημαίας. Ήταν το πιο ήσυχο και απόμερο δωμάτιο που επιλέξαμε να γεμίσουμε με τη φασαρία της δικής μας άγνωστης γλώσσας πίνοντας καφέ και όχι δοκιμάζοντας τα φαγητά, δυστυχώς.
Cook & Book λοιπόν, το ιδιαίτερο βιβλιοπωλείο που γνώρισα στις Βρυξέλλες την περίοδο που λόγω του τρομοκρατικού χτυπήματος στο Παρίσι ήταν όλα κλειστά και ο στρατός παραφύλαγε σε κάθε γωνιά της πόλης.







  

Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

Κλέφτες βιβλίων


Από τα παλιά τα χρόνια οι κάτοχοι βιβλίων σκαρφίζονταν διάφορους τρόπους για να προλαμβάνουν ή και να αντιμετωπίζουν την κλοπή των βιβλίων τους. Άλλωστε τα πρώτα χρόνια της τυπογραφίας κυκλοφορούσαν λίγα βιβλία και ήταν ιδιαιτέρως δύσκολο και δαπανηρό να αποκτήσει κανείς βιβλιοθήκη πόσο μάλλον πριν την τυπογραφία που τα βιβλία ήταν χειρόγραφα. Με κάποιο τρόπο έπρεπε οι βιβλιοθήκες να προφυλαχθούν από τους επίδοξους κλέφτες ή κλεπτομανείς ή επικίνδυνους βιβλιόφιλους. Έχουμε δει βιβλιοθήκες με αλυσίδες, χοντρές αλυσίδες που ξεκίναγαν από μια άκρη του σκληρού δερματόδετου εξωφύλλου και κατέληγαν στα ράφια. Μακριές τόσο ώστε να επιτρέπεται η ανάγνωση του. Με τον τρόπο αυτό οι βιβλιοθήκες έμοιαζαν περισσότερο με φυλακές λέξεων παρά με τη σημερινή εικόνα των δανειστικών βιβλιοθηκών. Έχουμε δει βέβαια και τα αγαπημένα exlibris που ήταν μεν το σημάδι των κατόχων τους που προσπαθούσε να γίνει ο ανεξίτηλος σύνδεσμος αναγνώστη-βιβλίου, είχαν όμως και βαριές κατάρες για όποιον θα τολμούσε να κλέψει το βιβλίο.
Σήμερα τα βιβλία είναι πιο φθηνά βέβαια από εκείνα τα χρόνια και κυκλοφορούν σε μεγαλύτερη ποσότητα δεν παύει όμως οι ιδιοκτήτες του να εφευρίσκουν διάφορους τρόπους για να δυσχεράνουν την κλοπή τους.

Πρώτα τα βιβλιοπωλεία. Προσπάθεια του επιχειρηματία να προστατέψει το προϊόν του. 
Τα αντικλεπτικά των βιβλίων είναι συνήθως αυτοκόλλητα που κολλιούνται σε κάποιο μέρος του εξωφύλλου (ιδανικά πίσω από τα αυτιά που δεν πάει το μυαλό του κλέφτη να κοιτάξει). Δεν αφαιρούνται αλλά απομαγνητίζονται στο ταμείο με την πληρωμή. Το πιο πρωτότυπο αντικλεπτικό που έχω δει το έχει η Πολιτεία καθώς πάνω στο λευκό άχαρο αυτοκόλλητο βρίσκεται η εικόνα ενός ανοιχτού βιβλίου.

Μετά έρχονται οι βιβλιοθήκες. Εκεί τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα καθώς τα βιβλία έχουν ως σκοπό να μείνουν για πάντα στα ράφια και να διαβαστούν όσο γίνεται από περισσότερους αναγνώστες ή τέλος πάντων να μείνουν εκεί μέχρι κάποιος να τα χρειαστεί. Σήμερα όλο και δυσκολότερα αγοράζονται βιβλία από τις βιβλιοθήκες καθώς τα κονδύλια όλο και λιγοστεύουν. Χωρίς να μπαίνουν νέα βιβλία κανείς δεν θέλει να χάνει και τα παλαιότερα γι' αυτό αναζητούνται λύσεις για να προστατευτούν οι συλλογές.

Υπάρχουν βιβλία κλειδωμένα σε ειδικές αίθουσες που δεν μπαίνει κανείς και βγαίνουν μόνο αν κάποιος τα ζητήσει, αυτά όμως είναι τα πολύτιμα και σπάνια βιβλία που μπορεί να έχει ξεμείνει πάνω τους και κανένα παλιό exlibris ως ανάμνηση ενός παλιού ιδιοκτήτη. Υπάρχουν οι σφραγίδες που υποδηλώνουν ότι το βιβλίο ανήκει σε κάποια βιβλιοθήκη. Υπάρχουν, όπως και στα βιβλιοπωλεία, τα αντικλεπτικά. Μόνο που τα αντικλεπτικά είναι και αυτά κομμάτι της τεχνολογίας που εξελίσσεται. Εύκολα και γρήγορα ξεπερνιούνται και εμφανίζονται νέα. Από τα αυτοκόλλητα με τη μεταλλική λωρίδα στη μέση, πήγαμε στη μεταλλική λωρίδα που κολλιέται ανάμεσα στις σελίδες (πιο διακριτική και πιο δύσκολα βρίσκει κάποιος) και σήμερα στα RFID που συνδυάζουν αντικλεπτικό και barcode. Αύριο σε κάτι άλλο.

Τα βιβλία σιωπηλά ανέχονται όλα τις ανθρώπινες παραξενιές και γίνονται για άλλη μία φορά μάρτυρες των εποχών που αλλάζουν. Από το απομαγνητισμένο αντικλεπτικό του βιβλιοπωλείου μπαίνει πάνω τους το νέο αντικλεπτικό της βιβλιοθήκης και όταν αυτό ξεπερνιέται μπαίνει το επόμενο μοντέλο.
Κι έτσι τα βιβλία καταλήγουν να έχουν πάνω τους όλα αυτά:




Αλλά ακόμη κι έτσι πάντα οι επίδοξοι κλέφτες θα σκαρφίζονται τρόπους για να αποκτήσουν ανέξοδα το πολυπόθητο αντικείμενο. Έχω συναντήσει σε ράφια βιβλιοπωλείου εξώφυλλα χωρίς το σώμα. Ο μανιακός κλεπτομανής προτίμησε να ξεκοιλιάσει το βιβλίο παρά να το πληρώσει, θεωρώντας μάλλον απίθανο να βρίσκεται αντικλεπτικό ανάμεσα στις σελίδες. Έχω, επίσης, ακούσει ιστορίες που αφού τα βιβλία δεν μπορούν να βγουν από την πόρτα βγαίνουν από τα παράθυρα βιβλιοθηκών.

Από την άλλη, όσα αντικλεπτικά και να κολληθούν αν δεν υπάρχει υπάλληλος στη βιβλιοθήκη όσο και να χτυπάει το μηχάνημα φεύγοντας κάποιος από την πόρτα κανείς δεν πρόκειται να ασχοληθεί γιατί απλά δεν προλαβαίνει. Για άλλη μία φορά ξοδεύονται χρήματα ασκόπως αγοράζοντας αντικείμενα για να αντικατασταθούν τα προηγούμενα που έκαναν τη δουλειά τους ενώ κανείς δεν προβλέπει (έργα ΕΣΠΑ) να καλύψει κενές θέσεις εργασίας.

Τελικά, μήπως εκείνες οι κατάρες που γράφονταν στα πρώτα βιβλία να ήταν πιο αποτελεσματικές από όλα αυτά τα σημερινά;

Τρίτη 21 Ιουλίου 2015

Καλαμάτα και βιβλιοπωλεία

Μετά την Κέρκυρα, τον Βόλο, το Ναύπλιο, την Κωνσταντινούπολη επόμενος σταθμός που θα φιλοξενήσει εμένα, τις σκέψεις και τα χούγια μου, η Καλαμάτα. 
Μια πόλη άκρως ερωτεύσιμη. 
Όχι όσο το Ναύπλιο, καθώς λείπει η τόση γραφικότητα αλλά με πιο πολύ χώρο στη διάθεσή σου για σουλατσάρισμα και αέρα. Η όμορφη Πελοπόννησος, η πρώτη Ελλάδα. Θάλασσα, ελιές, καλλιεργημένη γη, χαμηλή βλάστηση, χώμα έφορο. Γραφικά χωριά, με παλιά σπίτια που αντέχουν στο χρόνο, σε πολέμους, σεισμούς και κακούς πολιτικούς.  
Η πρώτη βόλτα στην πόλη αυτή ξεκινά από την πλατεία 23ης Μαρτίου. Κι από εκεί έχεις δύο επιλογές, ή να ανηφορίσεις και να βολτάρεις στα στενά της παλιάς πόλης, να βρεθείς στο κάστρο και από εκεί στην αγορά ή να κατηφορίσεις και να βρεθείς στη σύγχρονη αγορά με τα πολυκαταστήματα και από εκεί στο πάρκο των σιδηροδρόμων και μετά στη Ναυαρίνου, στην απέραντη παραλία που τώρα το καλοκαίρι είναι γεμάτη κόσμο. 
Στον πεζόδρομο που ενώνει τις δύο αυτές πτυχές της πόλης, μια μικρή Ερμού που χτύπησε η κρίση και αρκετά μαγαζιά εγκαταλείφθηκαν, βρίσκεται ένα βιβλιοπωλείο. 
Το πρώτο βιβλιοπωλείο που παρατηρεί κανείς περπατώντας σε αυτήν στην πόλη. 
Η ευφάνταστη βιτρίνα του προσελκύει αμέσως το ενδιαφέρον, καθώς φαίνεται το μεράκι του βιβλιοπώλη, και θες να μπεις και να χαζέψεις τα ράφια του. Δύο, τρεις πάγκοι με μερικές ντάνες βιβλία, δεξιά και αριστερά βιβλιοθήκες, όχι αρκετά φορτωμένες. Ο βιβλιοπώλης είναι εκεί πρόσχαρος, έτοιμος για κουβέντα και εξυπηρέτηση.
Φεύγοντας παρατηρώ στην ταμπέλα, βλέπω ότι το βιβλιοπωλείο Μακρής υπάρχει από το 1928.
Κατηφορίζοντας τον πεζόδρομο της Αριστομένους, λίγα μέτρα πιο κάτω βλέπω ένα πρόσφατα ανακαινισμένο νεοκλασικό που στεγάζει τα Public. Δεν μπορώ να αποφασίσω αν το ανακαινισμένο κτίριο που αντί για παράθυρα έχει βιβλία μου αρέσει ή όχι.





Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2015

Βιβλιοπωλεία της Πόλης

Μεταξύ χιονιού, βιβλιοκουβαλημάτων και βιβλιοτακτοποιήσεων έδωσα στην Έλλη το τάμπλετ και μια καρέκλα με σκοπό να γράψει μία ανάρτηση.
Συναντηθήκαμε με φόντο τα βιβλία, βολτάραμε σε νέους δρόμους και ήταν μια καλή ευκαιρία να μιλήσουμε για τα βιβλιοπωλεία της Κωνσταντινούπολης και να "κλέψω" μερικές φωτογραφίες από τη φωτογραφική της.
Να λοιπόν τι λέξεις βγήκαν:

"Βόλτα στην Πόλη, ποια Πόλη, μα την Κωνσταντινούπολη βέβαια!!!  Στον κεντρικό δρόμο, εμπορικότατο, να κάτι σαν την Ερμού όπως ήταν παλιά, πριν από το ντου της κρίσης που άφησε ορατά ίχνη, στην Ιστικλάλ, υπάρχουν πολλά βιβλιοπωλεία, πάντως πάνω από τρία. Άλλα τα πρόλαβα ανοικτά και με πολύ κόσμο άλλα σε βραδινή βόλτα, φωτισμένα αλλιώς, πιο μυστηριακά.
Συστηματικά οργανωμένα, με επίπεδα, με ανθρώπους να σκουντιούνται σκυμμένοι ξεφυλλίζοντας, άνθρωποι πρόθυμοι να δεχτούν ερωτήσεις και να απαντήσουν είτε άμεσα είτε αφού συμβουλευτούν τον παρακείμενο
Η/Υ. Όλα με ύφος σύγχρονο, με ανοικτοσύνη και στοίβες βιβλίων που αν και δεν ξέρει κανείς την γλώσσα αναγνωρίζει εύκολα: τα ευπώλητα και για ευρεία ανάγνωση έξω έξω και στην βιτρίνα, πιο μέσα τα πιο εκλαϊκευμένα επιστημονικά, ακόμα πιο μέσα τα "δύσκολα". Σε μια πλευρά τα παιδικά, και με έκπληξη και η ελληνική μυθολογία και ρήσεις φιλοσόφων της αρχαιότητας. Οι προσφορές σε καλάθια και τιμές σβησμένες να αντικαθίστανται από χαμηλότερες νέες.
Η μυρωδιά του χαρτιού σχεδόν η ίδια, κάπως σαν να το μελάνι να πλανιέται στον χώρο με άλλη σύνθεση. Η ατμόσφαιρα σχεδόν η ίδια, οι ήχοι ίδιοι, να τους διακόπτει το πολυσύχναστο πέρασμα που έμπαινε με  κάθε άνοιγμα της πόρτας. Ήθελα να τα γνωρίσω ακόμα και αν δεν μπορούσα  να τα καταλάβω, να τα διαβάσω".






Να προσθέσω ότι πιο όμορφα είναι τα βιβλιοπωλεία που είναι σε κάθετους δρόμους της πολύβουης και πολυκοσμικής Ιστικλάλ. Σε μικρά στενά, χωρίς πολύ κόσμο, κάτω από ψηλές πολυκατοικίες, βρίσκονται όμορφες βιτρίνες με εξώφυλλα που είτε αναγνωρίζεις που είτε δεν σου λένε τίποτα. Σε ένα τέτοιο βιβλιοπωλείο, σχεδόν μαγνητισμένη, μπήκα και εντυπωσιάστηκα από την ποικιλία αγγλικών βιβλίων που αφορούν την Κωνσταντινούπολη. 
Σε ένα τούρκικο βιβλιοπωλείο που η πλειοψηφία των βιβλίων είχαν γράμματα που δεν καταλαβαίνω βρήκα για άλλη μια φορά βιβλία που θέλω να αγοράσω.  
Και κάπου εκεί, σε αυτήν την απέραντη και εντυπωσιακά όμορφη Πόλη, υπάρχει και ένα παζάρι με βιβλία από δεύτερο χέρι που ακόμα δεν έχω επισκεφτεί.
Να σταματήσει το χιόνι να βγω για κυνήγι.

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

Ρωτήστε με ό,τι θέλετε!

Ο Μαραμπού διάβασε ένα βιβλίο για βιβλία που για τους λόγους που περιγράφει δεν είχα μπει στον κόπο να αγοράσω. Εκείνος, προφανώς επειδή ψωνίζει κυρίως από ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία, δεν είχε τη δυνατότητα να ξεφυλλίσει και να καταλάβει. Ωστόσο, χαίρομαι που το διάβασε και διάβασα κι εγώ μέσω αυτού κάποια αποσπάσματα κι ας ήταν απογοητευτική η έκδοσή του. 















Όσοι έχετε δικό σας βιβλιοπωλείο, έχετε δουλέψει σε βιβλιοπωλείο ή περνάτε ώρες πολλές εκεί ψάχνοντας για το επόμενο βιβλίο, θα έχετε ακούσει απίστευτα πράγματα από πελάτες που απαιτούν να έχουν την καλύτερη πληροφόρηση, σχετικά (ή μη) με τον κόσμο των βιβλίων. Αυτό σκέφτηκε και η Jen Campbell και συγκέντρωσε όλες τις παράξενες ιστορίες που άκουσε ως βιβλιοπώλισσα στα βιβλιοπωλεία Edinburgh Bookshop και Ripping Yarns.
Η αρχική ιδέα υπήρξε πολύ καλή, η εκτέλεση όμως κάπως υστερεί. Θα είχε ενδιαφέρον αν συγκεντρώνονταν μόνο ιστορίες που είχαν να κάνουν αμιγώς με βιβλία και λογοτεχνία, όσο χαζές και αν ήταν. Το γεγονός ότι κάθε πελάτης βιβλιοπωλείου μπορεί να ρωτήσει ό,τι ηλίθιο του κατέβει στο κεφάλι, δεν σημαίνει ότι θα βρει δικαιωματικά και μια θέση σε ένα τέτοιο βιβλίο! 
Το Μεταίχμιο για ακόμη μια φορά παρουσίασε την εκδοτική του ανεπάρκεια και την κακόγουστη οπτική του. Ο τίτλος πρωτοτύπου είναι “Weird things customers say in bookshops”, σαφής και συγκεκριμένος. Το Μεταίχμιο επέλεξε τον τίτλο, “Είναι τρελοί αυτοί οι βιβλιοφάγοι!” και υπότιτλο “Ξεκαρδιστικές ατάκες πελατών σε βιβλιοπωλεία”, κάνοντας το βιβλίο να θυμίζει φθηνό οδηγό με ανέκδοτα για ξανθιές. Παρά την σκωπτική διάθεση που προσπάθησε να μεταδώσει ο τίτλος, είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι βιβλιοφάγοι (που ακόμα και αν τους διαχωρίσουμε από τους βιβλιόφιλους, που αυτοί οι τελευταίοι διακρίνονται για μια εκλεκτικότητα και σιγουριά στην επιλογή των βιβλίων τους) δε θα ρωτούσαν ποτέ τόσο ανόητα πράγματα, εκτός και αν οι ιστορίες που παρουσιάζονται αφορούν πελάτες που μπήκαν όλοι τους πρώτη φορά σε βιβλιοπωλείο, οπότε η ευθύνη πέφτει αποκλειστικά στην συγγραφέα!
Νιώθω βαθιά απογοητευμένος από την αγορά αυτού του βιβλίου, ειδικά όταν το αγόρασα 9.90, σε χείριστο χαρτί (αναμενόμενο) και τις μισές του σελίδες διανθισμένες με κακόγουστα σκίτσα. Κρίμα, γιατί υπέθεσα ότι αυτό το βιβλιαράκι θα μπορούσε να μου προσφέρει λίγη απόλαυση αλλά δεν τα κατάφερε. Έτσι και εγώ όταν μπω σε βιβλιοπωλείο θα ρωτήσω: “Έχετε το βιβλίο, Είναι τρελοί αυτοί οι βιβλιοφάγοι;” – “Ναι το έχουμε!” – “Τότε, ντροπή σας!!”

Ακολουθούν μερικά αποσπάσματα, τα πιο λογοτεχνικά.

ΠΕΛΑΤΙΣΣΑ (προς τη φίλη της): Τι είναι αυτός ο τομέας Λογοτεχνικής κριτικής; Είναι για βιβλία που γκρινιάζουν για άλλα βιβλία;

ΠΕΛΑΤΗΣ: Πού έχετε τον Άμλετ; Ξέρετε, να ζει κανείς ή να μη ζει; Στη φιλοσοφία;

ΠΕΛΑΤΙΣΣΑ (Κρατάει ένα αντίτυπο του βιβλίου των Weight Watchers στο ένα χέρι και ένα αντίτυπο των Αγώνων της πείνας στο άλλο): Ποιο από τα δυο θα μου συστήνατε για γρήγορο αδυνάτισμα;

ΠΕΛΑΤΗΣ: Τι το τόσο σπουδαίο είχε ο Μεγάλος Γκάτσμπι τέλος πάντων; Ήταν σούπερ ήρωας ή κάτι τέτοιο;

ΠΕΛΑΤΗΣ: Έχετε κανένα βιβλίο υπογεγραμμένο από συγγραφείς που είναι στα τελευταία τους; Θα ήθελα να επενδύσω σε τέτοια βιβλία.

ΠΕΛΑΤΗΣ (κρατώντας ένα αντίτυπο του Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόυς): Γιατί είναι τόσο μεγάλο αυτό το βιβλίο; Υποτίθεται πως εκτυλίσσεται σε μία και μόνο μέρα, έτσι δεν είναι; Πόσα μπορούν να συμβούν σε έναν άνθρωπο μέσα σε μία μέρα που να χρειάζεται τόσες σελίδες για να τα περιγράψεις; Ας πάρουμε για παράδειγμα εμένα, ξυπνάω, τρώω πρωινό, πάω στη δουλειά, γυρίζω στο σπίτι... άντε να πάω και για ένα ποτό και τέλος! Δεν γεμίζουν όλα αυτά τις σελίδες ενός βιβλίου!

ΠΕΛΑΤΗΣ (αγοράζοντας ένα αντίτυπο των Ταξιδιών του Γκιούλιβερ): Σκέφτομαι να ταξιδέψω, έτσι έλεγα να διαβάσω αυτό το βιβλίο για να πάρω ιδέες για μέρη. Ο τύπος έχει πάει σε απίθανα σημεία του πλανήτη, έτσι δεν είναι;

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014

Βιβλιοπερίπτερα


Πίσω ακριβώς από την Εθνική Βιβλιοθήκη λίγα μέτρα πιο πέρα από την Πολιτεία, Ασκληπιού και Ακαδημίας, βρίσκεται ένα περίπτερο που δεν ξέρω πώς, οι ιδιοκτήτες του είχαν την έξυπνη ιδέα να βγάλουν δίπλα από τα ψυγεία πάγκους με μεταχειρισμένα βιβλία. Ιδέα που προφανώς βρήκε ανταπόκριση καθώς βρίσκεται σε ένα τόσο κεντρικό σημείο πέρασμα για τους Αθηναίους. Σιγά σιγά οι πάγκοι με τα βιβλία αυξάνονται, το ίδιο κι ο κόσμος που το περιτριγυρίζει. Βρήκα κι εγώ ευκαιρία να αγοράζω βιβλία σε πολύ καλές τιμές και αφορμή για γρήγορο χάζεμα καθώς ανεβοκατεβαίνω την Ακαδημίας είτε βιαστική και αργοπορημένη είτε χαλαρή με διάθεση για βόλτα.
Σαν να έπεσε σύρμα στα περίπτερα των Αθηνών κι αρχίζουν ένα ένα να εμφανίζουν βιβλία δίπλα σε εφημερίδες και περιοδικά. Βιβλία μεταχειρισμένα, παλιές και νέες εκδόσεις σε εξαιρετικά καλές τιμές.
Κίνηση που εμείς οι βιβλιόφιλοι και ειδικά όσοι αρέσκονται να σουλατσάρουν πεζοί τους δρόμους των Αθηνών υποδεχόμαστε με ενθουσιασμό.

Πέμπτη 28 Αυγούστου 2014

Το μεγαλύτερο βιβλιοπωλείο της Κέρκυρας έκλεισε

Στην Κέρκυρα δεν έμεινα δύο ημέρες, έμεινα σχεδόν δέκα χρόνια. 
Είναι ένα μέρος που με γέμισε έντονα συναισθήματα, πολλές χαρές και αρκετές λύπες ικανές να με κάνουν να θέλω να φύγω από εκεί και να μην ξανά επιστρέψω. Έτσι κι έγινε. Οι άνθρωποι είναι το πρόβλημα, αλλά δεν αργείς να καταλάβεις ότι σε ακολουθούν όπου κι αν βρίσκεσαι. 
Ίσως γιατί είμαι κι εγώ ένας από αυτούς.
Αλλά να, τώρα που ο Μαραμπού έστειλε αυτήν την ανάρτηση γέμισα νοσταλγία, τα χρώματα, η θάλασσα, τα τοπία είναι κάτι που δύσκολα μπορεί να σβήσει η μνήμη, πάντα θα τα νοσταλγώ.
Εκεί, το έχω ξαναπεί, υπάρχουν δύο από τα πιο όμορφα βιβλιοπωλεία που έχω δει: ο Πλους και η Απόστροφος. Υπήρχε και ένα τρίτο που ίσως ήταν το πρώτο που είχα προσέξει όταν είχα περπατήσει για πρώτη φορά τα καντούντια της, δεν ήμουν θαμώνας του αλλά μου άρεσε να χαζεύω τη βιτρίνα του και να παρατηρώ τα ράφια του. 
Τις χιλιάδες φορές που είχα περάσει απ' έξω πάντα το βλέμμα μου έστω και φευγαλέα το ακουμπούσε. Φαινόταν σαν να υπήρχε από πάντα και τώρα που μαθαίνω ότι δεν θα συνεχίσει να υπάρχει νιώθω ότι το νησί που μου χάρισε τόσες στιγμές μπαίνει στο μακρινό παρελθόν. 
Αλλάζει κι εγώ δεν θα είμαι εκεί να ζω αυτές τις αλλαγές. Ευτυχώς.

Και όλα τα υπόλοιπα του Μαραμπού:


Δεν μπορώ να θυμηθώ το όνομα του. Ίσως δεν είχα στρέψει ποτέ το βλέμμα μου προς την πινακίδα ή μπορεί ακόμα και να μην υπήρχε πινακίδα. Καταλάμβανε μια ταπεινή γωνιά σε εκείνα τα πολύβουα κοσμοπολίτικα σταυροδρόμια της Κέρκυρας. Είχε δύο μικρές ξύλινες εισόδους για να μπορεί να ελέγχει την ροή των αναγνωστών αλλά ποτέ δεν χρειάστηκε να βοηθήσουν αφού μετά βίας χωρούσε δεύτερο άτομο μέσα, εκτός από την ιδιοκτήτριά του και εμένα. Θύμιζε μια ιδιωτική βιβλιοθήκη όπου η ιδιοκτήτρια ήταν πολύ περήφανη για αυτήν και μοιραζόταν την χαρά της με όποιον τύχαινε να εκδηλώσει παρόμοιο θαυμασμό. Εκεί μέσα ζούσαν αρμονικά, η λογοτεχνία με την ιστορία. Δεν ξανοιγόταν σε άλλους τομείς, η ιδιωτική ετούτη συλλογή αντανακλούσε τις προτιμήσεις της ιδιοκτήτριας. Η λογοτεχνία ήταν καλή, πολύ καλή, λες και στον περιορισμένο χώρο δεν χωρούσε να παρεισφρήσει δευτέρας διαλογής λογοτεχνία, έτσι όπως θα έπρεπε να είναι άλλωστε κάθε βιβλιοπωλείο που σέβεται τον εαυτό του και τους αναγνώστες του.
Έμοιαζε σαν περίπτερο που αγόραζες τα προϊόντα του εθισμού σου κάποιο προχωρημένο απόγευμα που ξέμενες ξαφνικά. Όσες φορές αγόρασα βιβλία, από το πρώτο μέχρι το τελευταίο, είχα έκπτωση ενίοτε πολύ γενναία, δίχως μεμψιμοιρίες και ψεύτικες αβρότητες, το αβίαστο και ανυπόκριτο χαμόγελο της ιδιοκτήτριας φανέρωνε την εκτίμησή της απέναντι στον αναγνώστη και όχι στον πελάτη.
Η Κέρκυρα είναι μια πανέμορφη πόλη αλλά ο κόσμος της είναι ανυπόφορος. Δουλικός μέχρι αηδίας. Μείνε στην Κέρκυρα, όσο φυσάει ο κοσμοπολίτικος αέρας της αλλά φύγε εγκαίρως πριν κοπάσει και σε χτυπήσει στα μούτρα η αποφορά του επαρχιωτισμού. Δηλαδή, δύο μέρες το πολύ! Οι περισσότεροι Κερκυραίοι διαθέτουν την οίηση που κολλάνε οι επαρχιώτες μετά από μια ξαφνική και έκτοτε μακρόβια εύνοια της τύχης. Δεν είναι διόλου κακό να είσαι επαρχιώτης, αλλά αν παριστάνεις ότι δεν υπήρξες ποτέ τέτοιος, είναι τουλάχιστον γελοίο. Πηγαίνω χρόνια στην Κέρκυρα και αυτή η αίσθηση δεν εξασθένισε ποτέ. Σαν να πηγαίνω εκδρομή στο Μόντε Κάρλο και να σέρνω μαζί μου μια ντουζίνα ανυπόφορους συγγενείς!
Πριν λίγες μέρες πέρασα από την Κέρκυρα για να αναπνεύσω λίγο κοσμοπολίτικο αέρα και με θλίψη διαπίστωσα ότι το βιβλιοπωλείο έλειπε. Έκανα την αφελή σκέψη ότι ίσως μεταφέρθηκε αλλού, τα ακριβά ενοίκια, μια επιθυμία να επεκτείνει το μέγεθός του, κάτι. Ήξερα όμως ότι τίποτα τέτοιο δε συνέβη. Είχα καταλάβει ότι υπήρξε πάντοτε ταπεινό αλλά τόσο περήφανο που, δεν θα καταδεχόταν να εγκαταλείψει το πόστο του, ούτε να νοθεύσει την συλλογή του. Έμοιαζε αύταρκες συναισθηματικά αλλά ίσως όχι τόσο βιώσιμο, όπως συχνά ακούμε να λέγεται τώρα πια. Τη θέση του πήρε ένα μικρό πρατήριο αρτοσκευασμάτων, είδα κάτι ξερά παξιμάδια στα ράφια του και αναπόφευκτα σκέφτηκα την γνωστή και επίκαιρη παροιμία με τα περιττώματα και τα παξιμάδια και πόσο εύκολος στόχος γίνεται πλέον ο πολιτισμός.
Η γκλαμουριά και ο φθηνός τουρισμός στην Κέρκυρα νικούν κατά κράτος το πανεπιστημιακό αντίβαρο και την μακραίωνη κουλτούρα του τόπου. Τα εξαιρετικής αρχιτεκτονικής κτίρια μοιάζουν να στοχάζονται μοναχά τους. Ο στοχασμός, τον περισσότερο καιρό, δεν κατοικεί μέσα στους ανθρώπους αλλά μέσα στα κτίρια περασμένων εποχών. Το μικρότερο βιβλιοπωλείο στην Κέρκυρα υπήρξε ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο – σε σπουδαιότητα. Αν έμενα μόνιμα εκεί, θα ήμουν ισόβιος επισκέπτης και αναγνώστης του. Άλλα, όπως συχνά σκέφτομαι, πόση αλλαγή μπορεί να φέρει ένας και μόνος αναγνώστης;

Υ.Γ.   Αφού είχα γράψει το παραπάνω κείμενο και ψάχνοντας στο διαδίκτυο για μια φωτογραφία του βιβλιοπωλείου, έπεσα και σε σχετικές πηγές με σχεδόν ένα χρόνο καθυστέρηση. Δε θα ήθελα να μου κοινοποιηθεί έτσι ξερά, καλύτερα που βίωσα την απουσία του από κοντά. 
Η θλίψη όμως παραμένει αμείωτη.

Κυριακή 13 Ιουλίου 2014

Πώς θα πείσεις κάποιον που δεν διαβάζει να διαβάσει


Είναι ωραίο να δουλεύεις σε ένα βιβλιοπωλείο.
Ειδικά σε εκείνα τα βιβλιοπωλεία τα μεγάλα, τα super markets όπως τα αποκαλούν μερικοί
(βέβαια τα κακά είναι περισσότερα, αλλά ας μιλήσω για τη ρομαντική πλευρά αυτής της εργασίας).
Σε αυτά τα βιβλιοπωλεία υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες εύρεσης εργασίας καθώς τα μικρά συνήθως τα δουλεύουν αυτοί που τα έχουν και γιατί σε αυτά τα μεγάλα βιβλιοπωλεία μπαινοβγαίνει πολύς κόσμος και έτσι έχεις την ευκαιρία να συνομιλήσεις με κάθε τύπου αναγνώστη και όχι μόνο με τους ψαγμένους ή τους πιο φανατικούς. Συνεπώς, αποκτάς μια σφαιρική εικόνα για το αναγνωστικό κοινό αυτής της χώρας που σίγουρα δεν αποτελείται από έμπειρους αναγνώστες αλλά κυρίως από περιστασιακούς. Κι εκεί είναι το μεγάλο δέλεαρ, πώς θα καταφέρεις να κάνεις αυτούς τους περιστασιακούς να κολλήσουν, να μπαίνουν στο βιβλιοπωλείο και να ψάχνουν το επόμενο προς ανάγνωση βιβλίο.
Διαβάζοντας μια σχετική ανάρτηση στο Διαβάζοντας μου ήρθαν στο μυαλό χίλιες σκέψεις και χίλιες εικόνες. Κυρίως οι στιγμές αμηχανίες που μου δημιουργούσαν κάποιοι που μου έλεγαν "η κόρη μου (πιο σπάνια ο γιος μου και πιο δύσκολη περίπτωση) δεν διαβάζει καθόλου βιβλία, ποιο βιβλίο θα πρότεινες να της πάρω για να την κάνω να αγαπήσει το διάβασμα;".
Η πρώτη απάντηση που μου έρχονταν στο μυαλό είναι "ψήσε την κόρη σου να έρθει στο βιβλιοπωλείο και να ρωτήσει εκείνη, θα έχεις κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσες".
Αλλά αυτή η απάντηση δύσκολα λέγεται γιατί ο οποιοσδήποτε μπορεί να σε κατηγορήσει ότι διώχνεις πελάτη.
Οπότε άρχιζα τις ερωτήσεις για να καταλάβω για ποιον αναζητώ βιβλίο. Ποια είναι τα ενδιαφέροντα της, η ηλικία, με τι ασχολείται, τι ταινίες βλέπει, τι μουσική ακούει, μια σωστή ανάκριση δηλαδή.
Η πιο συνηθισμένη απάντηση ενός έμπειρου αναγνώστη είναι να προτείνει κάποιο από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, τα βιβλία εκείνα που έχει διαβάσει και τον έχουν στιγματίσει, τον έχουν διαμορφώσει ως άνθρωπο, αλλά ξεχνά μια μικρή αλλά σπουδαία παράμετρο, απαντά ως έμπειρος αναγνώστης και μάλιστα ενός σπάνιου για τα δεδομένα της χώρας αναγνώστη.
Η κλασική λογοτεχνία είναι πάντα μια εύκολη απάντηση, όμως πολύ σπάνια έφηβοι που μπαίνουν σε ένα βιβλιοπωλείο προσεγγίζουν βιβλία κλασικής λογοτεχνίας, πιο συχνά τέτοιου είδους βιβλία τα θεωρούν ξεπερασμένα και βαρετά, τα απορρίπτουν από το εξώφυλλο και μόνο.
Και πράγματι γιατί να θέλουν να διαβάσουν βιβλία του 19ου αιώνα;
Τους προσελκύουν περισσότερο τα πιο σύγχρονα βιβλία με θέμα ανάλογο με τη μόδα της εποχής (π.χ. με βρικόλακες και λυκανθρώπους ή μάγους και μάγισσες).


Για κάποιον έμπειρο αναγνώστη τα εμπορικά βιβλία είναι παράδειγμα προς αποφυγή.
Εγώ όμως δεν ξεχνώ πως πρώτα διάβασα Κοέλιο και μετά Ντοστογιέφσκι.
Γι' αυτό θεωρώ ότι για κάποιον που δεν διαβάζει πιο σωστή είναι η επιλογή ενός βιβλίου από τα best sellers παρά από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Εξάλλου ακόμη και στα best sellers υπάρχουν διαβαθμίσεις στην ποιότητα.

Το κακό στην υπόθεση είναι ότι αυτή η ερώτηση απευθύνεται σε ανθρώπους που εργάζονται σε βιβλιοπωλεία ενώ είναι ερώτηση που αρμόδια για να δώσει απάντηση είναι η τοπική βιβλιοθήκη, μία σύγχρονη βιβλιοθήκη που θα περιλαμβάνει νέες εκδόσεις και ενημερωμένους βιβλιοθηκονόμους.
Γιατί το να βοηθήσεις έναν αναγνώστη στα πρώτα του βήματα ονομάζεται αναγνωστική πολιτική και δεν πρέπει να έχει σχέση ούτε με οικονομικά συμφέροντα ούτε με υπαλλήλους που φοράν σκάνερς για να ελέγχονται οι ημερήσιες πωλήσεις τους...

Είναι ωραίο να δουλεύεις σε ένα βιβλιοπωλείο, είναι καλύτερο να έχεις το δικό σου βιβλιοπωλείο και ακόμα καλύτερο να εργάζεσαι σε μια βιβλιοθήκη.

Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

Ο Αποσπερίτης του Ναυπλίου

Ο πλανήτης Αφροδίτη είναι το λαμπερότερο αστέρι στο ουρανό μετά τον ήλιο και τη σελήνη. Είναι ο Αποσπερίτης το πιο λαμπερό αστέρι που εμφανίζεται στον ουρανό μετά τη δύση του ηλίου και είναι και ο Αυγερινός το τελευταίο αστέρι που σβήνει καθώς ο ήλιος ανατέλλει.
Όμορφο να δώσεις σε ένα βιβλιοπωλείο την λαϊκή ονομασία ενός πλανήτη.


Ο Αποσπερίτης είναι μάλλον το μοναδικό αμιγώς βιβλιοπωλείο του Ναυπλίου, μικρό αλλά συγκεντρώνει ποιοτικές εκδόσεις.Όσοι ψάχνουν γυαλιστερά ευπώλητα μπορούν να τα βρουν σε οποιοδήποτε βιβλιοχαρτοπωλείο.
Εδώ στη βιτρίνα αντί για εξώφυλλα επιδεικνύονται οι λέξεις, βιβλία ανοιχτά.


Σε κάθε μέρος που έχω την τύχη να επισκέπτομαι ή να μένω, το πρώτο που αναζητώ είναι οι βιβλιοθήκες του, τα μουσεία και τα βιβλιοπωλεία. 
Και τώρα που το σκέφτομαι λυπάμαι που δεν αφιέρωσα ανάρτηση στα βιβλιοπωλεία της Κέρκυρας και του Βόλου. Η Κέρκυρα έχει την τύχη να έχει δύο από τα ομορφότερα βιβλιοπωλεία που έχω δει, τον Πλου και την Απόστροφο. Ο Βόλος έχει το βιβλιοπωλείο Χάρτα και το Ναύπλιο τον Αποσπερίτη. 
Τον Αποσπερίτη τον βρήκα στην πρώτη βόλτα με το ποδήλατο στα καντούνια και στους πεζοδρόμους του Ναυπλίου καθώς βρίσκεται σε έναν από τους κεντρικότερους δρόμους της παλιάς πόλης, στην οδό Αμαλίας.
Εντυπωσιασμένη από τη βιτρίνα, σταμάτησα να δω, να βγάλω τις φωτογραφίες και αφήνοντας το ποδήλατο δίπλα στο ποδήλατο μινιατούρα που έχει για υποδοχή μπήκα να εξερευνήσω τα ράφια.
Μπορεί ο χώρος να είναι μικρός αλλά θαύμασα τα εξώφυλλα και τις ράχες που ήταν επιλεγμένα ένα προς ένα. Ένιωσα σαν να μπήκα στην προσωπική βιβλιοθήκη του βιβλιοπώλη και όχι σε κάποιο κατάστημα. Παλιές εκδόσεις δεν συνάντησα και ίσως αυτό να προδίδει ότι το βιβλιοπωλείο μπορεί να είναι σχετικά καινούριο.
Ο νεαρός βιβλιοπώλης είχε όρεξη για κουβέντα και διάθεση για να με κατατοπίσει στα λημέρια του Ναυπλίου που δεν γνώριζα. 
Τοπικές εκδόσεις δεν κατάφερα να βρω αλλά τις βρήκα με το παραπάνω σε ένα άλλο βιβλιοπωλείο στη διπλανή πόλη. Το Άργος όμως είναι ιστορία για μια άλλη ανάρτηση.

Πέμπτη 7 Μαρτίου 2013

Ένα λάφυρο με ιστορίες βιβλιοθηκών

Όποιο μέρος και να επισκεφτώ αναζητώ πάντα τις τοπικές εκδόσεις, λάφυρο - ανάμνηση από την περιοχή που επισκέφτηκα.
Περνώντας από τα βιβλιοπωλεία της περιοχής κοντοστάθηκα σε μια ξύλινη βιτρίνα, περιεργάστηκα τα εξώφυλλα των νέων εκδόσεων, δεν ήταν από τα γυαλιστερά.
Μπήκα μέσα με σκοπό να δω. Ένα μικρό βιβλιοπωλείο με λίγα ράφια και δίπλα ακριβώς ένα καφέ που θυμίζει λίγο καφενείο, το όνομα αυτού Χάρτα. Αυτομάτως ήρθε μια σκέψη, νοσταλγία που έδιωξα γρήγορα, το ομορφότερο βιβλιοπωλείο της Κέρκυρας, ο Πλους.
Περιπλανιόμουν στα ράφια και με λύπη διαπίστωνα ότι και εκεί υπάρχουν μόνο νέες εκδόσεις, κάποιες από τις νέες. Αυτό είναι το κακό της επαρχίας, οι παλιοί τίτλοι επιστρέφονται και τα βιβλιοπωλεία γίνονται χώροι προβολής νέων τίτλων. Αχ Αθήνα...
Αυτά σκεφτόμουν όταν έπεσε το μάτι μου κάπου χαμηλά σε ένα εξώφυλλο περιοδικού γεμάτο βιβλία.

Τριμηνία περιοδική έκδοση του Δήμου Βόλου, κάπου το είχα ξανακούσει, αλλά ότι είχε εκδώσει το 2007 τεύχος με αφιέρωμα στις βιβλιοθήκες, σίγουρα δεν το ήξερα.
Να το λοιπόν στα χέρια μου, ένα περιοδικό γεμάτο βιβλιοθήκες, εικόνες από βιβλία και πληροφορίες. Υπεύθυνοι μερικών ιστορικών βιβλιοθηκών της ελληνικής περιφέρειας γράφουν. Μεταξύ αυτών και τρεις βιβλιοθήκες του Πηλίου. Τρεις γεμάτες ιστορίες βιβλιοθηκών που με λίγες λέξεις θα αφηγηθώ εδώ.


Η ιστορία της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Ζαγοράς ξεκινάει το 1762.
Το έτος ιδρύσεως της βιβλιοθήκης συνδέεται με τον Ιωάννη Πρίγκο, ο οποίος από πολύ νωρίς εγκατέλειψε το μέρος όπου γεννήθηκε με σκοπό να ταξιδέψει και να μορφωθεί. Εγκαθίσταται στο Άμστερνταμ όπου πλουτίζει από το εμπόριο. Φανατικός αναγνώστης, αγαπάει το βιβλίο και τα γράμματα και αποφασίζει να κάνει μια μεγάλη δωρεά. Μέσα σε μπαούλα στέλνει με καράβι στο χωριό του χρήματα, εποπτικά όργανα και κυρίως βιβλία. Δερματόδετοι τόμοι όλων των κατηγοριών συγκεντρώνονται με φροντίδα και στέλνονται προκειμένου να χρησιμεύσουν στη λειτουργία ενός σχολείου ανώτερου, πολύτιμα εφόδια για σπουδαστές και δασκάλους.
Η Δημόσια Βιβλιοθήκη Μηλεών "Ψυχής Ακός" συνδέεται ιστορικά με τη Μιλιώτικη Σχολή που ιδρύθηκε το 1815 από τους Άνθιμο Γαζή, Γρηγόριο Κωνσταντά και Δανιήλ Φιλιππίδη, οι οποίοι συνέβαλαν από το εξωτερικό, υποκίνησαν τη δημιουργία της σχολής και εμπλούτισαν τη βιβλιοθήκη της. Η σχολή λειτούργησε έως το 1834, ενώ από το 1881 έως το 1943 στο κτίριο λειτουργούσε το δημοτικό σχολείο των Μηλεών. Σήμερα η βιβλιοθήκη στεγάζεται στο κτήριο που ανεγέρθηκε το 1928 με έξοδα της Μηλιώτισσας Κρυσταλλίας Οικονομάκη.
Το Δημοτικό Σχολείο της Δράκιας Πηλίου έχει να αφηγηθεί μια παράξενη ιστορία για τη βιβλιοθήκη που συστεγάζει. Πρόκειται για 470 σπάνια βιβλία τα οποία αιώνες περιφέρονται υπομονετικά περιμένοντας. Πρόκειται για τα βιβλία που δώρισαν στο σχολείο οι Χατζηαποστόλου ή Αποστόλου και Μακρή. Το 1886-7 κατασκευάστηκε βιβλιοθήκη και τα βιβλία απέκτησαν κατάλογο, καταγράφηκαν  και εγκαταστάθηκαν στο Σχολαρχείο έως το 1929. Τότε ήταν που τα Σχολαρχεία καταργήθηκαν για να δημιουργηθούν τα Ελληνικά σχολεία. Τα βιβλία παρέμειναν στο κτήριο του Σχολαρχείου αλλά πριν την κατεδάφιση του μεταφέρθηκαν στο γυναικωνίτη της εκκλησίας για να προσευχηθούν για την επόμενη τύχη τους. Εκεί παρέμειναν μέχρι το 1937, μέχρι την ανέγερση του νέου σχολείου. Φαίνεται όμως πως οι επί χρόνια προσευχές τους στο γυναικωνίτη δεν εισακούστηκαν και το 1955 το σχολείο που τα στέγαζε καταστράφηκε από σεισμό και τα βιβλία επέστρεψαν να συνεχίσουν τις προσευχές. Το 1960 μεταφέρθηκαν στο νέο σχολείο και εκεί παραμένουν έως σήμερα, κλεισμένα σε μεταλλικές βιβλιοθήκες, στολίζουν τους τοίχους των τάξεων του δημοτικού. Ακόμη περιμένουν.

Έτσι συμβαίνει με τις βιβλιοθήκες στην Ελλάδα, εγκαταλελειμμένες στην τύχη τους, γεννήθηκαν και ζουν εξαιτίας ορισμένων ανθρώπων που πιστεύουν ότι τα βιβλία θα φέρουν την αλλαγή.

Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2013

Παιδικά βιβλία

Υπάρχουν κάποια παιδιά, τυχερά παιδιά, που γεννιούνται έχοντας ένα βιβλιοπωλείο. Δηλαδή οι γονείς τους έχουν, αλλά αυτά έχουν την πολυτέλεια να περιπλανιούνται στα ράφια του μαγαζιού της μαμάς, να χαζεύουν ράχες, να παρακολουθούν τους υπαλλήλους πώς δουλεύουν και να βοηθάνε κι αυτά όπου μπορούν τις ημέρες εκείνες που δεν έχουν σχολείο. Το σημαντικότερο όλων είναι ότι όποιο βιβλίο τους γυαλίσει μπορούν να το πάρουν, να το πάνε στο σπίτι, να το διαβάσουν προσεχτικά προσεχτικά, μην τσακίσει η ράχη, μην τσαλακωθεί σελίδα, να ταξιδέψουν μαζί του και ύστερα να το επιστρέψουν, όσο πιο σύντομα γίνεται, στο ράφι του μαγαζιού της μαμάς. Πριν το επιστρέψουν πρέπει να πουν δυο λόγια για την υπόθεση και κυρίως αν ήταν καλό, να το προτείνουμε σε κανέναν άνθρωπο ή να το στείλουμε πίσω από εκεί που ήρθε.

Υπάρχουμε βέβαια και όλοι εμείς που μπορεί να μην είχαμε τέτοια τύχη ως παιδιά αλλά έχουμε την τύχη να αναγνωρίζουμε την αξία των παραμυθιών και ως μεγάλοι να εξακολουθούμε να τα διαβάζουμε για να ξέρουμε. Κι είναι εύκολα, διαβάζονται γρήγορα, σε όποιο βιβλιοπωλείο κι αν σταθείς, με ένα απλό ξεφύλλισμα έχεις ονειρευτεί, το καλύτερο δώρο.
Το δώρο της παπλωματούς ένα παραμύθι ξεχωριστό γιατί μιλάει για τα βάσανα της απληστίας και τη χαρά της προσφοράς. Έτσι είναι ο βασιλιάς, άπληστος που θέλει όλο δώρα, να τα παίρνει όλα από τους υπηκόους του αλλά να μην ευχαριστιέται. Και από την άλλη η παπλωματού, η κυρία αυτή που με τα πιο όμορφα και ζεστά χρώματα φτιάχνει παπλώματα και τα δίνει σε εκείνους που τα χρειάζονται. Βιβλίο δικαίως πολυβραβευμένο τόσο για το περιεχόμενο όσο για την εικόνα.
Το Κάτι άλλο είναι ένα πλασματάκι διαφορετικό, προσπαθεί να μοιάσει στους άλλους αλλά δεν τα καταφέρνει και μένει συνέχεια μόνο του μέχρι που εμφανίζεται το Κατιτί και επιτέλους έχει κάποιον να κάνει παρέα.
Από την άλλη υπάρχει η πιο παράξενη ιστορία του κόσμου που όποιος δεν την έχει διαβάσει δεν έχει διαβάσει τίποτα. Μια παράξενη ιστορία που περιγράφει ένα μουσείο που συγκεντρώνει αντικείμενα  παραμυθιών, όπως το γοβάκι της σταχτοπούτας, το μήλο της χιονάτης, τον καθρέφτη της κακιάς μάγισσας και άλλα πολλά.
Αλλά ο ραφτάκος των λέξεων είναι μοναδικός γιατί κάνει ένα επάγγελμα που κανείς δεν μπορεί να το μιμηθεί. Ράβει κασκόλ, παλτά και πουλόβερ για το χειμώνα και καπέλα για το καλοκαίρι από λέξεις ζεστές και δροσερές αντίστοιχα. Τι κι αν τα μεγάλα πολυκαταστήματα ανοίξουν γύρω του και αυτός ξεχαστεί, θα έρθει κάποια στιγμή ένας κρύος χειμώνας που θα θυμίσει στους κατοίκους αυτής της πόλης ότι μόνο ένα παλτό μπορεί να τους ζεστάνει εκείνο που έχει ραφτεί με λέξεις όπως αγκαλιά, αγάπη...

Αυτά είναι μόνο μερικά από τα παιδικά βιβλία που διάβασα τις τελευταίες μέρες.
Μα όσο τα διαβάζω, σε ένα μόνο καταλήγω, δεν υπάρχει πιο μεγάλη αδικία από το να στερούμε στα παιδιά το δικαίωμα στον παραμυθένιο κόσμο.

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Book Villages


Για τα χωριά αυτά που είναι πλημμυρισμένα από βιβλιοπωλεία και κυρίως από παλαιοβιβλιοπωλεία, έχω μιλήσει ξανά σε προηγούμενη ανάρτηση με αφορμή τη Becherel της Βρετάνης. Ωστόσο, είναι τόσα αυτά τα μέρη - εντός και εκτός ΕΕ - όσα αρκούν για πολλές αφορμές αναρτήσεων – και για πολλά όνειρα ταξιδιών. Πράγματι δε φτάνει μια ζωή για να ταξιδέψεις σε όλα τα μέρη που ονειρεύεσαι.

Το πρώτο book village δημιουργήθηκε τo 1961 από τον Richard Booth στην Ουαλία  στο Hay-On-Wye. Έκτοτε πολλά, σχεδόν εγκαταλελειμμένα, χωριά της Γαλλίας, της Ολλανδίας, της Γερμανίας, της Νορβηγίας, του Βελγίου μετατράπηκαν σε παραδεισένια μέρη για πάσης φύσεως αναγνώστη και βιβλιόφιλο.

Στο Βέλγιο το πρώτο αυτό μέρος δημιουργήθηκε το 1984 σε ένα μικρό, κατάφυτο, μεσαιωνικό χωριό, το Redu (βρίσκεται αρκετά κοντά στο τουριστικό Μπριζ). Ένα μέρος που σήμερα έχει 450 κατοίκους, 24 βιβλιοπωλεία, ένα παραδοσιακό βιβλιοδετείο, ένα εργαστήριο επεξεργασίας χαρτιού και πολλούς επισκέπτες αναγνώστες που έχουν το χρόνο και το χώρο να διαβάσουν, να ξεφυλλίσουν και να ταξιδέψουν στην ιστορία των βιβλίων περιτριγυρισμένοι από μεσαιωνικά τείχη πρώιμου γοτθικού στυλ. Εμπνευστής και δημιουργός της ιδέας ήταν Noel Ansolet, ο οποίος αφού αγόρασε ένα πέτρινο σπίτι του 16ου αιώνα και το μετέτρεψε σε βιβλιοπωλείο οργάνωσε (και διαφήμισε αρκετά) μία έκθεση βιβλίου μετατρέποντας εγκαταλελειμμένες αποθήκες και στάβλους σε αυτοσχέδια βιβλιοπωλεία.

Ακολουθεί ένας κατάλογος με τα ομορφότερα χωριά της Ευρώπης καθώς και πληροφορίες για το κάθε χωριό. Όποιος φίλος του μπλογκ (και των βιβλίων) ταξιδέψει σε αυτές τις χώρες και έχει την ευκαιρία να επισκεφτεί ένα από αυτά τα χωριά πολύ θα ήθελα να περάσει και να μας πει μερικές εντυπώσεις.



(ένα κλικ πάνω στην εικόνα και θα διαβάζεται)

Δε ξέρω αν ένα ελληνικό χωριό θα μπορούσε να γίνει ένας βιβλιοπαράδεισος, αν γινόταν πάντως σίγουρα θα το επισκεπτόμουν και σίγουρα θα είχα την επιθυμία να μείνω.

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

Οι λέξεις και το χρήμα

Ο εκδότης αλλά και συγγραφέας Αντρέ Σιφρίν, γνωστός στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό από το εξαιρετικό βιβλίο του Εκδόσεις χωρίς εκδότες, συνεχίζει στα 75 του χρόνια να μιλάει για το μαγικό κόσμο των εκδόσεων. Συνεχιστής του εκδοτικού οίκου Pantheon Books που ίδρυσε ο πατέρας του ως μετανάστης στην Αμερική, εξέδωσε κορυφαίους Ευρωπαίους συγγραφείς όπως τον Ζαν Πολ Σαρτρ αλλά και τον Μισέλ Φουκό. Ζώντας στον κόσμο των εκδόσεων δε διστάζει να καταγράψει τις αλλαγές που βιώνει και να μιλήσει για τους κινδύνους που απορρέουν από τη συγκέντρωση της εκδοτικής παραγωγής σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, γεγονός που μεταμορφώνει τον κόσμο των λέξεων.
Εν μέσω οικονομικής κρίσης στο νέο του βιβλίο, που την ελληνική του μετάφραση μας προσέφεραν οι εκδόσεις Αιώρα, ο Σιφρίν δίνει λύσεις για την επιβίωση αλλά και την ανάπτυξη των παραδοσιακών βιβλιοπωλείων και εκδοτικών οίκων. Λύσεις που προέρχονται από την εμπειρία του, τις γνώσεις και την αγάπη του για τον χώρο των εκδόσεων. Έχοντας ταξιδέψει σε πολλές χώρες του κόσμου, μπαίνοντας πάντα στον πειρασμό να δει από κοντά πως εργάζονται οι συνάδελφοι του, μας προσφέρει όλα όσα συνάντησε στη Γαλλία, στη Νορβηγία, στην Κίνα, στη Δανία και σε άλλες χώρες που έτυχε να περάσει.
Κλείνοντας στο βιβλίο η σκέψη που κρατάω σε μια άκρη είναι ότι οι λέξεις και το χρήμα είναι δύο εντελώς διαφορετικές έννοιες γιατί:
"Οι εκδόσεις δεν θεωρούνται κλασική επιχειρηματική δραστηριότητα αλλά μάλλον λειτούργημα. Εκείνοι που κατεξοχήν ενδιαφέρονται να βγάλουν χρήματα ακολούθησαν άλλη καριέρα. Παρόλο που, όπως είναι φυσικό, οι εκδότες είναι υποχρεωμένοι να κερδίζουν αρκετά χρήματα για να εξασφαλίζουν την επιβίωσή της εταιρείας τους κανείς δεν περιμένει να βγάλει τεράστια κέρδη. "
"Τα πιο μικρά βιβλιοπωλεία έχουν κέρδη κατά μέσο όρο 0,6%. Τα μεγαλύτερα, που πωλούν εκατοντάδες χιλιάδες βιβλία το χρόνο, έχουν κέρδη που δε ξεπερνούν το 2%, πολύ χαμηλότερα από κάθε άλλη εμπορική δραστηριότητα. Ελάχιστα από τα πιο γνωστά βιβλιοπωλεία κερδίζουν χρήματα. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι όλα τα ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία, άσχετα με το μέγεθος τους, παρέχουν μια πολύτιμη υπηρεσία στην κοινωνία, την οποία δεν παρέχουν τα σούπερ μάρκετ και οι αλυσίδες. Τα ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία δεν περιορίζονται στην προβολή των λίγων μπεστ σέλερ, αλλά είναι εφοδιασμένα και με μια μεγάλη γκάμα παλιότερων τίτλων."
Σίγουρα δεν είναι ένα βιβλίο που προσφέρει απόλαυση διαβάζοντάς το δίπλα από το γλυκό νανούρισμα των κυμάτων αλλά είναι ένα βιβλίο τροφή για σκέψη που εντόπισα εξαίτιας του βιβλιοπωλείου Σύγχρονη Έκφραση.