Δευτέρα 13 Μαΐου 2013
Απάντηση στο Κουίζ
Πρόκειται για τον Immanuel Kant (1725-1804), ιδρυτή του κριτικού ιδεαλισμού.
Για τον τρόπο που δεν διαχωρίζονται τα πράγματα, οι ιδέες και οι άνθρωποι και για τα αντιθετικά παράδοξα που ορίζουν τους ανθρώπους, διαβάζουμε τον κύκλο των οκτώ ομιλιών του Jean-Baptiste Botul στο Η σεξουαλική ζωή του Καντ, (μετάφραση Ι. Αβραμίδου, Αθήνα, εκδόσεις Νεφέλη, 2012, 120 σ.) που εκφωνήθηκαν τον Μάιο 1946 στην Νουέβα Καίνιγκσμπεργκ, αποικία Γερμανών μεταναστών στην Αργεντινή.
Κυριακή 12 Μαΐου 2013
ΕΣΤΙΑ
Εστία, όπως θεά του προ τινος βιβλιακού βίου. Πέρασε το πρώτο σοκ από την είδηση του κλεισίματος του βιβλιοπωλείου της Εστίας. Είχε προειδοποιήσει με σημάδια και ερχόταν βέβαια με σταθερά βήματα αλλά δεν το χωρούσε ο απλός νους του ανθρώπου ότι τελικά θα γινόταν. Οι ψίθυροι ήταν συνεχείς ότι δεν πήγαινε καλά, ότι χρωστούσε στην αγορά, ότι οι εργαζόμενοι ήταν πίσω στα μηνιάτικα. Το ωράριο λειτουργίας είχε συρρικνωθεί. Τα μεσημέρια κατέβαζε τα ρολά και τα απογεύματα δεν άνοιγε πια. Πιο τραυματικό ήταν που οι σιδεριές ήταν κατεβασμένες τα Σάββατα, μέρα σχόλης και περιδιαβάσματος στα βιβλιοπωλεία της Σόλωνος. Και ήταν το βιβλιοπωλείο της Εστίας που πρώτο μετακόμισε από εκείνη την γωνιά της Σταδίου, παλαιότερη περιοχή πυκνοκατοικημένη από εκδοτικούς οίκους, βιβλιοπωλεία, βιβλιοστέκια. Ήρθε και εγκαταστάθηκε απροσδόκητα και παρόλες τις κριτικές επιφυλάξεις πολλών στην Σόλωνος, σχεδόν απέναντι από την Νομική Σχολή που για πολλά χρόνια συστεγαζόταν ή καλύτερα φιλοξενούσε την Φιλοσοφική. Η μετοίκιση αυτή ήταν σαν να έδωσε δυο συνθήματα. Το πρώτο είχε να κάνει με την νέα γειτονιά βιβλιοπωλείων που αναπτύχθηκε. Η Σόλωνος και οι παράλληλοι και κάθετοι δρόμοι ολόγυρα σε σύντομο χρονικό διάστημα γέμισαν με βιτρίνες βιβλίων, εκδοτικούς οίκους, βιβλία δεύτερο χέρι, τα μικρά παλαιοπωλεία του δρόμου στο πλάι του κτηρίου και συναφή καταστήματα, φωτοτυπικάδικα (για τις σημειώσεις των παραδόσεων), δακτυλογραφήσεις, είδη γραφικής ύλης. Όπως αντιστοιχούσε στον περιβάλλοντα χώρο ενός πνευματικού ιδρύματος υψηλής στάθμης που καλούνταν να ανταποκριθεί και να καλύψει τις ανάγκες που γεννούσε η λειτουργία των Σχολών και η παρουσία τόσων φοιτητών και φοιτητριών.
Το δεύτερο σύνθημα είχε να κάνει με το στήσιμο, την φιλοσοφία ενός σύγχρονου βιβλιοπωλείου. Ο νέος χώρος ήταν ορατός, είχε αμεσότητα, είχε αποβάλει το κλειστό και επιλεκτικό, την αίσθηση της σκόνης και του ημίφωτος, ήταν προσβάσιμος εύκολα, είχε φως, οι εξωτερικές προθήκες και βιτρίνες είχαν θέση για πολύ υλικό πριν καν σπρώξεις την πόρτα για να βρεθείς μπροστά στους πάγκους να φυλλομετρήσεις παλαιές και νέες εκδόσεις κατά θέμα. Ακολουθώντας αυτό το πρότυπο στήθηκαν και τα άλλα βιβλιοπωλεία στην συνέχεια. Το βιβλιοπωλείο της Εστίας κατείχε την καλύτερη θέση για τους φοιτητές που είχαν κενό μεταξύ δύο παραδόσεων και επιθυμούσαν να ξεσκάσουν από την βουή του κτηρίου. Πολύ περισσότερο μάλλον που τα σπουδαστήρια και η Βιβλιοθήκη δεν… (αλλά αυτό είναι άλλη μεγάλη και πονεμένη ιστορία). Οι άνθρωποί του έβλεπαν με κατανόηση τους νέους και καταλάβαιναν το αίτημα ακόμα και μισοδιατυπωμένο. Διέθεταν την ενημέρωση, την διάθεση, την ετοιμότητα. Αντιμετώπιση πολύ καθοριστική για την μελλοντική σχέση με το βιβλίο, την αναζήτησή τους και την ανάγνωση. Για το ότι υπήρξε φιλόξενο πέρασμα συγγραφέων και σταθερός τόπος συνάντησης έχουν πολλά ειπωθεί και γραφεί στον Τύπο. Όπως πολλά έχουν υπογραμμιστεί για την ιστορικότητά του.
Ο από μηχανής θεός να το σώσει με τρόπους δημιουργικών λογιστικών, παρατάσεων, συγκέντρωσης υπογραφών, κάποιας πανστρατιάς προστασίας μιας παράδοσης, απλά δεν συγκροτήθηκε, ποτέ δεν εμφανίστηκε. Οι δαρβινικοί νόμοι της οικονομίας τυφλοί, κουφοί και αναίσθητοι κατάργησαν ένα έθιμο, μια παράδοση 130 χρόνων (και όλοι γνωρίζουν πόσο δύσκολο είναι να φτιαχτούν οι παραδόσεις. Στάζουν σαν σταλακτίτες και σταλαγμίτες στα σπήλαια για να δημιουργηθεί το εντυπωσιακό αποτέλεσμα). Είναι σαν να καταργήθηκε, με τι να το παραλληλίσω τώρα, είναι σαν να καταργήθηκε ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου και η γιορτή αυτή είναι μια μέρα κάθε χρόνο ενώ το Βιβλιοπωλείο της Εστίας ήταν όλες τι ημέρες του χρόνου εκεί.
Μπορεί οι ενδιαφερόμενοι άνθρωποι ως μονάδες να μην το κατάλαβαν ότι η πραγματικότητα του λουκετου ήταν τόσο κοντά, να μην συντονίστηκαν κατάλληλα, να τους ξεπερνούσε η ιδέα. Οι υπεύθυνοι της πολιτικής στρατηγικής των πνευματικών αγαθών που παράγει ένας τόπος και οι κάτοικοί του μεταξύ άλλων παραγομένων, πάντως δεν ιεράρχησαν, δεν μπόρεσαν να βάλουν προτεραιότητες να σχεδιάσουν, να φανταστούν λύσεις και απαντήσεις για αυτήν την συγκεκριμένη ξεχωριστή περίπτωση.
Έκλεισαν και άλλα πιο πρόσφατα βιβλιοϋποστηρικτικά με την ίδια μέθοδο ή με ακόμα σκληρότερες αστόχαστες και κάθετες αποφάσεις που το πρώτο τους γράμμα άρχιζε από Ε όπως Ελληνικά Γράμματα, ΕΚΕΜΕΛ, ΕΚΕΒΙ.
Είναι κάτι, τίποτα από όλα αυτά αναστρέψιμο; Ή μήπως είμαστε όλοι παρατηρητές που παρακολουθούν και περιγράφουν τετελεσμένα; Κάτι σαν αδύναμες μοιρολογίστρες;
Παρασκευή 10 Μαΐου 2013
Κουίζ
Φυσικά έχει να κάνει με βιβλία και βιβλιοθήκες!
Ποιος πασίγνωστος Γερμανός φιλόσοφος του 18ου αιώνα στην αρχή της καριέρας του είχε εργαστεί ως βοηθός βιβλιοθηκάριου;
Η απάντηση να πούμε αύριο;; την Δευτέρα καλύτερα;;
Τρίτη 7 Μαΐου 2013
Ιστορίες της πραγματικότητας
Οι Βολτίτσες αγαπούν να γυρνοβολούν στα λόγια των συγγραφέων όταν αναφέρονται στο πώς γράφουν, τι έχουν διαβάσει, από τι εμπνέονται, πώς είναι το γραφείο τους, τι τους συγκινεί και τους κινητοποιεί, γιατί γράφουν, μπορούν να ζήσουν ή δεν μπορούν χωρίς την πένα τους, χωρίς δημοσιότητα και άλλα τέτοια παρόμοια. Δείτε με τα μάτια σας πολλές προηγούμενες αναρτήσεις. Συγγραφείς όλων των λογιών για να εξηγήσουν τα γιατί τους ανατρέχουν στην παιδική τους ηλικία, τις σπουδές τους, τις προσωπικές και κοινωνικές συνθήκες που μεγάλωσαν και αναπτύχθηκαν. Πολλοί, μάλιστα, από τα παλιά έως και σήμερα έχουν προσπαθήσει να απαντήσουν με γραπτά κείμενα στα ερωτήματα που τους θέτουν διάφοροι αλλά και εκείνα που βάζουν οι ίδιοι για το πώς βλέπουν τους εαυτούς τους μέσα στην κοινωνία, τα απόνερά της ή τον μοναχικό άλλων ρυθμών βυθό της. Ο Ιταλός Εντοάρντο Νέζι από το Πράτο της Τοσκάνης παράλληλα με την φροντίδα της οικογενειακής επιχείρησης (μάλλινα και άλλα υφάσματα) η οποία έγκαιρα (πριν καταχρεωθεί και καταρρεύσει παρασύροντας ανθρώπους, περιουσίες, στάσεις και αντιλήψεις ζωής όπως όλες της περιοχής του) πουλήθηκε, γράφει, μυθιστορήματα. Το τελευταίο του γραμμένο το 2010, όταν η κρίση χτυπούσε βροντερά τα πορτοπαράθυρα της γειτονιάς μας, ξεχώρισε και τον έκανε γνωστό. Του δόθηκε και το ιταλικό βραβείο Strega του 2011, το πιο έγκυρο λογοτεχνικό βραβείο της χώρας του.
Ο μεταφρασμένος στα ελληνικά τίτλος του είναι Οι δικοί μου άνθρωποι (Καστανιώτης, 2012, 141 σ.), στα ιταλικά το λέει Storia della mia gente.
Παρελαύνουν οι γενικότερες ανησυχίες του, οι αναζητήσεις του σε χώρους μελέτης, τα διαβάσματά του που απλώνονται και στην αμερικανική ήπειρο. Χωρίς καμιά μυστικοπάθεια περιγράφει τους συνειρμούς εικόνων, αναγνώσεων και προσωπικών σκέψεων. Οι συνειρμοί, εκτός από τα βιβλία, είναι εμπλουτισμένοι και τρέφονται από κινηματογραφικά κάδρα. και πλοκές της μεγάλης οθόνης. Από την μια περιγράφει εκείνη την σκηνή από την ταινία Χ, σαν να έχουμε τις οδηγίες του σκηνοθέτη και τα λόγια των ηθοποιών, και από την άλλη αναπαριστά μια κατάσταση της ζωής του που θα μπορούσε να γυριστεί σε ταινία και να που σκηνοθετεί τον εαυτό του, λεκτικά πάντως. Το σινεμά λειτούργησε καταλυτικά, τον ενέπνευσε με πολλούς τρόπους, γνωριμία με άλλους κόσμους και συμπεριφορές, ατάκες που πέρασαν στον μύθο, συνθηματικοί κώδικες, φανεροί και άρρητοι, χρώματα, σχέδια και μοτίβα για τα υφάσματά παραγωγής της οικογενειακής επιχείρησης που διέκοψε την λειτουργία της.
Και εκεί που πάει να κορυφωθεί η διήγηση, μόλις δύο σελίδες πριν από το τέλος, και να καταλήξει σε ένα άλλο επίπεδο συνειδητοποίησης ο E. Nesi, διατυπώνει άποψη για την γραφή, την επινόηση, την μυθοπλασία σε σχέση με την πραγματικότητα. Παραθέτω επακριβώς με τα δικά του λόγια:
«… ανακαλύπτω πόσο δύσκολο μπορεί να είναι να γράφει κανείς για την αληθινή ζωή αντί να επινοεί ιστορίες˙ πόσο στυφό είναι να μπορείς να σκάβεις αργά μέσα σου και να θρυμματίζεσαι, όπως κάνει το νερό με το τσιμέντο και την πέτρα˙πόσο μπορεί ένα μυθιστόρημα να είναι κάτι παραπάνω από ένα βιβλίο και να γίνεται τόσο πραγματικό ώστε να σε βασανίζει καθημερινά, και οι χαρακτήρες σου να αποκτούν σάρκα και αίμα και πρόσωπο και σώμα και φωνή και […] τελικά να γίνεσαι όμηρος φαντασμάτων που δεν θα σε αφήσουν ποτέ, ακριβώς επειδή είναι δικά σου. Τα δημιούργησες εσύ. Είναι εσύ.» (σ. 138).
Από εκεί που γεννήθηκε να επιχειρεί, να είναι επιχειρηματίας, αφεντικό του παρόντος του και του μέλλοντός του σύμφωνα με όσα σκέφτηκαν και σχεδίασαν οι παλαιότεροι πριν από αυτόν και χωρίς να τον ρωτήσουν, και βίαια ξέγινε μέσα στις νέες συνθήκες, δηλώνει δημόσια φωναχτά γραπτά ποιο είναι το κάλεσμά του. Ανακοινώνει ότι ξέρει. Ξέρει ότι είναι «υπηρέτης των βιβλίων» αλλά και της οικογένειάς του. Όσον αφορά τα βιβλία κοινοποιεί πως το πεπρωμένο του είναι να γράφει «Όσο θα μπορεί.» (σ. 141). Δεσμεύεται δηλαδή στην γραφή.

Τρίτη 30 Απριλίου 2013
Ένα ποίημα ξεχωριστό
το ανέκφραστο που εκφράζουν
είναι στιγμές που οι λέξεις δραπετεύουν
από τη σκέψη
από τα χείλη
απ' τις σελίδες των βιβλίων
και γίνονται ένα μπλε βαθύ
ή της φωτιάς το κόκκινο σε ζωγραφιά
του έρωτα και τ' ουρανού
άλλοτε πάλι ξαφνικά
το ανέκφραστο που εκφράζουν
γίνονται νότες
μουσική νυχτερινή
σ' έρημο δρόμο με αρχαίους κυβόλιθους
κανείς δεν ξέρει
ποιον άλλο κόσμο θα συνθέσουν
κανείς δεν τις αναγνωρίζει
καθώς στη νέα τους διάσταση
χαμογελούν
αδιόρατα, ανεπαίσθητα
αινιγματικά
είναι στιγμές που οι λέξεις δραπετεύουν
από τη σκέψη
από τα χείλη
απ' τις σελίδες των βιβλίων
και γίνονται ένα μπλε βαθύ
ή της φωτιάς το κόκκινο σε ζωγραφιά
του έρωτα και τ' ουρανού
άλλοτε πάλι ξαφνικά
το ανέκφραστο που εκφράζουν
γίνονται νότες
μουσική νυχτερινή
σ' έρημο δρόμο με αρχαίους κυβόλιθους
κανείς δεν ξέρει
ποιον άλλο κόσμο θα συνθέσουν
κανείς δεν τις αναγνωρίζει
καθώς στη νέα τους διάσταση
χαμογελούν
αδιόρατα, ανεπαίσθητα
αινιγματικά
Μια κιμωλία στον μαυροπίνακα
Τόλης Νικηφόρου
Παρασκευή 26 Απριλίου 2013
Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο
Το "Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο" είναι ένα βιβλίο που πολλοί θα ήθελαν να διαβάσουν λίγοι όμως έχουν διαβάσει κάποιον από τους τόμους και ακόμη λιγότεροι έχουν ολοκληρώσει το πολύτομο αυτό λογοτεχνικό έργο. Εύκολα όμως κάποιος θα το κατάτασσε στα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ακόμη κι εκείνος που δεν το έχει διαβάσει. Ο Προυστ ξεκίνησε να δημιουργεί το έργο του το 1909 και αναγκάστηκε να σταματήσει την επεξεργασία του το 1922 εξαιτίας της ασθένειας του.
Σε πέντε μεγάλου μεγέθους τόμους έχει εκδοθεί από το Βιβλιοπωλείο της Εστίας (που δεν έχει πια βιβλιοπωλείο) και σε δεκαπέντε είχε πρωτοεκδοθεί από τον Ηριδανό. Την έκδοση αυτή εντόπισα στη βιβλιοθήκη και πήρα την απόφαση να δανειστώ το πρώτο μέρος του πρώτου τόμου υπό τον υπότιτλο "Από τη μεριά του Σουάν".
Η ανάγνωση δυσκολεύεται από τις πολυσέλιδες περιγραφές που δίνουν με κάθε λεπτομέρεια όλες τις αναμνήσεις του συγγραφέα από την παιδική του ηλικία και από την πυκνογραμμένη γραφή που εύκολα μπορεί να παγιδεύσει τον αναγνώστη σε ένα λαβύρινθο κινούμενων λέξεων.
Σίγουρα το έργο αυτό απαιτεί έναν ξεκούραστο αναγνώστη με χρόνο και διάθεση για ονειροπόληση.
Από την πρώτη σελίδα φανερώνεται η αγάπη του ήρωα για την ανάγνωση.
Το πολύτομο, πυκνογραμμένο αριστούργημα ξεκινά με αυτές τις λέξεις:
"Για χρόνια πλάγιαζα νωρίς. Μερικές φορές, μόλις έσβηνα το κερί, τα μάτια μου έκλειναν τόσο γρήγορα, ώστε δεν πρόφταινα ν' αναλογιστώ: "Με παίρνει ο ύπνος". Και, μισή ώρα αργότερα, η σκέψη πως καιρός ήταν πια ν' αναζητήσω τον ύπνο με ξυπνούσε˙ ήθελα να ακουμπήσω το βιβλίο που νόμιζα πως κρατούσα ακόμη στα χέρια μου και να σβήσω το φως˙ δεν είχα πάψει, όσο κοιμόμουν, να κάνω συλλογισμούς πάνω σ' ό,τι είχα μόλις διαβάσει, οι συλλογισμοί όμως αυτοί είχαν ακολουθήσει έναν κάπως παράξενο δρόμο˙ είχα την εντύπωση πως ήμουν εγώ ο ίδιος αυτό για το οποίο μιλούσε το βιβλίο: μια εκκλησία, ένα κουαρτέτο, ο ανταγωνισμός του Φραγκίσκου 1ου και του Καρόλου Κουίντου."
Μια ακόμη αναπόληση:
"Όσο η παραμαγείρισα (...) σερβίριζε καφέ που, καθώς έλεγε η μαμά, δεν ήταν παρά ζεστό νερό, κι ύστερ' ανέβαζε στα δωμάτια μας ζεστό νερό που ήταν μόλις χλιαρό, εγώ ξάπλωνα στο κρεβάτι μου, μ' ένα βιβλίο στο χέρι, στο δωμάτιό μου προστάτευε τρεμουλιάζοντας τη διάφανη κι εύθραυστη δροσιά του από τον απογευματινό ήλιο πίσω απ' τα σχεδόν κλειστά πατζούρια του, από μια ανταύγεια της μέρας είχε ωστόσο βρει τρόπο να περάσει τα κίτρινα φτερά της, και στεκόνταν ακίνητη ανάμεσα στα ξύλο και στο τζάμι, σε μια γωνιά, σαν καθισμένη πεταλούδα. Έφεγγε μόλις για να διαβάσω, και την αίσθηση της μεγαλοπρέπειας του φωτός μου την έδιναν μόνο τα χτυπήματα του Καμύ (...), καθώς χτυπούσε στην οδό του Πρεσβυτερείου, τα σκονισμένα κιβώτια (...)"
Το έργο (το λίγο αυτό που διάβασα) θα μπορούσε να αποτελεί μεταξύ των άλλων και έναν ύμνο για τη φύση. Οι περιγραφές των κάμπων, των λουλουδιών είναι τόσο ζωντανές που καθώς τις διαβάζεις θες να ταξιδέψεις σε ένα δάσος με πυκνή βλάστηση και να μείνεις ώρες παρατηρώντας ένα χρωματισμό λουλούδι σαν ένας άλλος Προυστ.
Δευτέρα 22 Απριλίου 2013
Ένας αλλιώτικος θαμώνας βιβλιοθηκών:
Είναι βραδάκι, βάρδια στο γραφείο, λίγος κόσμος, ησυχία, το φως υποχωρεί στον ερχομό του σκοταδιού, όπως σε εκείνη την εικόνα μιας νεαρής γυναίκας με μακριά σκούρα ίσια μαλλιά που ανεμίζει ένα μαύρο πέπλο στο ουράνιο πέρασμά της. Μας σκεπάζει, μας αγκαλιάζει, κατά κάποιο τρόπο μας προστατεύει. Έτσι έρχεται η νύχτα, όχι γιατί αλλάζουν οι θέσεις των πλανητών και των δορυφόρων του ηλιακού μας συστήματος με την διαρκή σταθερή και αδιόρατη κίνηση που μας επιτρέπει να στεκόμαστε όρθιοι στην επιφάνεια της στρογγυλής γης.
Καθόμαστε, «για πες τι νέα;». Τι νέα να ειπωθούν τώρα; Η γκρίνια και η μιζέρια εδώ και καιρό τώρα περισσεύουν. Έχουν καταντήσει μια αδιέξοδη επανάληψη που έχει χάσει και τον εκτονωτικό της χαρακτήρα. Τα προσωπικά είναι προσωπικά, έχουν την στιγμή τους. Η καθημερινότητα μοιρασμένη άρα ήδη γνωστή και σχολιασμένη. Τι νέα τώρα;
Νέα είναι το βιβλίο που έχω μισοδιαβασμένο δεν ξέρω το τέλος, δεν έχω την ιστορία ολόκληρη. Μα δεν πειράζει, «πες». Είναι Η Οδύσσεια του πλαστογράφου Κωνσταντίνου Σιμωνίδη: η περιπετειώδης ιστορία του Έλληνα που ξεγέλασε την Ευρώπη και παράλληλα εφηύρε την Αρχαιότητα, του Rudiger Schaper, σε μετάφραση Νατάσας Σεχίδου (εκδόσεις Νεφέλη, Οκτώβριος 2012, 260 σ.). Ο Κωνσταντίνος Σιμωνίδης υπαρκτό πρόσωπο γεννημένο την δεύτερη δεκαετία του 19ου αιώνα ή στην Σύμη ή στην Ύδρα, δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα. Όπως πολλά δεν είναι γνωστά για αυτόν. Σαν το πέπλο της νύχτας να σκέπασε και τα δικά του περάσματα. Γεγονός που δίνει την ευκαιρία στον συγγραφέα να υποθέτει, να χρησιμοποιεί την φαντασία του προκειμένου να συμπληρώσει τα κενά που άφησε η προσεκτική και επίμονη έρευνά του.
Ένα βιβλιοβιβλίο με τα όλα του, μιλά για χειρόγραφα (δεν έχει σημασία αν είναι αυθεντικά εξάλλου το ζήτημα της αυθεντικότητας τοποθετείται σε άλλες διαστάσεις, την ιστορική και την φιλοσοφική), για βιβλιοθήκες (εδώ κυρίως μοναστηριακές, του Αγίου Όρους, της Μονής του Σινά) που κατείχαν και έσωσαν πολύτιμα τεκμήρια από τις οποίες κλέβονται, αρπάζονται, ή και αγοράζονται, δανείζονται. Αναφέρεται στην αναζήτηση των πηγών του παρελθόντος για να ανασυσταθεί με τους όρους της σύγχρονης επιστήμης, για το ενδιαφέρον περί τα φιλολογικά, περί τα θεολογικά. Εκεί στο Όρος η κρυψώνα είναι εντυπωσιακό θέαμα, κύλινδροι περγαμηνών, έγγραφα, σχέδια, κατάλογοι, μέσα σε καλάθια και τσουκάλια, φύρδην μίγδην στο χώμα, στοίβες, μούχλα. Βιβλιοθήκες που επιθυμούν να δημιουργήσουν πολύτιμες συλλογές, όπως του Βρετανικού Μουσείου (παράλληλα με την απόκτηση αρχαιοτήτων), της Οξφόρδης. Αναφέρεται σε βιβλιοσυλλέκτες που κατά κανόνα εντοπίζουν, συγκεντρώνουν, φυλούν αλλά δεν διαβάζουν απαραιτήτως «Έχουν βιβλία και τα βιβλία τους κατέχουν» (σ. 164-165).
Η εκπαίδευση του Σιμωνίδη στα μοναστήρια στην αντιγραφή, την επεξεργασία των υλικών, τα κείμενα. Οι πλαστογραφίες του γίνονται αντικείμενο πολεμικής, δημιουργίας στρατοπέδων υποστηρικτών και πολεμίων. Ο Τύπος ασχολείται με το θέμα, η αντιπαράθεση γίνεται μέσα από τις στήλες των εφημερίδων που δημοσιεύουν επιστολές ειδικών, εμπειρογνωμόνων, σχόλια και θέσεις των εκδοτών. Ο Σιμωνίδης ηττάται κατά κράτος, στην Αθήνα, την Γερμανία, την Αγγλία, αποχωρεί από την σκηνή αφού έχει διαθέσει πολλά χειρόγραφα, αυθεντικά και πλαστά δικά του δημιουργήματα.
Υπερασπιστής των έργων του διατύπωνε ότι αν το ζητούμενο ήταν η αλήθεια και μόνο η αλήθεια, δεν θα έπρεπε να τυπώνονται ούτε ο Όμηρος ούτε ο Ηρόδοτος, καθώς «ως γνωστόν περιέχουν πολλές αναλήθειες». Δήλωση αληθινή γιατί η πραγματικότητα και η αλήθεια κυκλοφορούν σφιχτά μαζί με άλλες ιδιότητες, όπως για παράδειγμα τις προσωπικές εντυπώσεις, τις ζωηρές αισθήσεις, τις αντιλήψεις και τις προϋπάρχουσες απόψεις, τα μυστήρια κίνητρα και ένα σωρό τέτοιας τάξης πράγματα που όλα μαζί φτιάχνουν πραγματικότητες, ανάλογα με την γωνία του φωτός που πέφτει πάνω τους. Όμως το αίτημα της υψηλής επιστημονικότητας και της σοβαρότητας ήταν πιεστικό τον 19ο αιώνα. Οι επιστήμες του ανθρώπου έπρεπε να αποκτήσουν εργαλεία, μεθόδους και κριτήρια αντίστοιχα των θετικών επιστημών.
Η ιστορία του Σιμωνίδη είναι μια αφήγηση με πολλαπλές αναζητήσεις, της ζωής και διαδρομής του, της σκέψης του μέσα στην ρευστότητα της εποχής του, της διάκρισης μεταξύ σοβαρότητας και μη, της αλήθειας, της γνησιότητας, των παγωμένων ορίων μεταξύ του αληθούς και ψευδούς. «Από τη ζωή και το έργο του μαθαίνουμε πώς γίνεται η Ιστορία, επειδή η Ιστορία είναι πάντοτε κάτι κατασκευασμένο, ηθελημένο, καταπιεσμένο, υπερτονισμένο, κατευθυνόμενο. Υπάρχει πολλή αλήθεια στις πλαστογραφίες» (σ. 253), υποστηρίζει ο συγγραφέας που έχει καταγαπήσει τον Έλληνα πλαστογράφο.
Παρασκευή 19 Απριλίου 2013
Οι ιστορίες φιλαναγνωσίας συνεχίζονται
είναι μερικά αποσπάσματα από το παιδικό βιβλίο Μισώ το διάβασμα! που ανακάλυψα εντελώς τυχαία στη βιβλιοθήκη. Στο ίδιο ράφι υπήρχαν κι άλλα τρία παιδικά βιβλιοβιβλία, αυτά όμως ήταν παλαιότερες ανακαλύψεις.
Για την ακρίβεια, εντελώς τυχαία ανακαλύπτω συνεχώς βιβλία που έχουν ως σκοπό να καλλιεργήσουν το αίσθημα της φιλαναγνωσίας στους μικρούς αναγνώστες.
Ξεχασμένο σε ένα χαρτοπωλείο, βγαλμένο από μια άλλη εποχή, βρήκα ένα βιβλιοβιβλίο που μου υπενθύμισε πόσο παλιό είναι το 2000. Ο τίτλος του είναι Η γιορτή του βιβλίου και μέσω των σελίδων του προσπαθεί ή μάλλον προσπαθούσε στα παιδιά εκείνης της εποχής να καλλιεργήσει την αγάπη για το βιβλίο και το σχολείο.
Στις παλαιότερες εκδόσεις προστίθενται συνεχώς και νέες.
Μία από αυτές είναι οι ιστορίες φιλαναγνωσίας ένα βιβλίο που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Εννέα συγγραφείς υπογράφουν ιστορίες γεμάτες βιβλιοθήκες, βιβλία και ανάγνωση. Διαφορετικές ιστορίες που το μόνο κοινό τους είναι το βιβλίο και η ποιότητά τους αφού πραγματικά είναι δύσκολο να αποφασίσεις πια ιστορία είναι καλύτερη.
Ο βιβλιοπόντικας ο αγαπημένος ήρωας του Βαγγέλη Ηλιόπουλου που μέχρι τώρα τον είχα συναντήσει στη μικρή σειρά του Πατάκη Βιβλία για Παιδιά και για Νέους: Χωρίς Σωσίβιο βρέθηκε σε σκληρόδετο μεγάλου σχήματος βιβλίου με τον τίτλο ο θησαυρός του βιβλιοπόντικα. Η τσιμπημένη του τιμή έμεινε η μισή και έτσι άλλη μια ιστορία του βιβλιοπόντικα περιμένει να διαβαστεί μαζί με τη μουσική και τα τραγούδια που περιλαμβάνει.
Μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο ένα ξεχωριστό βιβλιοβιβλίο που μυρίζει ακόμη φρεσκοτυπωμένο μελάνι. Με λίγες λέξεις και με πολλά χρώματα ο Lane Smith εξηγεί την απόλαυση που μπορεί να προσφέρει ένα βιβλίο με το οποίο μπορεί να μην μπορείς να τουιτάρεις, να σκρολάρεις, να μπλογκάρεις, να χρησιμοποιήσεις ποντίκι, να δεις βίντεο μπορείς όμως να αφεθείς και να ταξιδέψεις γιατί είναι βιβλίο.
Δευτέρα 15 Απριλίου 2013
Ποίηση για την ποίηση
Ποιητικό Υστερόγραφο
Τα ποιήματα δεν μπορούν πια
να 'ναι ωραία
αφού η αλήθεια έχει ασχημύνει.
Η πείρα είναι τώρα
το μόνο σώμα των ποιημάτων
κι όσο η πείρα πλουταίνει
τόσο το ποίημα τρέφεται και ίσως δυναμώνει.
Πονάν τα γόνατά μου
και την Ποίηση δεν μπορώ πια να προσκυνήσω,
μόνο τις έμπειρες πληγές μου
μπορώ να της χαρίσω.
Τα επίθετα μαράθηκαν·
μόνο με τις φαντασιώσεις μου
μπορώ τώρα την Ποίηση να διανθίσω.
Όμως πάντα θα την υπηρετώ
όσο βέβαια εκείνη με θέλει
γιατί μόνο αυτή με κάνει λίγο να ξεχνώ
τον κλειστό ορίζοντα του μέλλοντος μας.
Από την Ανορεξία της ύπαρξης
Τα ποιήματα δεν μπορούν πια
να 'ναι ωραία
αφού η αλήθεια έχει ασχημύνει.
Η πείρα είναι τώρα
το μόνο σώμα των ποιημάτων
κι όσο η πείρα πλουταίνει
τόσο το ποίημα τρέφεται και ίσως δυναμώνει.
Πονάν τα γόνατά μου
και την Ποίηση δεν μπορώ πια να προσκυνήσω,
μόνο τις έμπειρες πληγές μου
μπορώ να της χαρίσω.
Τα επίθετα μαράθηκαν·
μόνο με τις φαντασιώσεις μου
μπορώ τώρα την Ποίηση να διανθίσω.
Όμως πάντα θα την υπηρετώ
όσο βέβαια εκείνη με θέλει
γιατί μόνο αυτή με κάνει λίγο να ξεχνώ
τον κλειστό ορίζοντα του μέλλοντος μας.
Από την Ανορεξία της ύπαρξης
Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ
Πέμπτη 11 Απριλίου 2013
Ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες
Στα χρόνια της αφθονίας οι ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες της χώρας κατάφεραν και πήραν ένα μέρος από εκείνα που τους αναλογούσαν, δεν θα μπορούσα να πω το ίδιο και για τις δημόσιες βιβλιοθήκες που άργησαν να μπουν στο παιχνίδι.
Το αποτέλεσμα είναι να υπάρχουν γύρω μας αξιόλογες ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες που μοσχομυρίζουν καινούριο μαρτυρώντας τις προσπάθειες των περασμένων ετών για αναβάθμιση. Προσπάθειες που έγιναν και μετά αφέθηκαν στη μοίρα τους, κάτι η κρίση, κάτι ο ελλιπής σχεδιασμός και η αδιαφορία, όλα λίγο πολύ έχουν μερίδιο ευθύνης.
Η κεντρική βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στεγάζεται σε ένα πανέμορφο τετραώροφο κτίριο πρόσφατα ανακαινισμένο.
Το νεοκλασικό αυτό κτίριο κτίστηκε το 1925 και άνηκε στην Τράπεζα Αθηνών.
(Τι εξαιρετική ιδέα, όλες οι τράπεζες να γίνουν βιβλιοθήκες!)
Πριν από δέκα περίπου χρόνια το κτίριο σουλουπώθηκε γέμισε βιβλιοθήκες και ράφια, τραπέζια και καρέκλες για ανάγνωση, γέμισε και με τους υπολογιστές της εποχής και δόθηκε στους φοιτητές, στους καθηγητές τους και στους κατοίκους του Βόλου.
Έτσι γεμάτο βιβλία παραμένει ακόμη και σήμερα, μόνο που είναι λιγότερα από ό,τι είχε σχεδιαστεί να έχει και σαν να έχουν λίγο παλιώσει από την πολλή χρήση. Όμως είναι εκεί και περιμένουν τους αναγνώστες τους, το ίδιο και τα τραπέζια δίπλα στα μεγάλα παράθυρα που χύνουν άπλετο φως και σε προκαλούν να κάτσεις να διαβάσεις σιωπηλά μαζί με τους φοιτητές.
Και οι υπολογιστές είναι εκεί και όλα τα μηχανήματα που είχαν τοποθετήσει για να φαίνεται μια εκσυγχρονισμένη βιβλιοθήκη, τηλεδιάσκεψη, φωτοτυπικό κέντρο και αίθουσα υπολογιστών, όλα εκεί, μόνο που από τραγική ειρωνεία αυτά έχουν ένα χαρτάκι πάνω τους που γράφει με κεφαλαία δεν λειτουργεί.
Κι έτσι η βιβλιοθήκη αντί για ένα μουσείο με βιβλία, όπως κάποιοι έχουν προβλέψει, έγινε ένα μουσείο υπολογιστών που δεν λειτουργούν και παρέμεινε βιβλιοθήκη με ζωντανά βιβλία.
Συνεχίζω την ανάρτηση μετά από χρόνια.
Η ίδια εικόνα και στη βιβλιοθήκη του ΤΕΙ Καλαμάτας ή Πελοποννήσου, μιας που τα ονόματα αλλάζουν. Ολόφρεσκο κτίριο γεμάτο φως που μπαίνει από παντού, τραπέζια και υπολογιστές που χωράνε όλοι οι φοιτητές, οι οποίοι δείχνουν να την προτιμούν μάλλον για να βγάζουν φωτοτυπίες και για να εκτυπώνουν σκονάκια παρά για να χρησιμοποιούν το υλικό της. Άλλωστε και τα βιβλία στα ράφια είναι παλιά και ξεπερασμένα. Τα καινούρια στοιβάζονται ακαταλογογράφητα.
Ένας και μοναδικός ο βιβλιοθηκονόμος για όλους τους ρόλους, που να προφτάσει.
Όταν έχτιζαν τα κτίρια (όχι στο μακρινό παρελθόν αλλά πριν μερικά χρόνια) δεν υπολόγισαν θέσεις εργασίας, μόνο τοίχους.
Το αποτέλεσμα είναι να υπάρχουν γύρω μας αξιόλογες ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες που μοσχομυρίζουν καινούριο μαρτυρώντας τις προσπάθειες των περασμένων ετών για αναβάθμιση. Προσπάθειες που έγιναν και μετά αφέθηκαν στη μοίρα τους, κάτι η κρίση, κάτι ο ελλιπής σχεδιασμός και η αδιαφορία, όλα λίγο πολύ έχουν μερίδιο ευθύνης.
Η κεντρική βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στεγάζεται σε ένα πανέμορφο τετραώροφο κτίριο πρόσφατα ανακαινισμένο.
Το νεοκλασικό αυτό κτίριο κτίστηκε το 1925 και άνηκε στην Τράπεζα Αθηνών.
(Τι εξαιρετική ιδέα, όλες οι τράπεζες να γίνουν βιβλιοθήκες!)
Πριν από δέκα περίπου χρόνια το κτίριο σουλουπώθηκε γέμισε βιβλιοθήκες και ράφια, τραπέζια και καρέκλες για ανάγνωση, γέμισε και με τους υπολογιστές της εποχής και δόθηκε στους φοιτητές, στους καθηγητές τους και στους κατοίκους του Βόλου.
Έτσι γεμάτο βιβλία παραμένει ακόμη και σήμερα, μόνο που είναι λιγότερα από ό,τι είχε σχεδιαστεί να έχει και σαν να έχουν λίγο παλιώσει από την πολλή χρήση. Όμως είναι εκεί και περιμένουν τους αναγνώστες τους, το ίδιο και τα τραπέζια δίπλα στα μεγάλα παράθυρα που χύνουν άπλετο φως και σε προκαλούν να κάτσεις να διαβάσεις σιωπηλά μαζί με τους φοιτητές.
Και οι υπολογιστές είναι εκεί και όλα τα μηχανήματα που είχαν τοποθετήσει για να φαίνεται μια εκσυγχρονισμένη βιβλιοθήκη, τηλεδιάσκεψη, φωτοτυπικό κέντρο και αίθουσα υπολογιστών, όλα εκεί, μόνο που από τραγική ειρωνεία αυτά έχουν ένα χαρτάκι πάνω τους που γράφει με κεφαλαία δεν λειτουργεί.
Κι έτσι η βιβλιοθήκη αντί για ένα μουσείο με βιβλία, όπως κάποιοι έχουν προβλέψει, έγινε ένα μουσείο υπολογιστών που δεν λειτουργούν και παρέμεινε βιβλιοθήκη με ζωντανά βιβλία.
Συνεχίζω την ανάρτηση μετά από χρόνια.
Η ίδια εικόνα και στη βιβλιοθήκη του ΤΕΙ Καλαμάτας ή Πελοποννήσου, μιας που τα ονόματα αλλάζουν. Ολόφρεσκο κτίριο γεμάτο φως που μπαίνει από παντού, τραπέζια και υπολογιστές που χωράνε όλοι οι φοιτητές, οι οποίοι δείχνουν να την προτιμούν μάλλον για να βγάζουν φωτοτυπίες και για να εκτυπώνουν σκονάκια παρά για να χρησιμοποιούν το υλικό της. Άλλωστε και τα βιβλία στα ράφια είναι παλιά και ξεπερασμένα. Τα καινούρια στοιβάζονται ακαταλογογράφητα.
Ένας και μοναδικός ο βιβλιοθηκονόμος για όλους τους ρόλους, που να προφτάσει.
Όταν έχτιζαν τα κτίρια (όχι στο μακρινό παρελθόν αλλά πριν μερικά χρόνια) δεν υπολόγισαν θέσεις εργασίας, μόνο τοίχους.
Κυριακή 7 Απριλίου 2013
Τα 60 χρόνια του εκδοτικού οίκου Μέλισσα
Η παράδοση είναι ένα περίεργο πράγμα στην χώρα μας, ίσως και αλλού, γενικά μάλλον είναι ένα θέμα δύσκολο. Άλλοτε την επικρίνουμε και την απορρίπτουμε συνολικά και άκριτα, προκειμένου να ακολουθήσουμε άλλα παραδείγματα, κατά την γνώμη μας πιο επιτυχημένα. Άλλοτε πάλι, γραπωνόμαστε πάνω της με νύχια και με δόντια και δεν παρεκκλίνουμε ούτε χιλιοστό, την υπερασπιζόμαστε με λόγια μεγάλα πλην όμως κενά πια και παρωχημένα. Στα άκρα κινούμενοι, εξαιρώντας την διαδικασία της αναλυτικής, της συνθετικής και εντέλει της κριτικής σκέψης. Της σκέψης που επιτρέπει κρατάμε εκείνα που μας ταιριάζουν και μέσα από τα οποία μπορούμε να εκφραστούμε στον σύγχρονο κόσμο και να αφήνουμε στην άκρη, χωρίς να λησμονούμε ή να περιφρονούμε τα άλλα που δεν μας χωράνε πια, μας στενεύουν σαν ρούχο παλιό, πολυφορεμένο και άβολο. Να γνωρίζουμε ανά πάσα στιγμή την πορεία μας, την διαδρομή που ακολουθήσαμε την συγκεκριμένη στιγμή και συγκυρία, να μπορούμε να την διατρέξουμε και να εξηγήσουμε τους ίδιους τους εαυτούς. Να ξέρουμε το σκεπτικό μας και να είμαστε σε θέση να κάνουμε διορθωτικές κινήσεις, μικρές καθημερινές μα και πιο μεγάλες στρατηγικής βάθους χρόνου.
Γίνονται κουβέντες για επετείους συμπλήρωσης ικανού χρόνου λειτουργίας, αν πρέπει, ενδείκνυται, αξίζει να εορτασθούν και με ποιον τρόπο θα πρέπει να γίνει αυτό. Όλο και πυκνώνουν τα λευκώματα, οι μελέτες, οι παρουσιάσεις θεσμών, οργανισμών, ιδρυμάτων του δημόσιου χώρου και εταιρειών και συλλογικών οργάνων και πρωτοβουλιών του ιδιωτικού. Έχει διανυθεί η απόσταση που το επιτρέπει. Στο πλαίσιο της κίνησης του επετειακού έχουν κινηθεί και εκδοτικοί οίκοι και, τι καλά, υπάρχουν αρκετοί. Ανάμεσά τους και ένας σπουδαίος τόσο για την ποιότητα του περιεχομένου, των πρωτοποριακών εκδοτικών θεματικών επιλογών του (ιστορία, λαϊκή τέχνη, παγκόσμια και ελληνική εικαστική τέχνη, πολιτισμός, αρχιτεκτονική, αρχαιολογία) και για την εικαστικότητά του, για το τυπογραφικό αποτέλεσμα που προκύπτει από την χρήση των τεχνολογικών εξελίξεων της τυπογραφικής.
«60 χρόνια στο χώρο του βιβλίου» πορεύεται ο εκδοτικός οίκος Μέλισσα που το υπογραμμίζει με ένα λεύκωμα σεμνό κρυμμένο στο σχήμα βιβλίου, εξαιτίας της νέας παραμέτρου που βάζουν τα χρόνια του μνημονίου, φαντάζομαι. Προτάσσονται λίγα λόγια του οίκου με ευχαριστίες όπου διαφαίνεται μια συλλογικότητα πνεύματος. Ακολουθεί ένα δουλεμένο κείμενο του ιστορικού Σπύρου Ι. Ασδραχά «Ιχνηλατώντας μια 60χρονη πορεία: εκδοτικός οίκος Μέλισσα (1953-2013)». Λόγια για τον Γιώργο Ραγιά «Για έναν άνθρωπο ζυμωμένο με αγνά υλικά» γραμμένο από τον Άγγελο Δεληβορριά τον Οκτώβριο 2010, «Η φιλία μου και η συνεργασία μου με τον Γιώργο Ραγιά» από τον Στέλιο λυδάκη τον Απρίλιο 2009, «Η Μέλισσα στα πρώτα της βήματα» από τον Χρίστο Γ. Ντούμα, «Ο Γιώργος Ραγιάς: σύντομη αναφορά στον άνθρωπο και την εποχή του» από τον Δημήτρη Παλαιολογόπουλο, «Γιώργος Ραγιάς, ένας άνθρωπος του βιβλίου» από τον Βασίλη Παναγιωτόπουλο, και «Για τα βιβλία αρχιτεκτονικής της Μέλισσας» από τον Δημήτρη Φιλιππίδη τον Μάιο 2009.
«Ζητείτε πάντοτε τις εκλεκτές εκδόσεις ‘Μέλισσα’ από τα βιβλιοπωλεία και τους πλασιέ» παρακινεί η διαφήμιση που ξεκινά την επόμενη ενότητα η οποία παρουσιάζει αναλυτικά τις εκδόσεις. Παρουσίαση ζωντανή σε χρονολογικό περίγραμμα. Μια μεζούρα χρονολογική μεσιάζει τα σαλόνια που ακολουθούν και πάνω της με βέλη οδηγούν στα εξώφυλλα των βιβλίων με επεξηγήσεις, και παρεμβάλλονται συμπληρωματικά μικρά διακοσμητικά, σκίτσα, δείγματα χειρογράφου, φωτοτυπίες από τον Τύπο, χάρτες, φωτογραφίες μέσα από τα βιβλία, διαφημίσεις, φωτογραφίες από την ζωή, τις συναντήσεις, τις βραβεύσεις, την συμμετοχή σε εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, τις παρουσιάσεις και τις μεταστεγάσεις της Μέλισσας, τα γραφεία του βιβλιοπωλείου, το βιβλιοπωλείο και του τυπογραφείου, η φωτιά του 1984, η σπασμένη βιτρίνα τον Δεκέμβριο 2008.
Εκδόσεις βαριές από όλες τις απόψεις. Ο οίκος εισήγαγε και καθιέρωσε την έννοια του λευκώματος ουσιαστικού σε περιεχόμενο υψηλής αισθητικής αξίας. Ανέδειξε ομορφιά και πολιτισμό μέσα και έξω από τα σύνορα μιας και πολλές εκδόσεις μεταφράστηκαν και σε άλλες γλώσσες, εκπαίδευσε το μάτι και τις αισθήσεις. Ακόμα, ξεκίνησε το περιοδικό Τα Ιστορικά τον Σεπτέμβριο 1983.
Με την ευκαιρία των 60 χρόνων εγκαινίασε κύκλο ανοικτών συναντήσεων στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη με θέμα «Η αρχαιολογία σε διάλογο με τις άλλες επιστήμες και τέχνες».
Όλα αυτά ορίζουν παράδοση στο πεδίο του ελληνικού βιβλίου, παραδοχή και αποδοχή. Η παράδοση κουβαλάει μαζί της το βάρος του παρελθόντος και φέρει ευθύνη για το μέλλον.
Τρίτη 2 Απριλίου 2013
Παγκόσμια ημέρα παιδικού βιβλίου
Με την ευκαιρία της σημερινής ημέρας ταξιδεύω πίσω στο χρόνο κάνοντας μια προσπάθεια να θυμηθώ τα βιβλία της παιδικής μου ηλικίας.
Τα πρώτα και τα παλιότερα που μου έρχονται στο μυαλό είναι οι Μύθοι του Αισώπου και κόμικς. Θυμάμαι τους μύθους του Αισώπου ένα βιβλίο με λίγη εικονογράφηση (αδύνατον να θυμηθώ εκδότη, αμυδρά μόνο ένα ροζ χρώμα στο εξώφυλλο) να το κρατάω και να περιμένω να μου το διαβάσουν.
Ξανά και ξανά τις ίδιες ιστορίες και κάθε φορά η ίδια απόλαυση από την αρχή.
Τα κόμικς όμως ήταν μεγάλη αγάπη. Κάθε καλοκαίρι (το καλοκαίρι ήταν η περίοδος της ανάγνωσης) διάβαζα ξανά και ξανά τα ίδια κόμικς που για κάποιο λόγο υπήρχαν στο σπίτι, Λούκυ Λουκ (μεγάλη αγάπη, αργότερα συγκέντρωσα όλα τα τεύχη, συλλογή που ακόμη κρατώ), Τεν Τεν, Ιζνογκούντ,Τιραμόλα, Μίκυ Μάους, Κάσπερ και εκείνη την ασπόμαυρη γάτα που είχε ένα πολυγωνικό κεφάλι (αδύνατον να θυμηθώ όνομα). Αργότερα προστέθηκε η ασπρόμαυρη Μαφάλντα που από αντίδραση που ήταν ασπρόμαυρη με ξυλομπογιές έκανα κάθε εικόνα έγχρωμη.
Το βιβλίο εκείνο που με ώθησε στην ανάγνωση ήταν
Η καλύβα του μπάρμπα-Θωμά,
είναι το βιβλίο που μνημονεύω ως το πρώτο βιβλίο που διάβασα.
Θυμάμαι επίσης τις Μεγάλες Προσδοκίες, ίσως από τις εκδόσεις Αστήρ γιατί κάτι σαν να μου θυμίζει το εξώφυλλο τώρα που το βλέπω, τις Μικρές Κυρίες και τους Άθλιους σε παιδική έκδοση. Αγαπημένη σειρά τα Πέντε Λαγωνικά που με αγωνία έψαχνα να βρω τη λύση στο μυστήριο. Δυστυχώς όλα τα βιβλία αυτά, σε μια προσπάθεια εξοικονόμησης χώρου, τα έδωσα στο παλαιοβιβλιοπωλείο της γειτονιάς (το παλαιοβιβλιοπωλείο που αργότερα πέρασε στα χέρια του Ν. Χρυσού).
Ένα λάθος που ακόμη μου στοιχίζει.
Από την ηλικία των 12 και μετά τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα αφού είχα ξεκινήσει να σημειώνω τους τίτλους που διάβαζα σε έναν κατάλογο που αργότερα τον ονόμασα "Ψυχής Ιατρείον", συνήθεια που δυστυχώς σταμάτησα 10 χρόνια μετά.
Στην ηλικία εκείνη, λοιπόν, ήρθε στα χέρια μου το Ένα παιδί μετράει τ' άστρα σε δερματόδετη μπορντό έκδοση (δεν μπορώ να φατναστώ βιβλιοθήκη που να μην περιλαμβάνει δερματόδοτες εκδόσεις είναι σαν να πηγαίνει κάτι στραβά). Ο Μέλιος και η Αγράμπελη συντρόφευαν τις ώρες μου και σιγά σιγά απέκτησα όλα τα βιβλία του Λουντέμη, βιβλία που φυλάω σαν θησαυρό. Ένα από αυτά ήταν το πρώτο βιβλίο δώρο από αγαπημένο πρόσωπο με χειρόγραφη αφιέρωση. Ακόμη διάβασα Π. Δέλτα, Κ. Σίνου, Ε. Μπροντέ κι ένα ακόμη αγαπημένο βιβλίο την Ελεωνόρα του Σωτήρη Πανταζή σε δερματόδετη έκδοση, το μόνο βιβλίο μέχρι σήμερα που έχω διαβάσει τρεις φορές.
Στα 13 μου ο κατάλογος μεγαλώνει αρκετά και περιλαμβάνει από κοινού παιδικά βιβλία με βιβλία που σε καμία περίπτωση δεν θεωρούνται παιδικά: Ζ. Σαρή, Ε. Αλεξίου, Α. Παπαδιαμάντη, Λ. Ζωγράφου, Β. Ουγκώ, Τζ. Στάιμπεκ, Ο. Φαλλάτσι, Ε. Φρομ (Η τέχνη της αγάπης, έχω σημειώσει ότι το άφησα στη μέση και θυμάμαι καλά ότι δεν είχα καταλάβει τίποτα).
Είχα ήδη γίνει πια ένας συστηματικός αναγνώστης κι ας διάβαζα μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες, προλάβαινα και διάβαζα πάνω από 30 βιβλία.
Οι κατάλογοι των επόμενων ετών δεν περιλαμβάνουν καθόλου πια παιδικά βιβλία.
Οι καλύτερες στιγμές της παιδικής ηλικίας είναι σίγουρα τα παιδικά βιβλία που αναμφισβήτητα μελλοντικά γίνονται σπάνιες και δυσεύρετες εκδόσεις.
Μια επίσκεψη στη συλλογή του ΕΛΙΑ, γεμάτη βιβλία και παιχνίδια, θα θυμίσει σε όλους τα χρόνια εκείνα τα παλιά.
Δευτέρα 1 Απριλίου 2013
Ερημικό τριήμερο για το βιβλίο
Με την προτροπή της Librarian να πάω να δω, να ακούσω και να μεταφέρω, μπήκα στον χώρο του κινηματόγραφου-θεάτρου Τριανόν στο ύψος της Πατησίων 101. Μια αφίσα Α4 κολλημένη στην πόρτα ήταν το μόνο σημάδι ότι η εκδήλωση γινόταν εκεί. Ήθελα να πάω την Πέμπτη πρώτη μέρα του συνεδρίου του Συνδέσμου Εκδοτών Βιβλίου αλλά είχε κλείσει το κέντρο εξαιτίας διαμαρτυριών, χωρίς μέσα κυκλοφορίας. Πάει λοιπόν η Πέμπτη χωρίς εικόνα. Παρασκευή στις 2.00 μμ ήμουν εκεί. Η αίθουσα, πώς να το πω, εντελώς άδεια. Ούτε δέκα άνθρωποι καθισμένοι στις άκρες. Στο φωτισμένο τραπέζι επί σκηνής σε φόντο μαύρο, οι ομιλητές. Προσπάθησα να βγάλω φωτογραφίες αλλά δεν βγήκαν καλά, πολύ σκοτεινές, μαύρες.
Μακρύς, περιγραφικός και μάλλον πομπώδης, με ένα ερώτημα ο τίτλος του συνεδρίου για το βιβλίο «Κανόνες πλοήγησης στο πέλαγος του βιβλίου. Από τον Όμηρο στον Γουτεμβέργιο και από εκεί στο ηλεκτρονικό βιβλίο. Τι κάνουμε τώρα;»
Έχασα λοιπόν την πρώτη μέρα με τις 13 παρουσιάσεις. Οι παρεμβάσεις των θεσμικών, πρώην θεσμικών, προέδρων, αντιπροέδρων, πρώην και επίτιμων προέδρων, επώνυμων, συγγραφέων και εκδοτών γέμιζαν το πρόγραμμα μα όχι και την αίθουσα. Η Παρασκευή προέβλεπε 12 παρεμβάσεις και με απαντοχή άκουσα τις δυο ενότητες, που περιλάμβανε τις «θέσεις των κομμάτων για την σημερινή κατάσταση του βιβλίου». Με κείμενο και από στήθους οι εκπρόσωποι μίλησαν και εκ μέρους των κομμάτων και από προσωπική αντίληψη. Όλοι ήξεραν όλους. Γνωρίζονταν μεταξύ τους και με αβρότητα απεύθυναν τον λόγο ο ένας στον άλλον, μιλούσαν σε ενικό πρόσωπο με το μικρό τους όνομα. Όλοι ήξεραν τα θέματα του βιβλίου, τις πτυχές των μόνιμων εμποδίων και δυσκολιών. Ήξεραν τις αιτίες και τι πρέπει να γίνει για να αντιμετωπιστούν. Οι προτάσεις τους ήταν λύσεις αλλά για κάποιον μυστηριώδη λόγο δεν, τίποτα δεν… Όλοι ξέρουν, εξηγούν και αναλύουν αλλά τίποτα δεν γίνεται, τίποτα δεν αλλάζει, παραμένει, φθίνει και κλείνει. Να, όπως η ιστορική Εστία, έτσι για να στενεύουν οι ορίζοντες, να χάνονται τα γνωστά.
Είναι φανερό ότι δεν αποκόμισα θετικά από το όλον.
Κυριακή 31 Μαρτίου 2013
The Library (1960)
Ο αριθμός των εικόνων που απεικονίζουν βιβλία, αναγνώστες, βιβλιοθήκες κτλ. τείνει προς το άπειρο. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα βιβλία που αναφέρονται σε βιβλία, αναγνώστες, βιβλιοθήκες κτλ. Οι εικόνες μπορεί να είναι πίνακες ζωγραφικής, φωτογραφίες ή ακόμα και χειροποίητες δημιουργίες από τα πολύ παλιά χρόνια έως σήμερα.
Στον πίνακα αυτόν ο Αμερικάνος Jacob Lawrence (1917-2000) παρουσιάζει ένα γεμάτο σιωπηλούς αναγνώστες αναγνωστήριο βιβλιοθήκης. Το αναγνωστήριο μπορεί να ανήκει στην 135th Street Library που είναι και η πρώτη αμερικάνικη βιβλιοθήκη η οποία περιέχει μια σημαντική συλλογή αφρoαμερικανικής λογοτεχνίας. Εκτός από λογοτεχνικά βιβλία, η βιβλιοθήκη περιέχει και βιβλία αφρικανικής τέχνης ένα από τα οποία φαίνεται να μελετά η όρθια φιγούρα στο κέντρο του πίνακα, που μπορεί - ποιος να ξέρει σίγουρα - να αντιπροσωπεύει και τον ίδιο τον ζωγράφο.
Ένα αναγνωστήριο γεμάτο χρώματα, ανθρώπους, βιβλία, όπως ακριβώς θα έπρεπε να είναι όλες οι βιβλιοθήκες του κόσμου.
Τρίτη 26 Μαρτίου 2013
Λόγια για την εθνική εορτή, με βιβλιοθήκες
Και επειδή δεν ταίριαξε η ανάρτηση της Καθαρής Δευτέρας είπα να ταιριάζει, κάπως να είναι στο πλαίσιο, με την εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου 1821 η επόμενη ανάρτηση. Προσφέρουν οι γιορτές την αφορμή να σκεφτούμε, να θυμηθούμε και να δούμε τα πράγματα με νέα οπτική. Να παρακολουθήσουμε την πορεία του περιεχομένου του εορτασμού μέσα στο χρόνο. Ακόμα, να βάλουμε νέες παραμέτρους και διαστάσεις, σκεπτικισμό και αναθεώρηση. Μας δίνουν την ευκαιρία να ανατοποθετηθούμε απέναντι στο παρελθόν σε σχέση με το παρόν. Όλα αυτά και άλλα. Θρησκευτικές και μη γιορτές δεν τις θεσμοθετούμε απλά για να επαναλαμβάνουμε τα ίδια και τα ίδια, να αναμασάμε τα τσιμεντοποιημένα στερεότυπα που προκύπτουν, συμπεριφορές και ιδέες που κάποτε βρίσκονταν σε αρμονία με τις επιταγές άλλων καιρών. Γιατί τότε οι γιορτές, όχι μόνον χάνουν το ενδιαφέρον τους, γίνονται βαρετές επαναλήψεις αλλά ακόμα στέκονται εμπόδιο για εκείνη την νέα αυτογνωστκή συλλογική αντίληψη που μας οδηγεί στο μέλλον.
Ροκανίζω, αργά είναι αλήθεια τα βιβλία του παζαριού της πλατείας Κοτζιά.
Μεταξύ άλλων, προς το ποσό των τριών ευρώ, με τράβηξε μια προσεγμένη ανατύπωση του 1991 από τις εκδόσεις Εκάτη, χωρίς άλλες προσθήκες, σχόλια, πρόλογο, επεξηγηματικές σημειώσεις και τα παρεμφερή των επανεκδόσεων, του βιβλίου του Δ. Βικέλα, με τίτλο Από Νικοπόλεως εις Ολυμπίαν. Επιστολές που απεύθυνε στον Γάλλο φίλο του Πολ Όλλεντορφ κατά την διάρκεια ταξιδιού στην Ελλάδα την Άνοιξη του 1884, και ο ντε Σεν Ιλέρ τον παρακίνησε να δημοσιεύσει και στα ελληνικά. Εξήντα γεμάτα χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση και σύσταση του νέου ελληνικού κράτους, ο Βικέλας κάνει συγκρίσεις, παρατηρεί με ενδιαφέρον τις αλλαγές συμπεριφορών, καταγράφει τα σημάδια ανάπτυξης στους τομείς των μεταφορών, της γεωργίας, του εμπορίου, των τεχνών και επιστημών. Από τον θεματικό πλούτο των αναφορών, όπως όλοι στο σημείο αυτό καταλαβαίνουμε, επικεντρώνομαι σε μνείες για βιβλιοθήκες. Ναι, υπάρχουν και βιβλιοθήκες ή μάλλον καλύτερα ευχή δημιουργίας βιβλιοθηκών.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι γινόταν μια κουβέντα για τις ανασκαφές και τα ευρήματά τους σε όλη την Ελλάδα. Μια μερίδα υποστήριζε ότι τα αρχαιολογικά ευρήματα θα έπρεπε να συγκεντρώνονται στην Αθήνα, κυρίως για λόγους ασφαλείας. Στον αντίποδα, η άλλη μερίδα διατεινόταν πως θα έπρεπε να παραμένουν στους χώρους τους και εκεί επιτόπου να δημιουργούνται μουσεία και παραθέτω «δεν θα είναι ο εις έκαστον Μουσείον σχηματισμός βιβλιοθήκης, περιεχούσης ικανά βοηθήματα διά τας πρώτας των αρχαιολογούντων μελέτας» (σ. 157). Οι βιβλιοθήκες των μουσείων θα αποτελούσαν κίνητρο για τους επιστήμονες ώστε να επιθυμούν να πηγαίνουν και να παραμένουν στους τόπους των ανασκαφών, εφόσον θα μπορούσαν να εργαστούν με σύγχρονες συνθήκες έρευνας. Ιδέα λογική και χρήσιμη και ίσως να είχε αποδώσει αν είχε εφαρμοστεί. Αφορμή για την πρόταση του Βικέλα ήταν η επίσκεψή του στους χώρους της Ολυμπίας. Σπουδαίες και περίφημες είναι οι βιβλιοθήκες των ξένων αρχαιολογικών σχολών στην Αθήνα, της Γαλλικής και της Βρετανικής αλλά και των μεταγενέστερων, με κορυφαία την πλούσια και αυστηρή Γεννάδειο Βιβλιοθήκη που είναι ανοικτή με ευρύτατο ωράριο και στους Έλληνες μελετητές.
Δανείζομαι τα υπερήφανα και συγκινητικά λόγια του Βικέλα για το τέλος της ανάρτησης και μέσα στο πνεύμα της επετείου του ’21 «Το κατ’ εμέ, θα αποθάνω με πίστιν ακλόνητον εις το μέλλον της Ελλάδος. Δεν αρνούμαι ότι ζηλεύω τους μετά πεντήκοντα εκατόν έτη συμπολίτας μου (δηλαδή εμάς!!), αλλ’ όταν σκέπτωμαι πώς οι πατέρες των πατέρων ημών διεβίωσαν, εν τω μέσω της αδημονίας και της πικρίας δουλικών ημερών, παρηγορούμαι ότι ανήκω εις την πρώτην γενεάν των επί της γης ελευθέρας γεννηθέντων Ελλήνων.» (σ. 200).
Ροκανίζω, αργά είναι αλήθεια τα βιβλία του παζαριού της πλατείας Κοτζιά.

Κυριακή 24 Μαρτίου 2013
Για φανατικούς βιβλιόφιλους
Η ιστορία των ex libris ξεκινά παράλληλα με την ιστορία της τυπογραφίας.
Οι έντυπες ετικέτες που τοποθετούνταν συνήθως πίσω από το εξώφυλλο των δερματόδετων εκδόσεων, αποτελούνταν από περίτεχνες εικόνες που σήμερα απασχολούν την ιστορία της τέχνης. Συνήθως απεικόνιζαν ένα αγαπημένο θέμα του αναγνώστη, άλλοτε απεικόνιζαν τον ίδιο τον αναγνώστη κυριολεκτικά ή μεταφορικά. Από την αρχή εξέφραζαν την ανάγκη των κατόχων των βιβλίων να αφήσουν ένα δικό τους σημάδι πάνω στο βιβλίο ή να το προστατέψουν από την κλοπή δίνοντας βαριές κατάρες σε όποιον το έπραττε, στην ουσία συνέδεαν ανεξίτηλα το βιβλίο και τον κάτοχο. Από τα πρώτα χρόνια της τυπογραφίας η μαγική σχέση μεταξύ βιβλίου και αναγνώστη είχε δημιουργηθεί, εδραιωνόταν όσο εξελισσόταν η τυπογραφία.
Οι πρωτότυπες αυτές εικόνες δεν έχουν τέλος, πραγματικό στολίδι, κοσμεί τα παλιά βιβλία και τα κάνει να ξεχωρίζουν, ο αναγνώστης κατάφερε να επιζήσει μέσω των βιβλίων του, μήπως αυτός να ήταν και ο βαθύτερος στόχος του γνωρίζοντας ότι τα βιβλία θα παραμείνουν χρόνια αφότου αυτός θα έχει ξεχαστεί;
Μακάρι να υπήρχε ένα ελληνικό βιβλίο που να ερευνούσε τη μαγική αυτή ιστορία που αποδεικνύει τη σχέση βιβλίων - αναγνωστών.
Σήμερα τα ex libris επιβιώνουν ίσως περισσότερο στο εξωτερικό από ό,τι εδώ.
Η πιο απλή μορφή του είναι σε σφραγίδα, γεγονός που ομολογώ ότι δεν είχα σκεφτεί καθώς πάντα είχα στο μυαλό μου ότι τα ex libris είναι μια έντυπη ετικέτα ή έστω ένα αυτοκόλλητο.
Μαθαίνοντας ότι υπάρχει ένα site που ο καθένας μπορεί να πουλήσει αντικείμενα που δημιουργεί, χειροποίητες δημιουργίες, έργα τέχνης, είδα ότι τα ex libris κάθε άλλο παρά ξεχασμένα είναι καθώς ο κατάλογος με τα ex libris stamp περιλαμβάνει δημιουργίες για τον πιο απαιτητικό αναγνώστη, για τον φανατικό βιβλιόφιλο.
Να μερικές δικές μου επιλογές:
Βέβαια αυτό που χαρακτηρίζει τα ex libris είναι η πρωτοτυπία. Κανείς δεν θέλει να υπάρχουν κι άλλες βιβλιοθήκες που να έχουν την ίδια εικόνα. Οπότε παίρνω ιδέες και σπεύδω στο κοντινότερο μαγαζί με σφραγίδες και ξεκινώ να βάζω στα βιβλία μου το δικό μου σημάδι.
Το http://www.etsy.com/ περιλαμβάνει χιλιάδες δημιουργίες που πραγματικά με έχουν εντυπωσιάσει.
Οι έντυπες ετικέτες που τοποθετούνταν συνήθως πίσω από το εξώφυλλο των δερματόδετων εκδόσεων, αποτελούνταν από περίτεχνες εικόνες που σήμερα απασχολούν την ιστορία της τέχνης. Συνήθως απεικόνιζαν ένα αγαπημένο θέμα του αναγνώστη, άλλοτε απεικόνιζαν τον ίδιο τον αναγνώστη κυριολεκτικά ή μεταφορικά. Από την αρχή εξέφραζαν την ανάγκη των κατόχων των βιβλίων να αφήσουν ένα δικό τους σημάδι πάνω στο βιβλίο ή να το προστατέψουν από την κλοπή δίνοντας βαριές κατάρες σε όποιον το έπραττε, στην ουσία συνέδεαν ανεξίτηλα το βιβλίο και τον κάτοχο. Από τα πρώτα χρόνια της τυπογραφίας η μαγική σχέση μεταξύ βιβλίου και αναγνώστη είχε δημιουργηθεί, εδραιωνόταν όσο εξελισσόταν η τυπογραφία.
Οι πρωτότυπες αυτές εικόνες δεν έχουν τέλος, πραγματικό στολίδι, κοσμεί τα παλιά βιβλία και τα κάνει να ξεχωρίζουν, ο αναγνώστης κατάφερε να επιζήσει μέσω των βιβλίων του, μήπως αυτός να ήταν και ο βαθύτερος στόχος του γνωρίζοντας ότι τα βιβλία θα παραμείνουν χρόνια αφότου αυτός θα έχει ξεχαστεί;
Μακάρι να υπήρχε ένα ελληνικό βιβλίο που να ερευνούσε τη μαγική αυτή ιστορία που αποδεικνύει τη σχέση βιβλίων - αναγνωστών.
Σήμερα τα ex libris επιβιώνουν ίσως περισσότερο στο εξωτερικό από ό,τι εδώ.
Η πιο απλή μορφή του είναι σε σφραγίδα, γεγονός που ομολογώ ότι δεν είχα σκεφτεί καθώς πάντα είχα στο μυαλό μου ότι τα ex libris είναι μια έντυπη ετικέτα ή έστω ένα αυτοκόλλητο.
Μαθαίνοντας ότι υπάρχει ένα site που ο καθένας μπορεί να πουλήσει αντικείμενα που δημιουργεί, χειροποίητες δημιουργίες, έργα τέχνης, είδα ότι τα ex libris κάθε άλλο παρά ξεχασμένα είναι καθώς ο κατάλογος με τα ex libris stamp περιλαμβάνει δημιουργίες για τον πιο απαιτητικό αναγνώστη, για τον φανατικό βιβλιόφιλο.
Να μερικές δικές μου επιλογές:
Βέβαια αυτό που χαρακτηρίζει τα ex libris είναι η πρωτοτυπία. Κανείς δεν θέλει να υπάρχουν κι άλλες βιβλιοθήκες που να έχουν την ίδια εικόνα. Οπότε παίρνω ιδέες και σπεύδω στο κοντινότερο μαγαζί με σφραγίδες και ξεκινώ να βάζω στα βιβλία μου το δικό μου σημάδι.
Το http://www.etsy.com/ περιλαμβάνει χιλιάδες δημιουργίες που πραγματικά με έχουν εντυπωσιάσει.
Δευτέρα 18 Μαρτίου 2013
Η γραφή και τα εργαλεία της ως εφευρέσεις
Κανονικά σήμερα το θέμα το σωστό θα ήταν το χαρτί των χαρταετών για να τηρηθεί το έθιμο της Καθαρής Δευτέρας. Των χαρταετών που πιάνονται στα ρεύματα αέρα και ανεβαίνουν κουνώντας τις πολύχρωμες, χάρτινες και αυτές, ουρές τους, ψηλά στον ουρανό, ανάλογα με την δεξιοτεχνία του χειριστή της καλούμπας. Θέλει την τέχνη του ο χαρταετός, το μεράκι του. Έχει και το στοιχείο της αναμέτρησης με τα στοιχεία της φύσης. Τέλος πάντων αργά το σκέφτηκα, ας μείνει για άλλη φορά.
Σήμερα θα ξεφυλλίσουμε ένα εικονογραφημένο παιδικό βιβλίο γνώσεων, το τρίτο της σειράς «Αναζητώντας τη γνώση» [= «Timelines» στην αγγλική πρωτότυπη εκδοχή του] που έχει τον τίτλο Εφευρέσεις: εφευρέτες και έξυπνες ιδέες (συγγραφέας Πίτερ Τάρβεϋ, σχεδίαση Ντέιβιντ Σαλαρίγι, μετάφραση Βασ. Παπαγιαννοπούλου, εκδόσεις Γ. Αξιωτέλλης και ΣΙΑ ΕΠΕ). Μέσα στην περιδιάβαση των έξυπνων ιδεών, της ανθρώπινης εφευρετικότητας, των πρακτικών και των εφαρμογών, των ποικίλων ικανοτήτων που διαθέτει άνθρωπος προκειμένου να ικανοποιήσει τις ανάγκες του, ανιχνεύονται και εκείνες που συνδέονται με την γραφή. Χωρίς τα μέσα, τα εργαλεία αποτύπωσης του λόγου –της σκέψης και της ομιλίας– δεν είναι δυνατή διάσωση και διάδοσή του.
Ήδη από την αρχή, μεταξύ των αρχαιότερων εφευρέσεων της φωτιάς, του αργαλειού, της εξημέρωσης ζώων, της συγκρότησης δομημένων πόλεων, συγκαταλέγεται και η γραφή. Εικονογραφεί τα εργαλεία, παρουσιάζει ένα δείγμα και λέει: «Η γραφή ανακαλύφθηκε στη Σουμερία γύρω στο 3.500 π.Χ. με τη χρήση βελόνας για τη χάραξη μαλακού πηλού» (σ. 7). Στην κλασική εποχή τίποτα, στον μεσαίωνα υπαινικτικά γυαλιά, εικόνες εφευρετών σε χειρόγραφα. Όμως στην Αναγέννηση κυριαρχεί ο Γκούτενμπεργκ, ο στοιχειοθέτης, το κινητά στοιχεία, το πιεστήριο, απλωμένα τα τυπωμένα να στεγνώσουν και λόγια για την προηγούμενη τυπωτική τέχνη των Κινέζων, ολόκληρες σελίδες σκαλισμένες σε ξύλο. Η πληροφορία ότι μεταξύ των ετών 1450 ια 1500 τυπώθηκαν σχεδόν 14.000 βιβλία, εντυπωσιακός αριθμός πραγματικά! Και μια ακόμα εικόνα. Ένα μολύβι από γραφίτη που ήταν σε χρήση από το 1565. Αποτελείτο από ράβδο γραφίτη μέσα σε θήκη, ο πρωτοπρόγονος των μηχανικών. Ο 17ος αιώνας με το τηλεσκόπιο, το μικροσκόπιο, την αριθμομηχανή, τα ρολόγια, το βαρόμετρο αλλάζει το βάθος της ματιάς και εμπλουτίζει τις γωνίες οπτικής. Ακολουθεί η εποχή των μηχανών, βαριών αλλά και φορητών. Οι επικοινωνίες αναπτύσσονται. Ο ηλεκτρισμός αλλάζει την παραγωγή και την καθημερινότητα, η νύκτα φωτίζεται και διευκολύνει την ανάγνωση. Το 1874 κυκλοφορεί η γραφομηχανή στο εμπόριο. Οι σελίδες μιλάνε για τις ανακαλύψεις στον τομέα τη ιατρικής, τη δύναμη του χάλυβα και του αλουμινίου, τις μηχανές εσωτερικής καύσης, μικρές φαινομενικά εφευρέσεις όπως τις ξυριστικές μηχανές, πομπούς και δέκτες ραδιοφώνου, πολεμικές μηχανές, σταθμούς τηλεόρασης. Τα μολύβια διαρκείας, με εσωτερικό μηχανισμό ελατηρίου, που εφευρέθηκαν το 1938 και μέσα σε δύο χρόνια το 1840 κυκλοφόρησαν στην αγορά.
Σημαντική αναφορά γίνεται στον ηλεκτρονικό αριθμητικό ολοκληρωτή και υπολογιστή, βάρους 30 τόνων που κατασκευάστηκε το1946. Ο προσωπικός υπολογιστής (P/C) εμφανίστηκε στην αγορά το 1977 από την εταιρεία του μήλου, την Apple. Βλέπουμε και τους ιδρυτές της, Steven Jobs και Stephen Wozniak (γεννημένους την δεκαετία του 1950) που έκαναν μαζική παραγωγή προσωπικών υπολογιστών. Φωτοαντιγραφικά μηχανήματα, ομοιτυπικά-φαξ και μετά το 1980 οι προσωπικοί υπολογιστές αντικαθιστούν τις γραφομηχανές (στο μεταξύ θυμάμαι και τις ηλεκτρικές γραφομηχανές με προτερήματα την ταχύτητα και την δυνατότητα διορθώσεων, αθόρυβες αν και βαριές). Οι υπολογιστές κάνουν παράλληλα και ένα σωρό άλλα πράγματα, έχουν προγράμματα, δυνατότητες, παιχνίδια, δίνουν εντολές σε άλλες μηχανές, συνδέονται με δίκτυα.
Κλείνει με ένα κεφάλαιο που αναφέρεται στο άδηλο μέλλον, προς ποια πλευρά θα εξελιχθούν οι εφευρέσεις, ποια κατεύθυνση θα πάρουν είναι θέμα επιλογής, οραματισμού. Στο βιβλίο των εφευρέσεων που διατρέχει την μακρά πορεία από τον αρχαίο κόσμο και φτάνει έως τις ημέρες μας, τα εργαλεία της γραφής είναι με το παραπάνω παρόντα, μαζί με εφευρέσεις που αφορούν την υγεία, την ανάπτυξη, την καθημερινότητα. Η τεχνολογία αφορά και την παραγωγή και διάχυση πνεύματος γιατί και το πνεύμα έχει χρεία υλικού οχήματος.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)