Κυριακή 14 Ιουνίου 2009

Διαβάζοντας κάτω από τα αστέρια


Μια πληροφορία από ένα απόκομμα εφημερίδας που κράτησα προκειμένω να αναρτήσω την είδηση. Πληροφορία που ο τίτλος της και μόνο αρκούσε για να μου κεντρίσει το ενδιαφέρον. Έξυπνη και πρωτότυπη ιδέα (όσο πρωτότυπο μπορεί να είναι κάτι που γίνονταν ανέκαθεν π.χ. λογοτεχνικά σαλόνια, φιλολογικές συζητήσεις) του συγγραφέα Κώστα Ακρίβου, την οποία υλοποίησε ο Νώντας Παπαγεωργίου των εκδόσεων Μεταίχμιο.

Πρόκειται για μια λογοτεχνική βραδιά στο κτήμα του συγγραφέα και τραγουδοποιού Θωμά Κοροβίνη στα Πλατανίδια Πηλίου, 12 χλμ. από τον Βόλο και 300 μέτρα από τη θάλασσα, που θα πραγματοποιηθεί το βράδυ της 11ης Ιουλίου.

Πραγματικά «διαβάζοντας κάτω από τα αστέρια» γιατί εκείνη η βραδιά θα είναι αφιερωμένη σε αγαπημένα βιβλία των συγγραφέων και των αναγνωστών. Ο καθένας, εφοδιασμένος με το βιβλίο που περισσότερο αγαπά, θα έχει την ευκαιρία να διαβάσει ένα απόσπασμα από ένα διήγημα, μυθιστόρημα ή ένα ποίημα διάρκειας μερικών λεπτών. Τον γενικό συντονισμό και την παρουσίαση της βραδιάς θα κάνει ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Δημήτρης Δακτυλάς. Οι συγγραφείς που θα βρίσκονται εκεί θα είναι οι Λένα Διβάνη, Γιάννης Παπαδόπουλος, Πέτρος Τατσόπουλος, Ηλίας Κεφάλας, Θοδωρής Γκόνης, Αλέξης Σταμάτης, Μαρλένα Πολιτοπούλου, Θωμάς Ψύρρας, Μάνος Κοντολέων, Μιχάλης Μοδινός, Γιάννης Αντάμης.

Διοργανωτές της συνάντησης είναι οι εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ και το βιβλιοπωλείο ΧΑΡΤΑ.

Ο καθένας μπορεί να πάρει μέρος σε αυτήν την λογοτεχνική βραδιά δηλώνοντας συμμετοχή και το βιβλίο που θέλει να διαβάσει (η ιστοσελίδα του Μεταιχμίου μας πληροφορεί ότι όσο νωρίτερα τόσο το καλύτερο, γιατί μάλλον δεν θα χωρέσουν όλοι…) είτε στέλνοντας e-mail (metaixmio@metaixmio.gr) είτε τηλεφωνώντας στα τηλ. 211 3003580, εσωτ. 580, 24210 33250.

Εύκολη και όμορφη βόλτα για όσους μένουν στα γύρω μέρη, δυσκολότερη αλλά όχι και ακατόρθωτη για όσους μένουν πιο μακριά.

Αν και για εμένα μοιάζει ακατόρθωτο, μπήκα στον πειρασμό να σκεφτώ πιο βιβλίο θα επέλεγα αν πήγαινα…

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Και πάλι για την Woolf

Οι Βολτίτσες το έχουν δηλώσει πόσο τους αρέσει η συγγραφέας, δοκιμιογράφος, κριτικός και σκεπτόμενος άνθρωπος Virginia Woolf (1882-1941) με τις αναρτήσεις, τα σχόλια, τα λόγια μας. Οι Βολτίτσες εκτιμάνε πολύ τις προσεγμένες εκδόσεις, τις μεταφράσεις που έχουν μεράκι και σεβασμό για αυτά που καταπιάνονται, με αυτά που ταξιδεύουν από την μια γλώσσα στην άλλη, που μεταναστεύουν από το ένα ανθρώπινο περιβάλλον στο άλλο.
Ο λόγος για την απόδοση του «On Not Knowing Greek» από τον Βάιο Λιαπή και τις εκδόσεις Στιγμή, δέκα χρόνια πίσω. Πρόκειται για το βιβλίο Βιρτζίνια Γουλφ, Για την άγνοια των αρχαίων ελληνικών, Αθήνα 1998, 53 σ.
Η εισαγωγή του μεταφραστή κατατοπιστική, τεκμηριωμένη, ειλικρινής. Η συγγένειά του, πνευματική εννοείται, με την συγγραφέα, ορατή. Το δοκίμιο τοποθετείται χρονικά και εκδοτικά, και η ουσία του δίνεται σφιχτά χωρίς να κλέβει το ενδιαφέρον για το κείμενο που ακολουθεί. Οι υποσημειώσεις απαντάνε σε ερωτήματα σχετικά με τα αρχαία και αγγλικά πράγματα προτού τεθούν.
Η Woolf μας λέει πώς δεν είναι δυνατόν να μεταφράσουμε, να γνωρίσουμε τους αρχαίους. Μιλάει για ένα «τρομερό ρήγμα στην παράδοση» που μας εμποδίζει να το πετύχουμε. Μιλάει για το κλίμα της καταχνιάς που κλείνει τους ανθρώπους σε καταφύγια και ακόμα πιο βαθιά στα όστρακά τους, αντίθετα με τον «υπαίθριο τρόπο» ζωής και γραφής. Για την αμεσότητα του θεατρικού λόγου, τις γυμνές, σκέτες λέξεις, χαράς ή οδύνης. Για την ενατένιση της αλήθειας που δεν είναι μόνο διανοητική διεργασία, καλύτερα να παραθέσω: «Είναι μια διαδικασία εξαντλητική· οι επώδυνες συσπάσεις γύρω από το ακριβές νόημα των λέξεων… πώς η γνώμη συρρικνώνεται και μεταβάλλεται, καθώς στερεοποιείται και πυκνώνει για να γίνει αλήθεια.» (σ. 38). «Η Αλήθεια, ως φαίνεται ποικίλλει· την Αλήθεια πρέπει να κάνουμε σκοπό μας, μ’ όλες τις αισθητηριακές και πνευματικές δυνάμεις μας» (σ. 41), χωρίς να αποκλειστούμε από τις χαρές της ζωής, δεν οφελεί, «Δεν πρέπει να στραφούμε στον μοναστικό, πειθαρχημένο τύπο ατόμου, αλλά στη φύση την ηλιοψημένη, στον άνθρωπο που ασκεί την τέχνη του ζην έτσι που να αποκομίζει το μεγαλύτερο δυνατό όφελος.» (σ. 41).
Εμπόδιο κατανόησης, πεδίο παρανόησης η γλώσσα που μας έχει δεμένους. Μετά οι λέξεις έχουν φορτιστεί, γεράσει, πεθάνει και ξαναγεννηθεί με άλλο περιεχόμενο, ίσως συγγενικό και παραπλήσιο, όχι όμως εκείνο. Οι αισθήσεις είναι άλλες, το χιούμορ χάνεται από γλώσσα σε γλώσσα.
Οι αρχαίοι Έλληνες έχουν επίγνωση του τραγικού «Πίσω-πίσω της η ζωή έχει μια θλίψη που δεν επιχειρούν να την μετριάσουν» (σ. 52), λέει η Woolf.

Έκδοση πολυτονική, όλο και πιο σπάνιο στις μέρες μας, παρόλο που δεν χρειαζόμαστε πια τα σημαδάκια που έδιναν τον τονισμό και την προφορά παλιάαα, είναι πινελιές που στολίζουν και ντύνουν το κείμενο με την ιστορία του αλφαβήτου μας. Διαβάζουμε χωρίς να τα βλέπουμε, καν.
Τα τυπογραφικά φύλλα άκοπα να περιμένουν το προσεχτικό, ελεγχόμενο ανυπόμονο χέρι με τον σελιδοκόφτη να ανοίξουν τις αξάκριστες σελίδες, πρώτο δείγμα ότι το βιβλίο πατήθηκε, κατακτήθηκε. Για να ακολουθήσουν τα άλλα ίχνη ανάγνωσης, μικρά τσακίσματα, καμιά δαχτυλιά ίσως, υπογραμμίσεις, μολυβένιες λεξούλες στα γενναιόδωρα χορταστικά περιθώρια, αποκόμματα διπλοχωνιασμένα…
Ο τίτλος με κόκκινα στοιχεία, το ίδιο και το σήμα και τα πρωτογράμματα από την παράδοση των τυπογραφείων της Βενετιάς, να δίνει χρώμα και να συνεχίζει μια εκδοτική αφήγηση διακριτικά.
Σκέφτομαι και δανείζομαι από ένα παράλληλο διάβασμά μου, του Αιγύπτιου στοχαστικού μυθιστοριογράφου Γκαμάλ Γκιτανί ότι όλα ξεκινούν από το τίποτα, προετοιμασμένα από ένα τίποτα και ότι κάθε ξεκίνημα είναι σπουδαίο από μόνο του και ότι δεν επαναλαμβάνεται ακριβώς το ίδιο ποτέ (και ας το νομίζουμε). Και εμείς έχουμε μαζέψει πολλά τίποτα από το ανθρώπινο πέρασμά μας, οι αφετηρίες μας είναι πολλές και ατομικές. Άντε τώρα να ξέρουμε τι μας γίνεται, θέλει αναζήτηση και αφοσίωση η γνώση και τα εφαλτήριά μας καθόλου δεδομένα.

Σάββατο 6 Ιουνίου 2009

Βιβλία και free press

Κανονικά δεν θα έπρεπε να καταπιαστώ με αυτό το πιο ειδικό θέμα πριν εξαντλήσω, έστω αναφερθώ κάπως, στην παρουσίαση βιβλίων μέσα από τις σελίδες του Τύπου. Θέμα με ξεχωριστό ενδιαφέρον και πολύ ιστορία στην πλάτη του, όμως αισθάνομαι ότι δεν θα πρέπει να προηγηθεί από την παρουσίαση του βιβλιόκοσμου στα free press αθηναϊκά έντυπα, τις δωρεάν περιοδικές εκδόσεις. Αυτό τώρα, δεν συμβαίνει τυχαία. Οφείλεται σε μια απελευθέρωση της τάξης των σκέψεων, των καθιερωμένων ‘πρέπει’ και ιεραρχήσεων που ήρθε (και συνεχίζει να έρχεται) μέσα από διάφορες διαδρομές αλλά στην προκειμένη περίπτωση ήρθε και μέσα από το βιβλίο του Πενάκ για το πώς διαβάζουμε και τι φέρνει η χαρά της ανάγνωσης σε όσους κατάφερναν να εισχωρήσουν από τις χαραμάδες της και να τις πλατύνουν σε θεόρατες πλάσεις.

Lifo, Athens voice, FAQ, Ελευθεροτυπία Εβδομάδα, Metropolis weekend, book fair είναι μερικοί από τους τίτλους των free press εντύπων. Σε διαφορετικό σχήμα από τις γνωστές μας εφημερίδες, βαριές σε όγκο με τις εκατό σελίδες τους (συνήθως), πολύστηλες, γεμάτες χρώματα και παιχνιδιάρικα αντισυμβατικά τυπογραφικά στησίματα. Τα εξώφυλλα εικαστικά, χαρούμενα, ανεβαστικά. Κυκλοφορούν τις Πέμπτες, μιαν ανάσα πριν από το Σαββατοκύριακο που κρατάει τις απαντοχές της εβδομάδας που κύλησε. Ούτε περιοδικά ακριβώς ούτε εφημερίδες. Εβδομαδιαία μεν αλλά με την όψη ιδιότυπων εφημερίδων. Τις βάζουν στις όρθιες θήκες να τις παίρνουν οι περαστικοί μόνοι τους, έξω από τους σταθμούς του μετρό, του ηλεκτρικού, των μεγάλων βιβλιοπωλείων, κεντρικών περίπτερων. Στην πραγματικότητα φτάνουν την νύχτα της Τετάρτης δεμένες σφιχτά με τις πλαστικές ταινίες και μέσα στις επόμενες ώρες έχουν εξαντληθεί, φορές πριν την επόμενη ημέρα.

Τα free press έντυπα συνδυάζουν την οπτική και αναγνωστική ενημέρωση, με ένα τρόπο που επιδιώκει να εκβάλει την σοβαροφάνεια και την ανάλυση των πραγμάτων έως τελικής εξόντωσης και συνεχούς αναμασήματος. Εκτός από άρθρα για την πόλη και την καθημερινότητα, αναφορές σε πρόσωπα της δημόσιας σφαίρας, στα λόγια και τις πράξεις τους, το μεγαλύτερο μέρος τους είναι αφιερωμένο στην διαχείριση του ελεύθερου χρόνου μας (τέχνη, μουσική, θέατρο και σινεμά, γεύσεις, και εκδηλώσεις κάθε είδους).
Αναμενόμενο να περιλαμβάνουν και βιβλία, τα θέματα και τους ανθρώπους τους. Ανήκουν στον χώρο της ατομικής καλλιέργειας και ευχαρίστησης και συγχρόνως, αποτελούν μια μεγάλη φέτα της πνευματικής παραγωγής και γίγνεσθαι σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Περίπου στη μέση του έντυπου μπαίνει το βιβλίο.
Ολοσέλιδα διαφημιστικά εκδοτικών οίκων αλλά και σε μικρότερο επιμέρους χώρο διαφημιστικά για τις νέες κυκλοφορίες, για τους τίτλους ενός συγγραφέα. Ανακοινώσεις και ημερολόγια για παρουσιάσεις βιβλίων και εκδηλώσεις οργανωμένες από βιβλιοπωλεία και εκδοτικούς οίκους σε μια ποικιλία συνεργασιών. Διαφημίσεις για τις εκθέσεις βιβλίου, διεθνείς και ντόπιες, των εκδοτών, παιδικού και εφηβικού βιβλίου, ξεπουλήματα. Παρουσιάσεις και συστάσεις, «Διαβάσαμε και σας προτείνουμε»για βιβλία, συνοδευμένες από την εικόνα του εξωφύλλου. Θεματικές παρουσιάσεις και επιλογές για βιβλία πάνω σε ένα θέμα (π.χ. το σκάκι, την οικολογία). Τα ευπώλητα, η ελληνική απόδοση του best seller που έχει περάσει. Συνεντεύξεις Ελλήνων και ξένων συγγραφέων για τους ίδιους και τον τρόπο της δουλειάς τους. Συνεντεύξεις ξένων συγγραφέων που επισκέπτονται την Ελλάδα, συνεντεύξεις νικητών του Νόμπελ. Βιβλία που διάβασαν πρόσφατα διάσημοι άλλων περιοχών, τραγουδιστές, σχεδιαστές, δημοσιογράφοι, αθλητές, γενικά μα και οι ίδιοι οι συγγραφείς και τι τους έκανε εντύπωση, τους άρεσε ή απάρεσε. Τι διαβάζουν οι ιντερνετικοί τύποι. Σύντομες αναλύσεις για το προφίλ των σημερινών αναγνωστών. Τα βιβλία σε διάδραση με τις άλλες τέχνες, το σινεμά και το θέατρο μα και τις άλλες. Αφιερώματα σε βιβλία ενόψει καλοκαιρινών ή άλλων διακοπών και περιόδου ανταλλαγής δώρων.
Για την πρόσβαση βιβλίων από οργανωμένους χώρους διάθεσης βιβλίων, από τις βιβλιοθήκες, λίγα και σπάνια. Για την κατάσταση των βιβλιοθηκών (σχολικών, ακαδημαϊκών, δημοτικών, δημόσιων, την Εθνική, κλπ) δεν έτυχε να δω. Ίσως γιατί δεν έχει να κάνει με την οικονομία της αγοράς. Για την πολιτική της ανάγνωσης, πώς σχεδιάζεται, πώς καλλιεργείται, λίγα. Για μικρούς, ιδιαίτερους εκδοτικούς οίκους, μάλλον τίποτα. Πολλά, λοιπόν, για τα βιβλία στα free press έντυπα, καλό αυτό, λίγα έως τίποτα για βαθύτερα ζητήματα ανάγνωσης και βιβλιοουσίας, κακό αυτό. Το βιβλίο είναι και βέβαια αντικείμενο οικονομικού ενδιαφέροντος αλλά το αδικούμε αν του φερόμαστε σαν να είναι αποκλειστικά και μόνο αυτό. Αδικούμε και τους εαυτούς μας αν το πιστεύουμε.
Σόρυ που και πάλι δεν έχει εικόνες.

Πέμπτη 28 Μαΐου 2009

Η ανάρτηση αυτή έρχεται με όλες τις μπάντες από διάφορες πλευρές. Από πού να ξεκινήσω τώρα, από το βιβλίο, από την κάρτα πίνακα που εικονίζει μελέτη και γραφή, από την γυναικεία λυσσαλέα πίεση για ισότητα (που παραμένει ένα ζητούμενο), έχει απ’ όλα, είναι ένα μείγμα.
Στην συλλογή των καρτών πινάκων συγκαταλέγεται και ένας πίνακας του Louis David (1748-1825) με τίτλο «Πορτρέτο του Antoine Laurent Lavoisier και της γυναίκας του», ζωγραφισμένος το 1788, που βρίσκεται στο Metropolitan Museum of Art της Νέας Υόρκης και εκτέθηκε στο Λούβρο, σε έκθεση αφιερωμένη στον ζωγράφο David το 1989-1990. Πρόκειται για έναν μεγάλων διαστάσεων πίνακα (2,86 Χ 2,24 εκ.), ζωγραφισμένο κάθετα. Τον είχα παρατηρήσει χωρίς να έχω κάνει συνδυασμούς και συνδέσεις, χωρίς την ιστορική πληροφόρηση. Έβλεπα όσα έδειχνε. Καθισμένος σε τραπέζι στρωμένο με κόκκινο τραπεζομάντιλο και διάφορα εντυπωσιακά γυάλινα όργανα ένας νέος μαυροντυμένος άνδρας κρατάει φτερό, γράφει, και ακουμπάει με τον αγκώνα του στα χαρτιά του. Το όνομά του το ξέρουμε από τον τίτλο του πίνακα. Είναι ο χημικός Lavoisier (1743-1794), πατέρας της μοντέρνας Χημείας (γράφει το λεξικό Larousse). Τον ξέρουμε και από το σχολικό μάθημα της Χημείας για τους νόμους του για το οξυγόνο και το νερό. Ο Lavoisier έχει ελαφρά γυρισμένο το κεφάλι του και κοιτάει με ένταση, σεβασμό και συναίσθημα την όρθια νέα στα κατάλευκα γυναίκα, την γυναίκα του. Εκείνη κοιτάζει κατάματα εμάς με βλέμμα στοχαστικό, στο σύνορο της λύπης. Ο τίτλος του έργου δεν μας λέει το όνομά της. Είναι η γυναίκα του. Αυτό θα πρέπει να μας είναι αρκετό.
Ολόκληρη την ιστορία τους βρήκα στο βιβλίο της Πατρίτσια Φάρα, Ιδιοφυείς ανώνυμες γυναίκες που άλλαξαν την επιστήμη (εκδόσεις Μελάνι, Μάρτιος 2009, 212 σ.). Η μια ανώνυμη μετά την άλλη, οι τρόποι συμβολής τους ποικίλοι, ο αγώνας να πείσουν ότι το μυαλό τους είναι ικανό για θετική σκέψη, το πείσμα τους, η γενναιότητά τους, οι ανατροπές που έφεραν σε αντίξοα περιβάλλοντα.
Το όνομά της ήταν Μαρί Πάουλτσε (1758-1836) και στα δεκατρία της είχε την αποφασιστικότητα να απορρίψει την πρόταση γάμου ενός επίδοξου πενηντάρη γαμπρού. Συμφώνησε να παντρευτεί τον Lavoisier, δικηγόρο, επιχειρηματία με εμμονή στην χημεία και την γεωλογία, και χρησιμοποιούσε διπλό επώνυμο, Πάουλτσε Λαβουαζιέ, προσέθεσε το επώνυμο του συζύγου της στο πατρικό της. Έμαθε χημεία, αγγλικά και λατινικά, εργάστηκε και ταξίδεψε με τον άντρα της πάνω από είκοσι χρόνια. Παρακολουθούσε τα πειράματα, κατέγραφε τα αποτελέσματα και κρατούσε αρχείο. Η ίδια αγαπούσε την ζωγραφική και πήρε μαθήματα από τον David που φιλοτέχνησε τον πίνακα. Ξαναγυρνάω στον πίνακα και στην σκιά ακριβώς από πίσω της παρατηρώ με άλλο μάτι τον κλειστό χαρτοφύλακα που περιέχει τις ζωγραφιές της. Ζωγράφιζε και διαγράμματα για το βιβλίο χημείας και σχεδίαζε με τέτοια ακρίβεια τα νέα όργανα, βρήκε λύσεις και δημιούργησε πρότυπα, ώστε να είναι δυνατόν να αντιγραφούν από άλλους.
Ο Lavoisier και ο πατέρας της οδηγήθηκαν στην γκιλοτίνα και η ίδια έμεινε δυο μήνες φυλακή. Στην συνέχεια έβαλε ως στόχο να αποκαταστήσει το όνομα του Lavoisier και φρόντισε να δημοσιευτούν οι μελέτες που είχε γράψει στην φυλακή πριν εκτελεστεί. Το σπίτι της ήταν ανοικτό για τους επιστήμονες, συγγραφείς και καλλιτέχνες όπου μπορούσαν να συζητούν και να εκφράζονται ελεύθερα.
Πολλές και ενδιαφέρουσες οι ιστορίες των γυναικών που άλλαξαν την επιστήμη και περιλαμβάνονται στο βιβλίο, όμως με ένα αυθαίρετο δρασκέλισμα θα περάσω σε μιαν άλλη γυναίκα της ίδιας εποχής, Γαλλίδα και αυτή, την Ολύμπ ντε Γκουζ συγγραφέα της «Διακήρυξης των δικαιωμάτων της γυναίκας». Με την καυστική της πένα κατέκρινε την πορεία της Γαλλικής Επανάστασης, την τυραννία και ανελευθερία που υπερίσχυσε. Οι λέξεις της στάθηκαν πάνω από το αίμα. Η ιστορία της σταθμός για την θεμελίωση του γυναικείου πολιτικού λόγου. Συνελήφθη, φυλακίστηκε, δικάστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο. Ανέβηκε τα σκαλιά της λαιμητόμου λίγο νωρίτερα από τον Lavoisier, στις 3 Νοεμβρίου 1793.(Maria Rosa Cutrufelli, Η γυναίκα που έζησε για ένα όνειρο, μετάφραση Ρούλα Ζαρωμένου, Εμπειρία Εκδοτική, Αθήνα 2007, 381 σ.).

Ιστορίες ριγμένες εδώ που άνοιξαν δρόμους μέσα από την σκέψη, την επιστήμη, την πίστη που δεν τους τελείωσε….

Κυριακή 24 Μαΐου 2009

Όταν οι συγγραφείς γράφουν τις σκέψεις τους

-->
Ακόμα και αν έπαιρνα την απόφαση να σταματήσω να διαβάζω βιβλία που έχουν ως θέμα τους τη συγγραφή, την ανάγνωση, το βιβλίο, θα μου ήταν πολύ δύσκολο να βρω βιβλία που να μην αναφέρονται καθόλου σε αυτά τα θέματα. Είναι γιατί όλοι οι συγγραφείς είναι προπάντων αναγνώστες, είναι γιατί αγαπούν τη συγγραφή και τις λέξεις.
Επιλέγω τυφλά από τα ράφια της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Κέρκυρας έναν τίτλο από τα βιβλία του Μπουκόβσκι. Ένας αγαπητός συγγραφέας, κυρίως στο αντρικό αναγνωστικό κοινό, που δεν είχε τύχει ποτέ να διαβάσω κάτι δικό του. Από τον τίτλο: «Ο καπετάνιος έχει κόψει αλυσίδα και το πλοίο είναι στα χέρια των ναυτών» δεν καταλαβαίνω καθόλου τι επρόκειτο να διαβάσω. Η εξαιρετική εισαγωγή του μεταφραστή Γιάννη Λειβαδά με βάζει κατευθείαν στο θέμα΄ πρόκειται για ημερολογιακές σημειώσεις του συγγραφέα που γράφονται από το 1991 έως το 1993, μετά την παρότρυνση του εκδότη του Τζων Μάρτιν.
Σε ηλικία 71 χρονών, ο καταξιωμένος συγγραφέας καταγράφει τις σκέψεις του με αρκετό χιούμορ αλλά και ειλικρίνεια απέναντι στους φόβους του, χωρίς να διστάζει να παραδεχτεί τα πάθη του: τον ιππόδρομο, το αλκοόλ, τη συγγραφή. Σε όλες του τις καταγεγραμμένες σκέψεις δε διστάζει να εκμυστηρευτεί το βαθύτερό του φόβο, τον θάνατο, νιώθοντας ότι δεν του απομένουν πολλά ακόμη χρόνια ζωής, πολλές ακόμη σελίδες να γράψει. Προσπαθεί να γελάσει μαζί του, να τον αποδεκτή, άραγε να τα καταφέρνει; «Όσο πιο γέρος είναι ένας συγγραφέας τόσο πιο καλά πρέπει να γράφει, έχει δει πολλά, έχει αντέξει πολλά, έχει χάσει πολλά, βρίσκεται πιο κοντά στο θάνατο. Ο τελευταίος είναι το σπουδαιότερο προσόν.». Και πράγματι η ηλικία και η εμπειρία του δίνει τη δυνατότητα να χειρίζεται δεξιοτεχνικά τις λέξεις, των κάνουν πιο σοφό. Με γραφή άμεση, σχεδόν όπως στον προφορικό λόγο, ο Μπουκόβσκι αποφεύγει τη χρήση βαρύγδουπων λέξεων και λογοτεχνικών περιγραφών, με λέξεις απλές μα θερμές αφηγείται τις μέρες του, τις σκέψεις του. Τις σκέψεις του ως συγγραφέα, τις ώρες που περνά μπροστά από τον υπολογιστή, γραφομηχανή παλιότερα, για να μπορέσει να γράψει, τα βιβλία και οι λέξεις των συγγραφέων που τον έχουν σημαδέψει, για τους συγγραφείς και τους ποιητές της εποχής του, για τους αναγνώστες του. Διατρέχοντας τις σκέψεις του, τις σελίδες του, συναντώ παντού εκφράσεις που φανερώνουν πόσο αγαπά τη δουλειά του, τη συγγραφή: «Ορισμένοι άνθρωποι έχουν γράψει ότι η δική τους γραφή τους βοήθησε να συνεχίσουν. Έχει βοηθήσει και εμένα τον ίδιο.»,
«Και κάθε φορά που καταφέρνω να γράψω ένα καλό ποίημα, αυτό είναι ένα άλλο στήριγμα που με βοηθά να συνεχίσω.».
Η συγγραφή είναι η αγαπημένη του ασχολία όλα τα άλλα βοηθητικά για να του βγουν οι λέξεις ευκολότερα: «Γίνεσαι συγγραφέας κάνοντας αυτό που λέει το ένστικτό σου το οποίο συντηρεί εσένα και τις λέξεις, που σε προφυλάσσει από το θάνατο μέσα στη ζωή. Αυτό είναι διαφορετικό στον καθένα. Και μπορεί στον καθένα να αλλάξει. Για εμένα αυτό κάποτε σήμαινε να πίνω ασταμάτητα, να πίνω σε βαθμό που να τρελαίνομαι. Αυτό ακόνισε τις λέξεις μου, τις φανέρωσε. Και χρειαζόμουν τον κίνδυνο. Χρειαζόταν να βάζω τον εαυτό μου σε επικίνδυνες καταστάσεις. Με άντρες. Με γυναίκες. Με αυτοκίνητα. Με τζόγο. Με πείνα. Με τα πάντα. Συντηρούσα τη γραφή.».
Και κλείνω κάπου εδώ γιατί θα χρειαστεί να επαναλάβω όλο το βιβλίο αν θέλω να αναφέρω τα σημεία που απόλαυσα περισσότερο.
Ένα βιβλίο ακόμη για τη συγγραφή, που το περιεχόμενό του το μαρτυρούν μόνο οι σελίδες του.

Μαζί με το βιβλίο τοποθετούνται στο ράφι και οι αναμνήσεις, οι κουβέντες που έγιναν με αφορμή αυτές τις σελίδες.


Πέμπτη 21 Μαΐου 2009

Οι βιβλιοκατάλογοι ως βιβλία

Ακολουθεί μια ακόμα ανάρτηση χωρίς εικονογράφηση. Και αυτό όχι γιατί δεν υπάρχει σχετική αλλά γιατί δεν είναι δυνατόν να επιλέξω κάτι, γιατί το αντιπροσωπευτικό έχει διάφορες εκδοχές, ποικιλία ατελείωτη. Επιπλέον η προηγούμενη ανάρτηση έχει χορταστικές φωτογραφίες που ελπίζω να καλύψουν και τούτη.
Εδώ και καιρό περιμένοντας να ξυπνήσει η ετοιμότητα του θέματος που κουλουριάζεται στο μυαλό μου, έχω σωριάσει καταλόγους, κοντεύει η στοίβα να φτάσει το ύψος του γραφείου. Παλαιότερα είχα και συλλογή που αφού σταμάτησα, διέλυσα. Τέλος πάντων, ήρθε καιρός! Τους απλώνω, τους φυλλομετρώ, συγκεντρώνω τις σκόρπιες εντυπώσεις, να τις κάνω σκέψεις, να της βάλω σε προτάσεις.
Οι κατάλογοι βιβλίων είναι ιστορία που αφορά την προβολή και διακίνηση των βιβλίων. Έχει μακρύ και ενδιαφέρον παρελθόν. Ήδη από τα μέσα του 18ου αιώνα, κατάλογοι των βιβλίων που κυκλοφορούσαν βρίσκονταν ενσωματωμένοι στο τέλος (και μερικές φορές στην αρχή) βιβλίων. Πρακτική που εξακολουθεί να ισχύει και να λειτουργεί υπέρ της επόμενης ανάγνωσης. Ο Τύπος δημοσίευε λίστες τίτλων, παρουσιάσεις και κριτικές, συνήθως στις τελευταίες σελίδες. Πρακτική, επίσης, ζωντανή έως σήμερα, ιδιαίτερα στον κυριακάτικο Τύπο.
Οι εκδοτικοί οίκοι κυκλοφόρησαν νωρίς συνολικές καταστάσεις με τα βιβλία τους. Κοντά στον συγγραφέα και τον τίτλο, βρίσκεται η τιμή και η ένδειξη: «εξαντλημένο» και «υπό έκδοση». Ο χρόνος έκδοσης λείπει. Ένα τέχνασμα που χαρίζει στο βιβλίο αέναη επικαιρότητα, εκείνη την απροσδιοριστία που το κάνει διαθέσιμο και φρέσκο ανά πάσα στιγμή. Τα βιβλία μπορεί να παρουσιάζονται με αλφαβητικοί τάξη ανά συγγραφέα, ή να είναι δομημένα θεματικά και μέσα στο θέμα τους αλφαβητικά σύμφωνα με το όνομα των συγγραφέων.
Σήμερα οι κατάλογοι βιβλίων είναι φροντισμένοι, τυπωμένοι σε καλό χαρτί, έχουν στοιχεία πρωτοτυπίας στην παρουσίαση και είναι αναμενόμενο να περιλαμβάνουν την εικόνα, με χρώμα βέβαια, του εξωφύλλου. Ένα βιβλίο, εκτός από την εικόνα του, συνοδεύεται από το κείμενο του οπισθόφυλλου ή λόγια του συγγραφέα ή ένα θετικό σχόλιο, μια ευμενή κριτική. Μπορεί να συμπληρώνεται από μια φωτογραφία του συγγραφέα και ένα σύντομο βιογραφικό του. Είναι δυνατόν να δίνονται και άλλες πληροφορίες: το σχήμα, ο αριθμός σελίδων, ο αριθμός εκδόσεων και ανατυπώσεων, το τιράζ… Το σχήμα των καταλόγων ποικίλλει. Οι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι ανανεώνουν τους καταλόγους του δυο φορές τον χρόνο. Επιπλέον, δεν τους αρκεί ένας, ξεχωρίζουν και φτιάχνουν έναν ιδιαίτερο για παιδιά και εφήβους.
Στις εκθέσεις βιβλίων, τα πρώτα χρόνια, οι κατάλογοι μοιράζονταν αφειδώς. Βέβαια, ήταν πολύ πιο απλοί. Μπορούσε να είναι και ένα δακτυλόγραφημένο χαρτί ή και περισσότερα συρραμμένα. Όσο πιο περιποιημένοι είναι οι κατάλογοι βιβλίων τόσο πιο δύσκολα δίνονται. Πρέπει να τους ζητήσει κανείς και σε αυτήν την περίπτωση δεν είναι βέβαιο ότι θα του δοθούν. Είναι αληθινά βιβλία με τα όλα τα σωστά συστατικά, ορισμένοι εντελώς και άλλοι ίσως λιγότερο, το μεράκι των εκδοτών αντανακλάται, η τυποποίηση και αυτή παρούσα.
Οι κατάλογοι βιβλίων αν και συχνά ξεπερνούν τις 100 αριθμημένες σελίδες, έχουν με άλλα λόγια όγκο, είναι «στημένοι» σαν βιβλία κατά κεφάλαια και με περιεχόμενα, και αν και αποκλειστικό τους αντικείμενο είναι τα βιβλία και περιέχουν τόσες πληροφορίες γύρω από εκδόσεις, συγγραφείς, εκδότες και εκδοτικές επιχειρήσεις, την φιλοσοφία τους και τα τυπογραφικά τους πρότυπα, δεν λογίζονται για κανονικά βιβλία (σχήμα οξύμωρο). Βρίσκονται σε ένα σκιερό εκδοτικό περιθώριο. Δεν έχουν ISBN ή κάποιον άλλο διεθνή μοναδικό αριθμό που να τους αποτυπώνει και να τους καταγράφει με ακρίβεια. Σε περίπτωση που δεν είναι αριθμημένοι είναι δυσχερές να αποκατασταθεί η σειρά τους. Μια απώλεια.
Μια σύντομη αναφορά στους ηλεκτρονικούς καταλόγους εκδόσεων. Εκδοτικοί οίκοι και βιβλιοπωλεία είναι προσβάσιμα από το διαδίκτυο, δέχονται παραγγελίες και πωλούν βιβλία μα και άλλα είδη που διηγούνται ιστορίες μέσα από αυτό. Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι χαρακτηρίζονται από κινητικότητα. Ποτέ δεν οριστικοποιούνται, έχουν χώρο απύθμενο, πρακτικά υπερέχουν, η εικονική αισθητική τους που αφήνει απέξω την αφή και την όσφρηση μειονεκτεί.
Τώρα που το ξανασκέφτομαι λυπάμαι για την συλλογή καταλόγων που δεν υφίσταται πια και δεν βρίσκω νόημα να ξαναπιάσω από την αρχή. Εμένα τι με έπιασε τότε;

Δευτέρα 18 Μαΐου 2009

Selexyz Dominicanen, Maastricht

Διαβάζοντας το περιοδικό 2board του αεροδρομίου συνάντησα ένα αφιέρωμα για το ομορφότερο βιβλιοπωλείο στον κόσμο. Είναι από εκείνες τις αναγνώσεις που σε κάνουν να σκέφτεσαι την εκδοχή να αλλάξεις τελευταία στιγμή προορισμό. Τα περιοδικά των αεροδρομίων και των αεροπλάνων είναι πάντα δέλεαρ, γεμάτα εικόνες από νέα μέρη που μπαίνουν στη λίστα με εκείνα που θα ήθελα να επισκεφτώ.

Αναζητώντας πληροφορίες για το βιβλιοπωλείο αυτό, συνάντησα έκπληκτή πολλές αναφορές από αναγνώστες που επισκέφτηκαν ή θα ήθελαν να επισκεφτούν το Μάαστριχτ της Ολλανδίας για να δουν από κοντά το ξεχωριστό αυτό βιβλιοπωλείο, από όλα τα μήκη και πλάτης της γης. Αναφορές βρήκα ακόμη και σε ελληνικά blogs.

Πρόκειται για ένα από τα πολλά βιβλιοπωλεία της ολλανδικής αλυσίδας Selexyz, με τη μόνη διαφορά ότι είναι μάλλον το πρώτο βιβλιοπωλείο στον κόσμο το οποίο στεγάζεται μέσα σε μια παλιά εκκλησία. Οι Ολλανδοί αρχιτέκτονες Merkx και Gigord μετέτρεψαν το πολύπαθο κτίριο μιας δομινικανής εκκλησίας του 13ου αιώνα σε έναν ναό της γνώσης. Η ανακαίνιση διήρκεσε αρκετούς μήνες και το Νοέμβριο του 2007 άνοιξε τις πόρτες του στο αναγνωστικό κοινό προσφέροντας ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα. Δικαίως οι αρχιτέκτονες κατάφεραν να αποσπάσουν το βραβείο Lensvelt de Architect Interior Prize για την επέμβασή τους στον ναό.

Στο κτίριο, χωρίς να έχει χαθεί τίποτα από την προηγούμενη αισθητική του, προστέθηκαν μαύρα ατσάλινα ράφια με βιβλία, που εκτείνονται σε τρεις ορόφους μέχρι τους πέτρινους θόλους. Τα ευπώλητα βιβλία βρίσκονται στα κάτω ράφια, ενώ τα ακαδημαϊκά, φιλοσοφικά και θεολογικά είναι τοποθετημένα στον τελευταίο όροφο του βιβλιοπωλείου, όπου οι επισκέπτες μπορούν να απολαύσουν μια εξαιρετική πανοραμική θέα όλου του κτιρίου.

Μέσα στο βιβλιοπωλείο λειτουργεί ένα μοντέρνο καφέ, στη μέση του οποίου υπάρχει ένα τραπέζι σε σχήμα σταυρού, όπου μπορείς να καθίσεις και να απολαύσεις ένα ζεστό τσάι ή ένα βιβλίο σε ένα χώρο εναρμονισμένο με την αρχική χρήση του κτιρίου.

Κι επειδή είμαστε στην  Ολλανδία, στο κτίριο βεβαίως έχει προβλεφθεί ειδικός χώρος για να παρκάρεις το ποδήλατό σου.


Αναρωτιέμαι αν θα μπορούσε ποτέ στη χώρα μας να μετατραπεί μια παλιά εκκλησία σε έναν τέτοιο χώρο…

Παρασκευή 15 Μαΐου 2009

Αποκόμματα


Πίσω πάλι σε ένα θέμα που έχει να κάνει με τους τρόπους ανάγνωσης, θέμα πολύ κοντινό κατά κάποιο τρόπο με τις υπογραμμίσεις μας . Μόνο που τα αποκόμματα είναι οι δημοσιευμένες, δημοσιοποιημένες, ανοικτές υπογραμμίσεις άλλων.
Συμβαίνει συχνά όταν πέφτουμε πάνω σε δημοσιεύματα στον τύπο που μιλάνε για βιβλία είτε είναι απλή διαφήμιση, αναφορά, παρουσίαση, κριτική του βιβλίου είτε συνέντευξη του συγγραφέα ή του εκδότη, σχετική ή όχι, πριν ανακυκλώσουμε την εφημερίδα ή το εβδομαδιαίο έντυπο, να κόβουμε (άντε να σκίζουμε προσεχτικά), να αποκόβουμε αυτό το κομμάτι από το σώμα του εντύπου. Το αποκομμένο, το διπλώνουμε ώστε να μην περισσεύει από τις διαστάσεις του συγκεκριμένου βιβλίου και έτσι, το χώνουμε ανάμεσα στις σελίδες του. Όσο λιγότερο το διπλώνουμε τόσο το καλύτερο (το τσάκισμα φθείρει). Αν, πάλι, το απόκομμα προέρχεται από την μέση της εφημερίδας όπου δεν φαίνεται ο τίτλος της και η ημερομηνία, μπορεί να το σημειώσουμε.
Δεν το κάνουμε για ό,τι διαβάζουμε και έχουμε το αντίστοιχό του στα ράφια μας. Το κάνουμε για εκείνα τα βιβλία που μας είναι ιδιαίτερα και θέλουμε να κρατήσουμε αυτά που ένιωσαν και διατύπωσαν άλλοι για αυτό. Το κάνουμε και γιατί αυτά που είπαν και έγραψαν είναι πολύ κοντά στα δικά μας. Ή μας έδωσαν εναύσματα νέων σκέψεων, συμπλήρωσαν ή μπορεί να μας την έδωσε και να διαφωνήσαμε κάθετα. Οι ομοιότητες τραβάνε την προσοχή μας όσο και οι αντιθέσεις. Και οι δύο περιστάσεις αποθησαυρίσματος λειτουργούν δημιουργικά, από άλλο, αντιδιαμετρικό σημείο εκκίνησης η καθεμιά και με άλλο μηχανισμό.
Με τον καιρό το χαρτί κιτρινίζει (είναι γνωστή η χαμηλή ποιότητα του χαρτιού των εφημερίδων, τονίζοντας το εφήμερο της κυκλοφορίας τους), τα τσακίσματα γίνονται βαθιά και μη αναστρέψιμα. Στο σημείο εκείνο οι αράδες κρέμονται δυσανάγνωστες στις γωνίες.. Στο μεταξύ έχουμε ξεχάσει τα αποκόμματα που έχουμε βάλει. Είναι μια έκπληξη όταν τα ανασύρουμε. Τα ξανασυναντάμε όταν ξαναμπαίνουμε στο βιβλίο για διάφορους λόγους, να το ξεφυλλίσουμε, να το ξαναδιαβάσουμε, να το δείξουμε, να το χρησιμοποιήσουμε, να το δανείσουμε, κλπ., κλπ. Αν δεν ξαναπιάσουμε το βιβλίο, απομένουν ξεχασμένα. Ένα με το σώμα του αντιτύπου και συγχρόνως ξέχωρο. Τα ξανασυναντάμε όταν και αν σε μια μετακίνηση γλιστρήσουν και ξεφύγουν από τον περιορισμό τους.
Εκεί τα βρήκα και εγώ, πεσμένα στο πάτωμα στην πρόσφατη εσωτερική ανακατάταξη των ραφιών μου. Και έπρεπε να τα συνταιριάξω. Ένα παιχνίδι μνήμης, ανάμνησης και τρυφερότητας απέναντι σε περασμένα διαβάσματα. Μου πήρε χρόνο χωρίς να με νοιάξει. Δεν έχω την συνήθεια των αποκομμάτων, ένα ανακλαστικό είναι περισσότερο, γιατί δεν το κάνω συστηματικά. Αυτό μάλλον συμβαίνει γιατί δεν είμαι πιστή σε ένα φύλλο εφημερίδας. Περιφέρομαι εκτός προγράμματος. Τυχαία και περιστασιακά, ξεκούδουνα. Αποκόμματα βρίσκω και σε βιβλιοθήκες άλλων ανθρώπων, γνωστών και όχι και τόσο γνωστών. Τότε αισθάνομαι ότι βρίσκομαι στο όριο της αδιακρισίας. Παραπάνω από όταν βλέπω τις υπογραμμίσεις και τα προηγούμενα περιθωριακά σχόλια του αναγνώστη. Ότι μπαίνω σε μια συνολικότερη εικόνα των πνευματικών αναζητήσεων, πιο βαθιά.
Όμως η συνήθεια των αποκομμάτων, πριν από την εποχή της φωτοτυπίας και των νέων τεχνολογιών, ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη. Οι άνθρωποι των γραμμάτων πριν πετάξουν την εφημερίδα, έκοβαν όλες τις ειδήσεις που τους ενδιέφεραν, από πολιτικές έως κοινωνικές. Είναι πολλά τα προσωπικά αρχεία που αποτελούνται αποκλειστικά από αποκόμματα εφημερίδων τακτοποιημένα σε φακέλους κατά θέμα. Κι αποτελεί επάγγελμα ειδικό αυτού που κατά παραγγελία εντοπίζει καθημερινά θέματα στον τύπο.
Τα αποκόμματα μεγαλώνουν τα χωράφια της ανάγνωσής, προσθέτουν φακούς πολλαπλής όρασης., συνδέουν τους κρίκους ενδιαφέροντος γύρω από μια έκδοση, εντάσσουν.
Μια ανάρτηση περιγραφική (ελπίζω όχι και κουραστική) που και πάλι υστερεί σε εικονογράφησή, θα επανορθώσω στην επόμενη, λέω γιατί πάλι εκτός προγράμματος είμαι.

Κυριακή 10 Μαΐου 2009

Οι αφύσικες ιστορίες του Αργύρη Χιόνη

Σε μια (περαστική) κρίση εγωισμού ήθελα να κρατήσω τα όσα μου έφερε το Οριζόντιο ύψος και οι άλλες αφύσικες ιστορίες του Αργύρη Χιόνη μόνο για μένα. Να, όπως περιγράφει και εκείνος τους νησιώτες γονείς του «εσωτερικούς μετανάστες», που από το νησί τους μετανάστευσαν στα Σεπόλια, έτσι και εγώ σε μια κίνηση εσώτερης μετανάστευσης, ήθελα να φυλάξω στα ενδότερα, για να μην πω έγκατα, τα γεννήματα του βιβλίου του. Για τις σκέψεις όλα καλά, για τα αισθήματα δεν ξέρω πώς θα προκύψουν. Η αγριάδα κάπως παραμένει και απλώνεται, κερδίζει έδαφος, βλέπει μακρύτερα αλλά κάνει και το ριζωμένο χώμα να μην παίρνει συμμετρικές ανάσες.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να ειπωθούν οι ιστορίες που αν τις πιστεύουμε, αν τις πιστέψουμε τις κάνουμε πραγματικότητα, βρίσκουμε μια πραγματικότητα μέσα τους που μας ανακουφίζει, απαντά σε θέματά μας. Οι ιστορίες θέλουν να μιλήσουν, να μοιραστούν. Οι μύθοι του Αισώπου, σύντομες αφηγήσεις γεμάτες αλληγορίες που προκύπτουν από τα λόγια και τις πράξεις ζώων κυρίως, καταλήγουν σε ένα επιμύθιο, ένα συμπυκνωμένο ηθικό δίδαγμα, ένα γενικό συμπέρασμα. Υπάρχουν μύθοι που περιέχουν στην διήγησή τους το αντικρουόμενο και μύθοι αντιθετικοί αναμεταξύ τους που φτάνουν σε αντίθετα μηνύματα. Μια ερμηνεία της λέξης μύθος την αντιδιαστέλλει από την πραγματικότητα. Ο Χριστός μιλούσε με παραβολές, σύντομες και αυτές αφηγήσεις με αλληγορίες και έμμεσα, υπονοούμενα μηνύματα, διδακτικού χαρακτήρα. Και σήμερα ζούνε στον πολιτισμό μας, φωλιάζουν στην κουλτούρα μας τα συμπυκνωμένα διδάγματα των μύθων και των παραβολών, ακόμα και αν δεν θυμόμαστε ακριβώς το αφήγημα ή και τον αφηγητή του. Άλλοι χρησιμοποιούν συγκεκριμένες βιωματικές αναφορές, άλλοι τα λόγια και τις εμπειρίες ‘μεγάλων’, διάσημων ανδρών και γυναικών, άλλοι ανέκδοτα, σύντομες αφηγήσεις που αναφέρονται σε πραγματικά ή φανταστικά συμβάντα με κατακλείδα ένα αστείο, ένα παράξενο ευτράπελο.
Οι αφύσικες ιστορίες συμβαδίζουν με την παράδοση της σύντομης αφήγησης, αρκετές αρχίζουν με το διαχρονικό και άρχονο παραμυθοξεκίνημα «μια φορά και έναν καιρό» και «ήταν κάποτε», άλλες μιλάνε σε πρώτο πρόσωπο, δυο αντλούνται από την μυθολογία. Κλείνουν με ένα ή δύο επιμύθια που δεν στερούνται πνεύματος. Το ύφος λιτό μέσα στον ευρύχωρο χρόνο της φαντασιακής πραγματικότητας, στέρεο στον φυσικό κόσμο του ονειρικού.
Να γράφεις στα χώματα (Κάτι σαν Εισαγωγή) με γράπωσε με τα άγκιστρα της εξομολόγησης του συγγραφέα. Οι δέκα ιστορίες ήταν μοιραίο να γίνουν γλυκιά αναγνωστική βορά. Πρωταγωνιστές φυτά (το κυπαρίσσι και η αγριάδα, το μπονσάι, τα δέντρα, η παραρούνα), μια πέτρα που δεν είχε τίποτα να χάσει, ένας ανδριάντας τυλιγμένος με έναν πλατύφυλλο κισσό, πρόσωπα του μύθου και μια ανατρεπτική μηχανή («Η ζωοποιός κρεατομηχανή»). Οι εικόνες ταιριαχτά κεντήματα. Να μην τελείωναν έλεγα αλλά τελείωσαν αφού με τρύπησαν με την ιδιοσυστασία τους.
Καθώς τα διάβαζα, ναι έως την τελευταία έντυπη αράδα που εμφανίζεται στο βιβλίο στα αυτιά του εξώφυλλου, το οπισθόφυλλο, τον κολοφώνα με τα γραμμάρια του χαρτιού και τις ευχαριστίες για τους ανθρώπους του, τις αφιερώσεις-προσωπικές και μυστικές οφειλές, δεν μου πέρασε από το νου ότι κάπου κάποτε έχω ξαναβρεθεί σε παρόμοιο αν και διαφορετικό τοπίο. Όχι αυτόματα ή εύκολα, χωρίς μεγάλη ετοιμότητα, χωρίς κάποιο εμφανή λόγο, έτσι, εστίασα στην λατινική γραμματεία. Οι Ρωμαίοι πιο δεμένοι με την γη, καλλιεργημένη, κατακτημένη, με πλατύ οδικό δίκτυο να μεταφέρει, έγραψαν με απλότητα και αμεσότητα, παρατηρώντας αυτήν και τους ανθρώπους της. Την ιστορία, τους μύθους, τους πολιτικούς τους λόγους, την φιλοσοφία διακρίνει η καθαρότητα, μια δικαιοσύνη. Το αισθάνθηκα αυτό εδώ. Ο λυρισμός υπάρχει και συγκινεί με την αθωότητά του, την χαμένη ίσως.

Τέλος, ένα λόγο για τις εκδόσεις Κίχλη για την παρουσία και για όσα ετοιμάζονται. Υπόσχονται πολλά και έχουν δημιουργήσει μια προσδοκία στην οποία προσβλέπουμε.

Επιμύθια πολλά για απουσίες, εμπειρίες και ευκαιρίες.

Δευτέρα 4 Μαΐου 2009

Οριζόντιο ύψος

Καμιά φορά πέφτουν στα χέρια σου βιβλία που σε κάνουν να νιώθεις ευτυχισμένος που υπάρχουν άνθρωποι που γράφουν τόσο όμορφα λόγια, άλλοι που τα διαβάζουν, άλλοι που σου μιλούν γι' αυτά και άλλοι που στα δωρίζουν. Ό,τι με κάνει να νιώθω ευτυχισμένη είναι σημαντικό για εμένα, όπως αυτό το βιβλίο. Ο Αργύρης Χιόνης, ένας αρκετά γνωστός συγγραφέας με αρκετούς τίτλους στο βιογραφικό του, μπήκε στη λίστα με τους αγαπημένους μου Έλληνες συγγραφείς εξαιτίας του τελευταίου του βιβλίου Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες. Ένα βιβλίο που πρωτοείδα στη Ξάνθη και σε πολλές αθηναϊκές βιτρίνες βιβλιοπωλείων αλλά κατέληξε να φτάσει στα χέρια μου μέσω ταχυδρομείου στην Κέρκυρα.
Το πρώτο χαρακτηριστικό που μου είχε κάνει εντύπωση ήταν τα σχέδια της Εύης Τσακνιά στο εξώφυλλο του βιβλίου, συνηθίζω να αγοράζω βιβλία ανεξαρτήτως περιεχομένου μόνο και μόνο γιατί μου αρέσουν αισθητικά. Σχεδόν σπάνια όμως το περιεχόμενο με απογοητεύει. Οι νεοσύστατες εκδόσεις Κίχλη ξεκίνησαν την εκδοτική τους δραστηριότητα μέσα στο 2008 και αυτό είναι το τέταρτο βιβλίο που εξέδωσαν. Και τα υπόλοιπα βιβλία τους φαίνονται αισθητικά άρτια αλλά και προσεγμένες εκδόσεις. Ελπίζω αυτή η εκδοτική δραστηριότητα να συνεχιστεί για να μας χαρίσουν και άλλα τέτοια βιβλία.
Το βιβλίο περιέχει δέκα ιστορίες δεξιοτεχνικά δοσμένες, τόσο απλές όμως που θα μπορούσαν να διαβαστούν και από μικρότερες ηλικίες και όλες αφήνουν μια γλυκιά γεύση, ταξιδεύοντας τη φαντασία μεταξύ παραμυθιού και πραγματικότητας, και δίνουν ένα πλατύ χαμόγελο ευτυχίας. Τι πιο όμορφο, τι πιο δυνατό από τις απλές λέξεις που φτιάχνουν μια σοφή ιστορία.
Ο συγγραφέας από τις πρώτες σελίδες του σε οδηγεί στο μαγικό κόσμο της γραφής του χωρίς να σου δώσει καμία δυνατότητα επιλογής. Κάτι σαν εισαγωγή, κάτι σαν εξομολόγηση το πρώτο κεφάλαιο με τίτλο "Να γράφεις στα χώματα" έχει δύο ιστορίες να μας πει΄η πρώτη για τη γιαγιά παραμυθού, κατάληξη της οποίας είναι οι λέξεις: "Αν έχω κάποιο χάρισμα να χτίζω, με εντελώς παράταιρα υλικά, απίστευτες ιστορίες και να τις αφηγούμαι με πειστικό τρόπο, αυτό το οφείλω στη γιαγιά Ειρήνη". Αν πράγματι υπήρξε η γιαγιά Ειρήνη, της οφείλουμε και εμείς. Η δεύτερη είναι ένας διάλογος μεταξύ του συγγραφέα και της "χοϊκής, εξέχουσας κυρίας της πεζογραφίας μας" Ζυράννας Ζατέλη. Με τους χαρακτηρισμούς του Α. Χιόνη θα συμφωνήσω απόλυτα. Ένας διάλογος, που επειδή μου δώθηκε η ευκαιρία να υπάρξω μέρος του (ως αναγνώστρια), τον απόλαυσα ειλικρινά.
Έγραψε λοιπόν η εξέχουσα κυρία της πεζογραφίας μας στο συγγραφέα του βιβλίο μια ευχή, μια ευχή μάλλον πετυχημένη και ζηλευτή γιατί οδήγησε σε νέα μονοπάτια τον Α. Χιόνη, μια ευχή που έλεγε "Να είσαι πάντα καλά και να γράφεις στα χώματα" και σε υποσημείωση ζητούσε να μην παρερμηνευτεί.
Βρήκε λοιπόν τον τρόπο να απαντήσει και να μας χαρίσει τις όμορφες του λέξεις για μία αρχή, για κάτι σαν εισαγωγή στις επόμενες σελίδες του:

"Πώς φαντάστηκε, αλήθεια, ότι θα μπορούσα να την παρερμηνεύσω, αφού πάντα έγραφα, γράφω και θα γράφω παραμυθίες στα χώματα γι' αυτούς που είναι πλέον κάτω από αυτά και για όσους βαδίζουν ακόμη, πάνω τους, ενώνοντας έτσι το θάνατο με τη ζωή, το υποθετικό τέλος με την υποθετική διάρκεια, αυτά τα φαινομενικά, δύο άκρα αντίθετα που είναι, στην ουσία, το ίδιο ακριβώς πράγμα, δηλαδή ένα όνειρο."

Ζηλευτή πράγματη ευχή, που αν και θα ήθελα να δώσω κι εγώ μια ευχή στο συγγραφέα ούτε καν το επιδιώκω. Μόνο θα απαντήσω στις τελευταίες λέξεις του, που με αρκετή δόση χιούμορ ευχαριστεί εμάς, τους αναγνώστες, και κυρίως αυτούς που το διάβασαν έως το τέλος.
Ναι δυστυχώς το διάβασα ολόκληρο και δυστυχώς έφτασα στην τελευταία σελίδα που όσο και αν έψαξα δε βρήκα άλλη, ήταν όντως η τελευταία.
Θα μένω όμως για να περιμένω τις επόμενες.

Αφήνω τις ιστορίες του όλες για την Elli, να γράψει για αυτές, αν το επιθυμεί, αφού εξάλλου της τις χρωστάω.

Πέμπτη 30 Απριλίου 2009

Μαύρη φιλολογία


Αναρωτιέμαι καμιά φορά για ποιο λόγο κάποια βιβλία καταδικάζονται να χαθούν από τα βλέμματα των ανθρώπων. Για ποιο λόγο μπαίνουν στα χαμηλά ράφια, στο καλάθι των προσφορών, στοιβάζονται στις αποθήκες των βιβλιοπωλείων και των εκδοτικών οίκων με αποτέλεσμα να χαθούν εντελώς με τη συνηθισμένη διαδικασία της πολτοποίησης. Επίσης πάντα μου δημιουργείται η απορία ξεφυλλίζοντας τις εφημερίδες, τα free press, τα περιοδικά για το βιβλίο, τις ιστοσελίδες για ποιο λόγο συναντώ πάντα τους ίδιους και τους ίδιους τίτλους ενώ ξέρω πολύ καλά ότι τα βιβλία τα οποία εκδίδονται είναι περισσότερα. Ποια είναι τα κριτήρια που ένας εκδοτικός οίκος επιλέγει ορισμένους του τίτλους για να διαφημίσει και να προωθήσει; Και φυσικά πάντα οι νέες εκδόσεις, τις παλιότερες ίσως να τις εντοπίσει το βλέμμα καποιου παρατηρητικού αναγνώστη στις διάφορες ξεχασμένες γωνιές των βιβλιοπωλείων.
Άραγε αυτό το κενό να μπορούν τα ιστολόγια να το καλύψουν;

Τη Μαύρη φιλολογία του Πάμπλο Δε Σάντις την ανακάλυψα στο βιβλιοπωλείο των εκδόσεων Opera στο σημείο με τα φθηνά "ταλαιπωρημένα" αντίτυπα. Επειδή όμως το αντίτυπό μου ούτε ταλαιπωρημένο ούτε μεταχειρισμένο είναι και επειδή μαζί με αυτό υπήρχαν άλλα είκοσι στην ίδια κατάσταση αντίτυπα, το κατατάσσω στην κατηγορία των βιβλίων που δεν πουλήθηκαν. Φτάνοντας στην τελευταία σελίδα, έχοντας πραγματικά ρουφήξει όλες τις προηγούμενες, ούτε διακοπη για υπογράμμιση, κρέμεται από πάνω μου ένα τεράστιο γιατί.
Όπως σε όλα τα αστυνομικά μυθιστορήματα, έτσι και σε αυτό, ο συγγραφέας, συμπατριώτης και θαυμαστής του Μπόρχες, έχει την ικανότητα να σε κρατά σε αγωνία με αποτέλεσμα να σε ικανοποιεί μόνο όταν φτάσεις στην τελευταία σελίδα που όλο το μυστήριο έχει πια αποκαλυφθεί, σαν κουβάρι που ξετυλίγεται. Όλο το μυστήριο βρίσκεται γύρω από τα εξαφανισμένα βιβλία του συγγραφέα Ομήρου Μπρόκα. Ο ήρωας και αφηγητής Εστέμπαν Μιρό πιάνει δουλειά στο Ινστιτούτο Εθνικής Λογοτεχνίας, σε ένα κτίριο που μοιάζει συνεχώς να καταρρέει. Εκεί γνωρίζει τους τρεις κριτικούς λογοτεχνίας που δουλεύουν πυρετωδώς για να λύσουν το μυστήριο των εξαφανισμένων βιβλίων και του συγγραφέα φάντασμα. Ο καθένας με τον τρόπο του προσπαθεί να πάρει με τον μέρος του τον ήρωά μας ώστε να τους βοηθήσει στις έρευνές τους. Ο Εστέμπαν Μιρό θα φτάσει μόνος του στη λύση του μυστήριου αφήνοντας τους άλλους σιγά σιγά να πεθαίνουν.
Το κεφάλαιο που μου έκανε περισσότερη εντύπωση αναφέρεται σε μια επίσκεψη σε ένα ψυχιατρείο, όπου οι ασθενείς πάσχουν από ασθένειες που σχετίζονται με τα βιβλία και τη γραφή. Γράφουν ή μάλλον καταγράφουν μανιωδώς ό,τι βλέπουν και ό,τι ακούν γύρω τους. Καταγράφουν όλες τις λέξεις για να μη χαθούν:
"Τα χαρτιά σκέπαζαν εντελώς έναν άντρα που ήταν πεσμένος στο πάτωμα και συνέχιζε να γράφει. Το φως που έμπαινε από το καγελόφρακτο παράθυρο έδινε στο δωμάτιο μια απόκοσμη λευκότητα. Οι τοίχοι ήταν γραμμένοι, οι πόρτες και το πουκάμισο του άντρα ήταν γραμμένα. Οι λέξεις δεν είχαν τη δική τους ύπαρξη΄ αποτελούσαν μόνο μια παροδική διακοπή του λευκού."

Προσθέτω έναν ακόμη τίτλο στον μακρύ κατάλογο Βιβλία για Βιβλία που μοιάζει να μην τελειώνει ποτέ.

Δευτέρα 27 Απριλίου 2009

Γιάννης Ρίτσος

Ανταποκρίνομαι κι εγώ με τη σειρά μου στην ιδέα της Αγγελικής Κώττη για να γεμίσει η μπλογκόσφαιρα την εβδομάδα αυτή με λέξεις του Γ. Ρίτσου, με αφορμή των 1οο χρόνων από τη γέννηση του. Δεν θα μπορούσα άλλωστε να αρνηθώ σε μια πρόταση που μυρίζει βιβλίο.
Στο άκουσμα του ονόματός του το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό είναι ένα απόσπασμα από Τη Σονάτα του Σεληνόφωτος:

Άφησε με να έρθω μαζί σου.

Τούτο το σπίτι δε με σηκώνει πια.

Δεν αντέχω να το σηκώνω στη ράχη μου.

Πρέπει πάντα να προσέχεις, να προσέχεις,

να στεριώνεις τον τοίχο με το μεγάλο μπουφέ

να στεριώνεις τον μπουφέ με το πανάρχαιο σκαλιστό τραπέζι

να στεριώνεις το τραπέζι με τις καρέκλες

να στεριώνεις τις καρέκλες με τα χέρια σου

να βάζεις τον ώμο σου κάτω απ’ το δοκάρι που κρέμασε.

Και το πιάνο, σα μαύρο φέρετρο κλεισμένο. Δε τολμάς να τ’ ανοίξεις.

Όλο να προσέχεις, να προσέχεις, μην πέσουν, μη πέσεις. Δεν αντέχω.


Άφησε με να έρθω μαζί σου.

Τούτο το σπίτι, παρ’ όλους τους νεκρούς του,

δεν εννοεί να πεθάνει.

Επιμένει να ζει με τους νεκρούς του

να ζει απ’ τους νεκρούς του

να ζει απ’ τη βεβαιότητα του θανάτου του

και να νοικοκυρεύει ακόμη τους νεκρούς του

σ’ ετοιμόρροπα κρεββάτια και ράφια.


Το ποίημα αυτό είναι νομίζω ό,τι πιο δυνατό έχει γράψει, είναι μια κραυγή γεμάτη λέξεις, ένα δάκρυ ζωγραφισμένο στο χαρτί. Εκπλήσσομαι γιατί το θυμάμαι ακόμη σχεδόν όλο απ' έξω, έγινε μία δική μου κραυγή που μένει να μου θυμίζει εκείνη την περίοδο των πανελληνίων εξετάσεων και όλων των συναισθημάτων που εκείνες φέρνουν.
Επιλέγω όμως εδώ να αναδημοσιεύσω μερικές λέξεις που ζωγράφισε ο ίδιος και τους έδωσε τον τίτλο "Επιλογικό". Αξίζει λοιπόν να τον θυμόμαστε όχι μόνο γιατί χιλιάδες χιλιόμετρα περπάτησε αλλά και γιατί κατάφερε να ζωγραφίσει έτσι όμορφα τις λέξεις του, να τον θυμόμαστε όχι κάθε εκατό χρόνια από τη γέννησή του αλλά κάθε που τούτο το σπίτι, τούτος ο τόπος δε μας σηκώνει πια, δηλαδή κάθε μέρα, όπως όλους τους ποιητές, όπως όλες τις λέξεις των συγγραφέων που κάποτε διαβάσαμε.
Ας είναι λοιπόν η μπλογκόσφαιρα να γεμίσει Ρίτσο αυτήν την εβδομάδα, ας είναι η ζωή μας να γεμίζει πολιτισμό κάθε εβδομάδα.
Ας είναι κάθε χρόνος να είναι αφιερωμένος σε κάποιον Έλληνα συγγραφέα, μια πρωτοβουλία του ΕΚΕΒΙ, και οι λέξεις τους να ταξιδεύουν κάθε χρόνο στον καθένα μας μέσω διαφόρων εκδηλώσεων.
Εξάλλου ποτέ τίποτα δε θα είναι αρκετό για τον πολιτισμό αν όλοι εμείς δεν ενδιαφερθούμε γι' αυτόν.
Εκδηλώσεις για το "Έτος Ρίτσου" από το ΕΚΕΒΙ εδώ.
Αποσπάσματα από το έργο του εδώ και εδώ και εδώ αλλά και εδώ

Παρασκευή 24 Απριλίου 2009

Βιβλίου αξία...

Ακούω συχνά να λένε ότι οι τιμές στα βιβλία είναι πολύ υψηλές.
Δεν έχω λόγο να διαφωνήσω γιατί πάντα όταν κοιτώ στους πάγκους των βιβλιοπωλείων και, ανάμεσα στις νέες εκδόσεις, βρίσκω κάτι που να με τραβά, γυρνώντας να δω την τιμή σχεδόν απογοητεύομαι. Είναι όντως ακριβά ειδικά κάποιες εκδόσεις ή σε εκείνα τα βιβλιοπωλεία που δεν έχουν έκπτωση και κυρίως στην επαρχία. Στην επαρχία που δεν υπάρχει ανταγωνισμός και τα βιβλιοπωλεία είναι δύο, τρία βρίσκω τις τιμές πολύ διαφορετικές από ό,τι στα βιβλιοπωλεία της Αθήνας.
Πάντα αναρωτιέμαι τι συμβαίνει με την ενιαία τιμή και ποιος αυτήν την τιμή ελέγχει. Και γιατί άραγε τα βιβλία στο εξωτερικό να έχουν τόσο χαμηλές τιμές;
Γυρνώντας όμως από βιβλιοπωλείο σε βιβλιοπωλείο στο μεγάλο μας χωριό πάντα ανακαλύπτω κάποιους μαγικούς χώρους που πουλάν βιβλία σχεδόν χαρίζοντας. Δε θα μιλήσω για τα παλαιοβιβλιοπωλεία, αν και μου αρέσει να τα αναφέρω γιατί εκεί έμαθα να αγαπώ τα βιβλία και να τα αγοράζω είτε με τα χρήματα από το χαρτζιλίκι μου είτε ανταλλάσσοντας με τα παλιότερά μου.
Θα πάρω μαζί μου μια μικρή βόλτα όσους από εσάς θεωρούν τα βιβλία ακριβά και γι' αυτό το λόγο αποφεύγουν να τα αγοράσουν.Πρώτη στάση ο πολυχώρος του Μεταιχμίου στην Ιπποκράτους, πιο μακριά από τους υπόλοιπους εκδοτικούς οίκους αλλά πιο κοντά σε εμένα, ένας ήσυχος χώρος που πάντα με περιμένει ζεστός καφές στο μεγάλο τραπέζι που συχνά συναντώ ανθρώπους να συζητούν χαμηλόφωνα, υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία παλαιότερων βιβλίων των εκδόσεων με έκπτωση 60%.
Κατηφορίζοντας την πλατεία Εξαρχείων στη Θεμιστοκλέους υπάρχει ένα βιβλιοπωλείο, το όνομά του δεν το συγκράτησα, φιλοξενεί νέες εκδόσεις αλλά και βιβλία από δεύτερο χέρι. Βρήκα αρκετά βιβλία απο ένα έως τέσσερα ευρώ. Θαρρώ ότι τα βιβλία βρίσκονται σε τόσο χαμηλή τιμή γιατί ο βιβλιοπώλης δε συμφωνεί και τόσο με το περιεχόμενό τους.
Στην οδό Κωλέττη βρίσκονται οι εκδόσεις Opera. Στη βιτρίνα βρίσκεται ένα μεγάλο χαρτί που αναφέρει ότι μέσα βρίσκονται βιβλία των εκδόσεων ελαφρώς ταλαιπωρημένα με έκπτωση έως και 60%. Εκεί βρήκα μισοτιμής, σε άριστη κατάσταση, το βιβλίο για το οποίο ήθελα να γράψω αλλά το αφήνω για άλλη ανάρτηση.
Στο βιβλιοπωλείο της Εστίας υπήρχαν πάντα θυμάμαι στο υπόγειο βιβλία σε καλές τιμές.
Το αγαπημένο μου βιβλιοπωλείο στη Χ. Τρικούπη, ο Ναυτίλος, που πάντα θαυμάζω την καλοεπιλεγμένη του βιτρίνα, έχει πάντα στο πεζοδρόμιο απ' έξω ξύλινα ράφια με φθηνά βιβλία, όποτε περνάω από εκεί έχοντας χρόνο να σκαλίσω τα ράφια σίγουρα θα βρω κάτι να πάρω.
Στον Ελευθερουδάκη στην Πανεπιστημίου στο ισόγειο υπάρχει μια βιβλιοθήκη, η οποία έχει κάτι από εμένα, με προσφορές, βιβλία ταλαιπωρημένα, βιβλία που δεν κινήθηκαν. Και ο κάθε όροφος σχεδόν έχει ένα σημείο με προσφορές.
Στον Ιανό στη Σταδίου σε ένα πάγκο στο βάθος έχει πάντα βιβλία σε προσφορά, κάθε φορά βλέπω κι άλλα.
Στην Πολιτεία στην Ασκληπιού, αν και εκεί οι τιμές είναι ούτως ή άλλως καλές, υπάρχουν αρκετοί πάγκοι με βιβλία σε προσφορά.
Στο βιβλιοπωλείο του ΜΙΕΤ έμαθα φέτος ότι κάθε χρόνο το Φεβρουάριου βγάζουν παλιότερες εκδόσεις σε 50%, αλλά μόνο γι' αυτόν το μήνα.
Και όσο σκέφτομαι τόσο θυμάμαι και χώρους που το βιβλίο αποκτά άλλη τιμή, πιο προσιτή. Συνήθιζα παλιά να πηγαίνω στο βιβλιοπωλείο που ονομάζεται Βιβλία για όλους, στον πρώτο όροφο σε μια πολυκατοικία, Αιόλου 104, εκεί πάντα τα βιβλία είχαν άλλες τιμές.
Ναι, τα βιβλία είναι ακριβά, ειδικά οι νέες εκδόσεις, αλλά δεν υπάρχουν μόνο οι νέες εκδόσεις εκείνες που συναντώ σε εφημερίδες, περιοδικά, βιτρίνες, πάγκους αλλά και οι παλιότερες (αν οι εκδόσεις του 2006 μπορεί να θεωρηθούν παλαιότερες) που καταχωνιάζονται σε χαμηλά ράφια και ως δια μαγείας η τιμή τους πέφτει όχι όμως και η αξία τους.

Τρίτη 21 Απριλίου 2009

Το φως βγαίνει…

Το φως έχει μια κυριολεκτική πηγή, τον ήλιο. Φως κατασκευάζει ο άνθρωπος τεχνητά, από τις φωτιές, τα κεριά, τα γκάζια, τις μπαταρίες, τις γεννήτριες έως τον ηλεκτρισμό και παραπέρα. Το φως φωτίζει και συμβολικά, άνθρωποι λαμπεροί, τα λόγια τους φωτισμένα να δείχνουν πού πατάμε, πού να πατήσουμε στο επόμενο βήμα. Τα βιβλία με τις τυπωμένες λέξεις τους φωτίζουν τον κόσμο μέσα μας που στροβιλίζεται και όλο κάπου κουτουλάει. Φωτίζουν τις ξενιτιές του έξω κόσμου που είμαστε φυτεμένοι.
Το 2007 κυκλοφόρησαν στα ελληνικά οι Επικίνδυνες οι γυναίκες που διαβάζουν: γυναίκες αναγνώστριες στη ζωγραφική και τη φωτογραφία. Πιασμένο το ίδιο το βιβλίο στις αραχνιές των λέξεων τακτοποιούσε σε κεφάλαια την ιστορία της γυναικείας ανάγνωσης, χρονολογικά. Το τέλος του 19ου αιώνα βρίσκει τις γυναίκες να είναι παθιασμένες, απορροφημένες βαθιά αναγνώστριες. Να αναζητούν τον εαυτό τους μέσα από κείμενα, να πλάθουν την προσωπικότητά τους αντλώντας γνωρίσματα από πρωταγωνίστριες, να επιλέγουν και να απορρίπτουν στοιχεία αταίριαχτά τους. Ο πίνακας του Γάλλου ζωγράφου Auguste Renoir (1841-1919) «Η αναγνώστρια» του 1874 δεν περιλαμβάνεται σε αυτό το βιβλίο λεύκωμα. Ο μαιτρ του ιμπρεσιονισμού που αγαπούσε να εικονίζει την ανθρώπινη φιγούρα και τις χαρές της καθημερινής ζωής, την αισθησιακή του ματιά επικέντρωνε σε γυναικείες μορφές και γυμνά. Στον αντίποδα του Munch, παρασάγγας αντιδιαμετρικός φύσει και θέσει. Ακόμα και αν σήμερα ορισμένοι θεωρούν τον Renoir κάπως ανάλαφρο και ασόβαρο, ο πίνακας είναι από εκείνους που ανήκουν στην συλλογή των καρτ ποστάλ, τακτοποιημένη στην ζελατίνα της, στο ντοσιέ. Κοιταγμένη από κοντά ξανά και ξανά. Ως καρτ ποστάλ κυκλοφόρησε το 1990, το γράφει πίσω, μαζί με άλλες πληροφορίες: το όνομα του ζωγράφου, τον τίτλο του έργου στα γαλλικά και μεταφρασμένο στα αγγλικά, γερμανικά και ιταλικά, την περιγραφή του πίνακα (λάδι σε καμβά, 46,5Χ38,5 εκ., μικρού μεγέθους) το μουσείο στο οποίο βρίσκεται, βρισκόταν τουλάχιστον τότε (Musee d’ Orsay) και τις εκδόσεις που τύπωσαν την κάρτα.

Όπως δηλώνει σαφώς ο τίτλος του έργου, μια νέα γυναίκα διαβάζει. Κυριαρχεί στον χώρο του πίνακα, περίγυρος δεν υπάρχει άλλος, ο τοίχος σκοτεινός. Σκούρα το σακάκι της και το εξώφυλλο του βιβλίου την ορίζουν. Έως εκεί, όλα τα υπόλοιπα φέγγουν. Η λειτουργία του σκοτεινού και φωτεινού αντιπαραθετική. Η αναγνώστρια είναι σαν αιχμαλωτισμένη από την αόρατη δύναμη σαν λάμψη που εκπέμπει το μεσιασμένο βιβλίο. Έχει μπει στο πετσί της ιστορίας, την τραβά η αγωνία της πλοκής και της κατάληξης του τέλους. Θα το διαβάσει μονορούφι μέχρι να τελειώσει. Δεν μπορεί να είναι μοντέλο που ποζάρει. Διαβάζει και δεν την νοιάζει που την ζωγραφίζουν, που κάποιος έχει μπει σε προσωπικό χώρο.
Πίσω στην πλάτη της, φως βγαίνει από το παράθυρο, είναι ένα χειμωνιάτικο πρωινό, που της επιτρέπει να διαβάσει άκοπα. Φωτίζεται από πίσω και από μπροστά. Το ανοικτό βιβλίο στα χέρια της αναδύει δέσμες φωτός που αντανακλούν στο πρόσωπό της. Σαν μια ανεξάρτητη πηγή φωτός, ένα κερί για παράδειγμα, που υπερτονίζει την ξανθάδα της. Περικυκλωμένη, πολιορκημένη από φως. Η εικόνα της σχεδόν να ξεθωριάζει. Τα χαρακτηριστικά της χάνονται, αναλύονται μόνο τα βασικά δυο μαύρες γραμμές για τα χαμηλωμένα προσηλωμένα μάτια, δυο πιο αχνές για τα φρύδια, η μύτη αιωρείται, τα ζυγωματικά αχνοροδίζουν, το στόμα κοκκινίζει, το πηγούνι χάνεται στο πουκάμισο. Το χρώμα σχεδόν καταργεί τα περιγράμματα και τα σχήματα. Εισχωρεί το ένα στο άλλο, δημιουργώντας ρευστά όρια. Φωτεινό και άπιαστο, ευχάριστο βυθισμένο χάσιμο με την πρώτη ματιά, όμως, υπάρχουν περισσότερα. Το χρώμα του φωτός άυλο και υπαρκτό διαπερνά σαν εντύπωση. Δίνει την αίσθηση της κίνησης στην συγκεντρωμένη ακινησία της αναγνώστριας. Την βάζει σε μια τροχιά εσωτερικής ενέργειας. Η διάθεση του ζωγράφου θετική απέναντι στην νέα, το βιβλίο (μυθιστόρημα σίγουρα), την αναγνωστική δραστηριότητα.

Ενδεικτικά για το φως που φέρνουν τα βιβλία στην ζωή μας, για τα ερωτήματα, τις αποκρίσεις, τον χρόνο που ανταλλάσσουμε μαζί τους.

Παρασκευή 17 Απριλίου 2009

Βροντερές σιωπές, άφωνες κραυγές

Μέσα σε όλα δεν έχουμε μιλήσει για τις συλλογές που συγκεντρώνει ο καθένας μας, εκείνα τα αγαπημένα αντικείμενα που για εμάς έχουν ιδιαίτερη σημασία. Δεν έχω πει για την συλλογή καρτ ποστάλ που απεικονίζουν έργα τέχνης –αγιογραφίες, σχέδια, λάδια, φωτογραφίες- που περιέχουν βιβλία και χαρτιά σε οποιαδήποτε στάση και γωνιά. Την συγκεντρώνω πολλά χρόνια τώρα. Πηγή κυρίως τα μουσεία. Θα επανέλθω στην συλλογή αυτή συνολικότερα, μα τώρα την χρησιμοποιώ εισαγωγικά για να κάνω αναφορά στους πίνακες του Νορβηγού συμβολιστή ζωγράφου και χαράκτη Edvard Munch (12 Δεκεμβρίου 1863-23 Ιανουαρίου 1944). Ο Munch είναι γνωστός για την «Κραυγή» του, τον πιο αναγνωρίσιμο πίνακά του που ζωγράφισε το 1893. Το αποστεωμένο πρόσωπο με τα γουρλωμένα μάτια, το στόμα που ελευθερώνει την απόγνωση του σύγχρονου ανθρώπου για τα πανάρχαια άλυτα ζητήματα της ύπαρξης.
Στήνω μπροστά μου τρεις πίνακες που έχουν τυπωθεί σε καρτ ποστάλ, επιστολικά δελτάρια στην ελληνική απόδοση που δεν έχει επικρατήσει και μάλλον δικαιολογημένα, και τους κοιτάω. Όλοι εσωτερικά, οικιακά τοπία. Κοινός τους παρονομαστής ότι σε όλους βρίσκονται βιβλία, για αυτό ανήκουν στην συλλογή. Το βλέμμα μου τρυπώνει ξανά και ξανά αδιάκριτο, ψαχουλεύει να αποκωδικοποιήσει την εικόνα, τα χρώματα, τις γραμμές, τα αισθήματα που κατοικούν στα πρόσωπα, αυτά που είναι και αυτά που δεν είναι εκεί, το πώς είναι. Ο Munch είχε γράψει άλλωστε ότι στους πίνακες θα πρέπει να υπάρχουν «… ζωντανοί άνθρωποι, που αναπνέουν και αισθάνονται, υποφέρουν και αγαπούν.» Τους πιάνω χρονολογικά, με την σειρά που τους ζωγράφισε.
Κοντινός χρονικά στην «Κραυγή», ο «Θάνατος στο δωμάτιο της αρρώστιας» (εντελώς ελεύθερη μετάφραση του «Death in the Sickroom»). Πίνακα που ζωγράφισε σε πολλές παραλλαγές και αφορά τον θάνατο της αδελφής του Σοφίας. Η φυματίωση και η τρέλα ήταν γνώριμοί του. Τα μέλη της οικογένειας στέκονται διάσπαρτα στο δωμάτιο, ασύνδετα μεταξύ τους κάτω από το βάρος της λύπης και του πόνου που δεν τους ενώνει. Δεν αναζητούν την παρηγοριά αναμεταξύ τους. Μόνοι τους τον φέρουν αν και σωματικά συνυπάρχουν. Τα πρόσωπα κενά, σκυφτά (είναι της οικογένειάς του και συνάμα όλων των οικογενειών) και μοναχά η μεγάλη αδελφή έχει χαρακτηριστικά. Χαρακτηριστικά που δεν απέχουν και πολύ από την φιγούρα της «Κραυγής». Στο βάθος του λιτού δωματίου, στο κέντρο του πίνακα, κλειστοί τόμοι χοντρών βιβλίων. Δεν χρειάζεται να κάνω εικασίες. Το ένα είναι η Βίβλος, ταιριάζει με την εικόνα του εσταυρωμένου καρφωμένου στον πράσινο τοίχο.
Χρονολογημένο περί τα 1913 το «Μοντέλο που ξεκουράζεται». Καθισμένη πάνω σε ένα στρωμένο κρεβάτι, στα λευκά, η κοπέλα κοιτάζει απλανώς, απόμακρη, ξεκομμένη κάπου προς τα κάτω. Το στόμα, σημάδι κόκκινο κλειστό. Η κραυγή, όμως, ηχεί και εδώ. Νέα, όμορφη, υγιής, με μόρφωση και πάλι… Ο πίνακας είναι σκηνικά πιο γεμάτος, εκτός από το κρεβάτι, στο βάθος έπιπλα. Και βιβλιοθήκη, στο ράφι διακρίνονται οι ράχες των βιβλίων, τακτικά βαλμένα, αποτελούν μέρος του περιβάλλοντος χώρου. Διαβασμένα και αγαπημένα καταφύγια.
«Αυτός που τριγυρίζει τα βράδια» («The night wanderer»), 1925. Ο άντρας σαν να σκύβει προς τα εμπρός για να μπει στον πίνακα ενώ αυτός είναι το θέμα. Εξερευνά στο σκοτάδι την νύχτα. Μια γύμνια στα άντυτα και διαφανή παράθυρα και μια κρυστάλλινη παγωνιά. Φως πέφτει στα μαλλιά και την πλάτη του δίνοντας μια κιτρινωπή λάμψη στο σκοτάδι που γλιστρά από έξω και κουκουλώνει την ατμόσφαιρα. Στην ράχη του σιωπηλού πιάνου ακατάστατες οι παρτιτούρες. Η αταξία δηλώνει και την χρήση τους, όμως, τώρα οι νότες έχουν σβήσει και στην βαθειά νύχτα, επικρατεί ησυχία. Οι ήχοι, μουσικής, καθημερινότητας, ομιλίες, θόρυβοι χάθηκαν. Αυτά τα ίχνη ζωής αναζητά ο νυχτοπεριπατητής, ένας ζωντανός στην νέκρα.
Στους πίνακες η λειτουργία των βιβλίων είναι διαφορετική, παρηγοριά και ανακούφιση, ανάγνωση και ευχαρίστηση, παρτιτούρες και μουσική. Ο Munch περιλαμβάνει την ποικιλία του έντυπου πολιτισμού στην εικονογραφική απόδοση των αδιέξοδων δραματικών στοχασμών του.
Ουφ! ελπίζω να μην σας ψυχοπλάκωσα και πολύ αλλά ταιριάζει με το πνεύμα των ημερών… και το μοιράστηκα.

Κυριακή 12 Απριλίου 2009

Οργανισμός Παιδικών και Εφηβικών Βιβλιοθηκών

Για μια φορά ακόμα, και πάλι, ξεφεύγω από τις προγραμματισμένες στο μυαλό μου αναρτήσεις. Αφήνω το πεδίο των εικόνων και σκέψεων για να καβαλήσω το κύμα της ενημέρωσης. Με άλλα λόγια προκρίνω την πληροφόρηση πάνω σε ένα θέμα βιβλιοθηκών. Αφορά μια ιδιαίτερη προσπάθεια δημιουργίας και λειτουργίας βιβλιοθηκών, δημιουργίας αναγνωστών, πολιτών ενεργών με άποψη, με ακούσματα, ευαισθησίες (όχι ότι όλα περνάνε μέσα από τα βιβλία αλλά όπως και να το κάνουμε είναι οχήματα που ταξιδεύουν τις ιδέες και την κουλτούρα).
Ένα μικρό ιστορικό για τον Οργανισμό Παιδικών και Εφηβικών Βιβλιοθηκών λέει ότι ξεκίνησαν το 1979 από την Ελευσίνα, το 1983-1984 σε συνεργασία με Αγροτικούς Συνεταιρισμούς ιδρύθηκαν 22 Παιδικές και Εφηβικές Βιβλιοθήκες σε όλη την Ελλάδα και το 1993 με νόμο συστάθηκε ο Οργανισμός που λειτουργεί με διάφορα (γνωστά θέματα δεν χρειάζεται μεγάλη φαντασία εδώ) μέχρι και σήμερα. Ο Οργανισμός προκειμένου να στηρίξει τις δραστηριότητές του πιο αποτελεσματικά ίδρυσε και σύλλογο αυτόν των Φίλων των Παιδικών και Εφηβικών Βιβλιοθηκών, πρακτική αρκετά διαδεδομένη εδώ και αρκετό καιρό.
Οι Παιδικές Εφηβικές Βιβλιοθήκες είναι 28 από τις οποίες λειτουργούν οι 25. Μπορεί να σας κουράσω αλλά θα τις απαριθμήσω αλφαβητικά: Αγρίνιο Αιτωλοακαρνανίας, Αλεξάνδρεια Ημαθίας, Άμφισσα Φωκίδας, Βελβεντό Κοζάνης, Βλαχιώτη Λακωνίας, Γρεβενά (υπό μετακόμιση), Ελευσίνα, Ερυθρές Αττικής, Καλλικράτεια Χαλκιδικής, Κόνιτσα Ιωαννίνων, Λαύριο, Λιβάδι Κυθήρων, Ματαράγκα Καρδίτσας, Μέτσοβο, Μύκη Ξάνθης, Νάξος, Νέα Ερυθραία Αττικής, Ξυλαγανή Ροδόπης, Πεντάπολη Σερρών, Πέραμα Ρεθύμνης, Πύργος Ηρακλείου, Βαθύ Σάμου, Στυλίδα Φθιώτιδας, Ερμούπολη Σύρου, Τρίκαλα, Φέρες Έβρου και προγραμματίζεται να λειτουργήσει και στον Σοχό Θεσσαλονίκης προσεχώς.
Τις παραπάνω βιβλιοθήκες επισκέπτονται καθημερινά 50-60 παιδιά και δανείζονται περίπου 55 βιβλία την ημέρα. Οι βιβλιοθήκες δεν δανείζουν απλά. Βασική τους δραστηριότητα είναι τα προγράμματα που παραλλάζουν από χρόνο σε χρόνο και κινητοποιούν το ενδιαφέρον το παιδιών γύρω από διάφορα θέματα με αποτέλεσμα να αναζητούν περισσότερο διάβασμα πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Την χρονιά που πέρασε τα προγράμματα ήταν: Ο γύρος του κόσμου με τον Ιούλιο Βερν (ξεπερασμένο; μπα, το αντίθετο, εξακολουθεί να είναι δημοφιλής και διαβαστερός), Κοχύλια (όνειρα της θάλασσας), Φθινόπωρο (με έμφαση στην 28η Οκτωβρίου και τις αναμνήσεις του ποιητή Ν. Καββαδία και των ζωγράφων Γ. Μόραλη και Γ. Τσαρούχη για τον πόλεμο), Χριστούγεννα (μέσα από το βιβλίο του μικρού Νικόλα, τα ζώα του χειμώνα, ιστορίες καλικατζάρων), Βαβυλωνία με αφορμή την έκθεση του Λούβρου, Βενετία-Καρναβάλι, η 25η Μαρτίου (κείμενα και γκραβούρες ξένων περιηγητών). Την περασμένη χρονιά τα εκπαιδευτικά προγράμματα ήταν: Ατζέκοι, Αρχαία Αίγυπτος, Τροπικά δάση, Βυζάντιο. Εντυπωσιακά όλα αυτά αλλά υπάρχουν περισσότερα. Υπάρχει ο μπλε σάκος και το καρότσι της κυρίας Άννας. Ο μπλε σάκος κυκλοφορεί στα μειονοτικά σχολεία της Ξάνθης, μια ιδιότυπη δανειστική κινητή βιβλιοθήκη που λειτουργεί για επτά χρόνια. Υπάρχει το καρότσι της κυρίας Άννας που επισκέπτεται τα νοσοκομεία παιδιών Αγία Σοφία από το 1993 και Αγλαΐα Κυριακού από τον Απρίλιο του 2008. Το καρότσι φορτωμένο βιβλία περνά από τους θαλάμους των παιδιών που νοσηλεύονται και φυσικά δανείζει βιβλία. Και δεν τελειώσαμε με αυτά. Λειτουργεί ερευνητική βιβλιοθήκη 38.000 ελληνικών και ξενόγλωσσων τίτλων. Πρόκειται για μια συλλογή που περιλαμβάνει εκπαιδευτικό υλικό, αναγνωστικά, περιοδικά και απευθύνεται σε όλες τις ομάδες που σκύβουν πάνω από το παιδί και τον έφηβο. Έχει εκδώσει εκπαιδευτικά προγράμματα σε συνεργασία με διάφορους φορείς, και τα έχει παρουσιάσει σε συνέδρια. Είχε στήσει βιβλιοθήκη που καταστράφηκε σε φυλακή ανηλίκων και άλλα στο ίδιο πνεύμα.
Στο ζουμί τώρα. Υπάρχουν και πολλά θέματα που όλο και επιδεινώνονται. Μπορούμε και τι μπορούμε να κάνουμε; Οι βιβλιοθήκες έχουν να εμπλουτιστούν από το 2003. Ατομικά μπορούμε να στείλουμε βιβλία των αντίστοιχων ηλικιών. Εκδότες και συγγραφείς θα μπορούσαν να στείλουν 28 αντίτυπα του ίδιου τίτλου ώστε να αποσταλεί σε όλες τις βιβλιοθήκες. Όσα περισσότερα τόσο καλύτερα. Όσο πιο συναφή είναι τα θέματα των βιβλίων μεταξύ τους ακόμα καλύτερα γιατί δημιουργείται η πιθανότητα να αποτελέσουν μαγιά για εκπαιδευτικό πρόγραμμα.
Τα στοιχεία επικοινωνίας είναι:
Οργανισμός Παιδικών Εφηβικών Βιβλιοθηκών
Πεσμαζόγλου 8,
105 59 Αθήνα, 4ος όροφος
τηλ.:210 2320 196
φαξ: 210 3246 010


Και τελικά, φτάνοντας στο τέλος της ανάρτησης αισθάνομαι ότι κάτι βγήκε.