
Πόσο αποθηκευτικό χώρο άραγε θα χρειαζόταν να έχει στη διάθεσή του ένας εκδοτικός οίκος για να διαθέτει στοκ όλων των τίτλων που έχει εκδώσει από την αρχή της λειτουργίας του; Πόσα κτίρια θα πρέπει να μισθώνει ή να κατέχει στην ιδιοκτησία του γεμάτα ράφια με τα αντίτυπα όλων των τίτλων του ώστε να είναι σε θέση να διαθέσει ένα αντίτυπο σε εκείνον τον έναν αναγνώστη που κάποια στιγμή θα θελήσει να το διαβάσει; Κι υπάρχουν εκδοτικοί οίκοι στην Ελλάδα με πολυετή εκδοτική πορεία, η οποία αριθμεί χιλιάδες εκδόσεις. Πόσος χώρος για αποθηκευμένα πολλά αντίτυπα χιλιάδων τίτλων που περιμένουν τους αναγνώστες τους. Γιατί όλα τα βιβλία έχουν δυνητικούς αναγνώστες κι όλοι οι τίτλοι του εκδοτικού οίκου θα πρέπει να κυκλοφορούν ή να βρίσκονται κάπου περιμένοντας. Τότε θα είχαμε βιομηχανία εκδοτικών οίκων. Υπάρχουν και εκδοτικοί οίκοι, βέβαια, που δεν άντεξαν στο χρόνο κι έκλεισαν με αποτέλεσμα οι τίτλοι, η οποίοι έχτιζαν τον εκδοτικό τους κατάλογο να ορφανέψουν μέχρι που κι αυτοί εντέλει εξαφανίστηκαν καθώς κανένας άλλος εκδοτικός δεν τα υιοθέτησε. Κι είναι πολλοί οι εκδοτικοί οίκοι, από τις αρχές του 20ού αιώνα που ξεκινά η ιστορία τους, οι οποίοι εξέδωσαν και μετά έκλεισαν, ορισμένοι μάλιστα με σημαντική ιστορία και πλούσιο εκδοτικό κατάλογο.
Και τα βιβλιοπωλεία πόσο χώρο να έχουν κι αυτά για να χωρέσουν όλη την ελληνική βιβλιοπαραγωγή. Κι είναι μεγάλη η ελληνική βιβλιοπαραγωγή αριθμεί χιλιάδες τίτλους από εκατοντάδες εκδοτικούς οίκους που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο μικρό αναγνωστικό κοινό, βέβαια αν είναι μικρό ακόμη δεν το ξέρουμε με σιγουριά. Μα τα σημερινά βιβλιοπωλεία, μικρά ή μεγάλα δεν έχει σημασία, μετά βίας χωράνε την βιβλιοπαραγωγή των δύο τριών τελευταίων χρόνων κι αυτή όχι όλη. Ίσως να έχουν κι ορισμένους τίτλους του παρελθόντος ανάλογα με το γούστο του κάθε βιβλιοπώλη. Κι όταν μιλάμε για γούστο, τότε σίγουρα μιλάμε για τα μικρά βιβλιοπωλεία, τα συνοικιακά. Μα κι αυτά, πόσα βιβλία να χωρέσουν και πόσο ρίσκο να πάρει αυτός ο μικρός επιχειρηματίας μην τυχόν του ξεμείνουν στα ράφια βιβλία απούλητα που τελικά θα τα πληρώσει από την τσέπη του. Εκτός κι αν είσαι το amazon κι έχεις στη διάθεσή σου χώρους σαν αυτόν που φαίνεται στην παραπάνω εικόνα. Εκατοντάδες τ.μ. γεμάτα μεταλλικά ράφια με εκατομμύρια βιβλία ετοιμοπαράδοτα σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Εμείς όμως ζούμε στην Ελλάδα και τα ελληνικά βιβλία απευθύνονται μόνο σε αυτούς τους λίγους που ξέρουν αυτή τη σύνθετη γλώσσα και μένουν κυρίως σε μια συγκεκριμένη γωνιά του πλανήτη.
Οι εκατοντάδες ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι εκδίδουν δεκάδες τίτλους ετησίως, χωρίς το ΕΚΕΒΙ τα νούμερα δεν μπορούμε να τα διευκρινίσουμε. Όλοι παίρνουν ρίσκο, κάποιοι μικρότερο, κάποιοι μεγαλύτερο. Κανείς δεν ξέρει αν αυτό το βιβλίο που πρόκειται να εκδοθεί θα έχει επιτυχία και πόσο αυτή θα διαρκέσει. Τυπώνουν σε ένα μικρό τιράζ και περιμένουν. Πληρώνουν για να προωθήσουν, όσοι έχουν να πληρώσουν. Παλεύουν για μια θέση περιωπής σε ένα βιβλιοπωλείο με κόσμο, όσοι μπορούν. Αν το τιράζ εξαντληθεί σύντομα επανεκδίδουν άμεσα για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση. Οι άνθρωποι ζητούν, κατ' επέκταση τα βιβλιοπωλεία ζητούν και τελικά οι εκδοτικοί οίκοι τυπώνουν και στέλνουν. Αν το τιράζ δεν εξαντληθεί σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, αρχίζουν τα δύσκολα. Τα αντίτυπα που δεν πουλήθηκαν μένουν στην αποθήκη. Περιμένουν, πόσο; ανάλογα το βιβλίο. Αλλά και πάλι πόσο; Κάποιοι στιγμή ο εκδοτικός οίκος θα χρειαστεί το χώρο που καταλαμβάνουν αυτά τα απούλητα για να τοποθετήσει αντίτυπα νέων τίτλων που ενδεχομένως να έχουν μεγαλύτερη επιτυχία και να επιφέρουν περισσότερο κέρδος. Μα φυσικά, δεν δύναται επιχείρηση δίχως κέρδος. Τα επί χρόνια απούλητα αντίτυπα μιας τελικά αποτυχημένης έκδοσης γίνονται βάρος.
Αν όλες οι λύσεις αποτύχουν και το τιράζ δεν πωληθεί, μία είναι η επόμενη λύση: πολτοποίηση. Ο χώρος είναι σημαντικός και τα απούλητα τον καταλαμβάνουν ασκόπως. Πρέπει γρήγορα κι άμεσα να ξεμπερδεύουμε από αυτό το βάρος. Πέταμα με οικολογική συνείδηση. Από την άλλη, αν με χίλιους κόπους προσφορές και παζάρια, το τιράζ πουληθεί, σίγουρα ο εκδότης δεν θέλει να επανεκδώσει τον συγκεκριμένο τίτλο. Το βιβλίο παύει να κυκλοφορεί, όταν κυκλοφορούσε δεν βρήκε το δρόμο που επιτρέπει σε μια επιχείρηση την υγιή πορεία της. Κι αυτό είναι το σωστό, ο εκδοτικός οίκος γίνεται καλύτερος, μαθαίνει τις ανάγκες του αναγνωστικού κοινού, το βιβλίο ενδεχομένως να ξαναγραφτεί καλύτερο ή να ξαναμεταφραστεί με μεγαλύτερη επιμέλεια. Κάποια στιγμή στο μέλλον. Γιατί αν το βιβλίο τελικά αποδειχθεί ότι δεν ήταν τόσο αποτυχημένο όσο το χαρακτήρισαν κάποιοι που έλαβαν υπόψη μονάχα τις πωλήσεις, θα το βρει το δρόμο του.

Κι έρχεσαι εσύ μετά από χρόνια, μοναχικέ αναγνώστη, που κάποια μυστήρια οδός σε οδήγησε σε αυτό το "αποτυχημένο" βιβλίο και ψάχνεις να βρεις αυτό τον εξαντλημένο τίτλο. Κάποιος που θυμάται το γολγοθά του για να ξεφορτωθεί το βάρος μπορεί να γελάει μαζί σου. Του αναφέρεις τον τίτλο και σου κλείνει το τηλέφωνο στα μούτρα. Ούτε να το ακούει δεν θέλει. Τελείωσε, δεν υπάρχει, εξαντλημένο, το θες; δεν με νοιάζει. Κι έτσι που αρνούνται να ικανοποιήσουν τη ζήτησή σου εσύ πεισμώνεις περισσότερο και το θες ακόμη πιο πολύ από πριν. Λες, δεν μπορεί να άνοιξε η γη και να το κατάπιε, κάπου θα υπάρχει ένα αντίτυπο που να με περιμένει. Αυτές οι εξαντλημένες εκδόσεις μας κάνουν περισσότερο βιβλιόφιλους.
Πάνω σε αυτή την ιδέα γεννιέται μια άλλη επιχείρηση που έρχεται να ικανοποιήσει τη ζήτηση που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί από τα βιβλιοπωλεία και τους εκδοτικούς οίκους, τα
παλαιοβιβλιοπωλεία. Ειδικότητά τους οι εξαντλημένες εκδόσεις, τα βιβλία που σταμάτησαν να κυκλοφορούν, εκείνα που πολτοποιήθηκαν, οι εκδοτικοί οίκοι που έκλεισαν, οι τίτλοι που ορφάνεψαν, τα χάρτινα πλάσματα που θεωρήθηκαν αποτυχημένα επειδή δεν πουλήθηκαν. Αυτοί οι δαιμόνιοι παλαιοβιβλιοπώλες (όπως ο Γιάννης του παλαιοβιβλιοπωλείου
Ίστωρ της παραπάνω εικόνας) έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη οξυδέρκεια από όλους όσους ανέφερα ως τώρα, ξέρουν να ξεχωρίζουν βιβλία, προσπαθούν να μαντέψουν τις μελλοντικές ανάγκες, δίνουν τιμές εκεί που οι άλλοι τις βρίσκουν έτοιμες. Μα κι αυτά πόσα βιβλία να χωρέσουν; Ξέρεις πόσα τέτοια βιβλία υπάρχουν από την αρχή της τυπογραφίας στα ελληνικά (να το περιορίσουμε με βάση τη γλώσσα); εκατομμύρια. Δεν χωράνε σε ένα μικρό μαγαζί ενός ακόμη πιο μικρού επιχειρηματία.

Κι εδώ έρχεται πια όχι μια επιχείρηση, αφού το χρηματικό κέρδος και οι πωλήσεις δεν είναι ο κύριος σκοπός της, αλλά μια πολιτισμική μονάδα που κοιτά να ικανοποιήσει την ανάγκη του ανθρώπου για ανά-γνώση. Η Εθνική Βιβλιοθήκη κάθε χώρας είναι ο φύλακας της εθνικής βιβλιοπαραγωγής. Εκεί που το κράτος επεμβαίνει στον κόσμο των επιχειρήσεων, αφήνει έξω τους επιχειρηματικούς όρους, και επωφελείται από το πολιτισμικό αγαθό που παράγουν αυτοί. Βάσει νόμου, ο κάθε εκδοτικός οίκος υποχρεούται να αποστέλλει δύο αντίτυπα των βιβλίων που εκδίδει. Είναι αυτά τα δύο βιβλία που θα μείνουν ακόμη κι αν όλα τα άλλα εξαφανιστούν. Κι έχει τους απαραίτητους χώρους μια βιβλιοθήκη για να στεγάσει αυτά τα εκατομμύρια βιβλία; Θα πρέπει να τους βρει το κράτος που ενδιαφέρεται για τον εθνικό πολιτισμό περισσότερο από μια επιχείρηση. Να, η δική μας Εθνική Βιβλιοθήκη μόλις απέκτησε το κτίριο που θα χωρέσει όλους τους θησαυρούς της, τα ολοκαίνουρια ράφια είναι άδεια και περιμένουν να γεμίσουν, όπως φαίνεται και στην εικόνα. Βέβαια δεν είναι μόνο το κτίριο είναι και η τάξη που θα πρέπει να μπει. Γιατί το υλικό υπήρχε και πριν αλλά καθώς δεν υπήρχε ο κατάλληλος χώρος ήταν εγκλωβισμένο σε κούτες χωρίς να ξέρει κανείς την ύπαρξή του ή την ακριβή τοποθεσία του, δεν ήταν Εθνική Βιβλιοθήκη ήταν (κι εξακολουθεί για την ώρα να είναι) μια εθνική αποθήκη βιβλίων. Και βέβαια δεν γίνεσαι βιβλιοθήκη όταν αποκτήσεις ράφια.
Μα είναι στην Αθήνα κι οι αναγνώστες είναι σκόρπιοι στην Ελλάδα, θα μου πείτε. Η Εθνική Βιβλιοθήκη θα έπρεπε να είναι σε κάθε μικρή δημόσια βιβλιοθήκη που υπάρχει σε κάθε γωνιά της μικρής μας χώρας μέσω ενός αόρατου δικτύου που θα ένωνε αναγνώστες και βιβλία, το οποίο θα δημιουργούνταν από τους ακόμη πιο οξυδερκείς από όλους τους παραπάνω επαγγελματίες, επιστήμονες βιβλιοθηκαρίους. Γιατί οι βιβλιοθηκονόμοι είναι επιστήμονες κι όχι επιχειρηματίες με απώτερο σκοπό πάντα το οικονομικό κέρδος, απαραίτητο για την επιβίωση. Θα γίνει άραγε η Εθνική μας Βιβλιοθήκη ο οδηγός όλων των ελληνικών βιβλιοθηκών που προσπαθούν μόνες τους να επιβιώσουν με όποιον τρόπο θεωρεί η κάθε μία σωτήριο; Το νέο κτίριο είναι μια κάποια αρχή αλλά δεν παύει να είναι μόνο μια αρχή. Όλοι ανυπομονούμε να δούμε την εξέλιξή της και ελπίζουμε να υπάρξει εξέλιξη έστω κι αν αυτή χρειαστεί χρόνια πολλά.
Στη βιβλιοθήκη, αναγνώστη, δεν θα ικανοποιήσεις την ανάγκη σου για κατανάλωση αφού δεν μπορείς να αγοράσεις το βιβλίο και να το κάνεις δικό σου. Εκεί ξεχνάς την καταναλωτική σου μανία και συνειδητοποιείς ότι το βιβλίο δεν έχει μόνο έναν αναγνώστη γιατί ζει περισσότερο από εκείνον. Εκεί χαίρεσαι για την ανάγνωση και όχι για την κατοχή. Γι' αυτό μην επιδιώκεις η δημόσια βιβλιοθήκη να είναι μια ακόμη επιχείρηση.
Και μετά είναι και τα ηλεκτρονικά βιβλία, η ιστορία όμως αυτή δεν χωράει και αυτά μέσα της. Είναι από μόνα τους μια άλλη ιστορία η οποία βρίσκεται στην αρχή της και κανείς δεν ξέρει την πορεία της. Την παρακολουθούμε πάντως εμείς οι φίλοι της ανάγνωσης και την υπολογίζουμε.