Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

Ναός βιβλίων

Λοιπόν, κάνω σαν να μην τρέχει τίποτα, σαν να μην απουσίασα μια μέρα, μάλλον γιατί έτσι το νιώθω. Καλημέρα καλημέρα και καλή εβδομάδα, το καλοκαίρι αποσύρεται με χάρη, οι σταγόνες της βροχής πυκνώνουν και σημαδεύουν την ατμόσφαιρα με την υγρασία τους. Μέσα στα βιβλία, για τα βιβλία, για μια άλλη στάση ζωής διά των βιβλίων και όσων φέρνουν στην ζωή μας, για όσα έχουν καταφέρει και όσα πρόκειται να φέρουν με τις νέες τους μορφές και τεχνολογίες.
Αισθάνθηκα ότι έπρεπε οπωσδήποτε να μοιραστώ τις εικόνες αυτού του νέου βιβλιοπωλείου.




Πέμπτη 28 Αυγούστου 2014

Το μεγαλύτερο βιβλιοπωλείο της Κέρκυρας έκλεισε

Στην Κέρκυρα δεν έμεινα δύο ημέρες, έμεινα σχεδόν δέκα χρόνια. 
Είναι ένα μέρος που με γέμισε έντονα συναισθήματα, πολλές χαρές και αρκετές λύπες ικανές να με κάνουν να θέλω να φύγω από εκεί και να μην ξανά επιστρέψω. Έτσι κι έγινε. Οι άνθρωποι είναι το πρόβλημα, αλλά δεν αργείς να καταλάβεις ότι σε ακολουθούν όπου κι αν βρίσκεσαι. 
Ίσως γιατί είμαι κι εγώ ένας από αυτούς.
Αλλά να, τώρα που ο Μαραμπού έστειλε αυτήν την ανάρτηση γέμισα νοσταλγία, τα χρώματα, η θάλασσα, τα τοπία είναι κάτι που δύσκολα μπορεί να σβήσει η μνήμη, πάντα θα τα νοσταλγώ.
Εκεί, το έχω ξαναπεί, υπάρχουν δύο από τα πιο όμορφα βιβλιοπωλεία που έχω δει: ο Πλους και η Απόστροφος. Υπήρχε και ένα τρίτο που ίσως ήταν το πρώτο που είχα προσέξει όταν είχα περπατήσει για πρώτη φορά τα καντούντια της, δεν ήμουν θαμώνας του αλλά μου άρεσε να χαζεύω τη βιτρίνα του και να παρατηρώ τα ράφια του. 
Τις χιλιάδες φορές που είχα περάσει απ' έξω πάντα το βλέμμα μου έστω και φευγαλέα το ακουμπούσε. Φαινόταν σαν να υπήρχε από πάντα και τώρα που μαθαίνω ότι δεν θα συνεχίσει να υπάρχει νιώθω ότι το νησί που μου χάρισε τόσες στιγμές μπαίνει στο μακρινό παρελθόν. 
Αλλάζει κι εγώ δεν θα είμαι εκεί να ζω αυτές τις αλλαγές. Ευτυχώς.

Και όλα τα υπόλοιπα του Μαραμπού:


Δεν μπορώ να θυμηθώ το όνομα του. Ίσως δεν είχα στρέψει ποτέ το βλέμμα μου προς την πινακίδα ή μπορεί ακόμα και να μην υπήρχε πινακίδα. Καταλάμβανε μια ταπεινή γωνιά σε εκείνα τα πολύβουα κοσμοπολίτικα σταυροδρόμια της Κέρκυρας. Είχε δύο μικρές ξύλινες εισόδους για να μπορεί να ελέγχει την ροή των αναγνωστών αλλά ποτέ δεν χρειάστηκε να βοηθήσουν αφού μετά βίας χωρούσε δεύτερο άτομο μέσα, εκτός από την ιδιοκτήτριά του και εμένα. Θύμιζε μια ιδιωτική βιβλιοθήκη όπου η ιδιοκτήτρια ήταν πολύ περήφανη για αυτήν και μοιραζόταν την χαρά της με όποιον τύχαινε να εκδηλώσει παρόμοιο θαυμασμό. Εκεί μέσα ζούσαν αρμονικά, η λογοτεχνία με την ιστορία. Δεν ξανοιγόταν σε άλλους τομείς, η ιδιωτική ετούτη συλλογή αντανακλούσε τις προτιμήσεις της ιδιοκτήτριας. Η λογοτεχνία ήταν καλή, πολύ καλή, λες και στον περιορισμένο χώρο δεν χωρούσε να παρεισφρήσει δευτέρας διαλογής λογοτεχνία, έτσι όπως θα έπρεπε να είναι άλλωστε κάθε βιβλιοπωλείο που σέβεται τον εαυτό του και τους αναγνώστες του.
Έμοιαζε σαν περίπτερο που αγόραζες τα προϊόντα του εθισμού σου κάποιο προχωρημένο απόγευμα που ξέμενες ξαφνικά. Όσες φορές αγόρασα βιβλία, από το πρώτο μέχρι το τελευταίο, είχα έκπτωση ενίοτε πολύ γενναία, δίχως μεμψιμοιρίες και ψεύτικες αβρότητες, το αβίαστο και ανυπόκριτο χαμόγελο της ιδιοκτήτριας φανέρωνε την εκτίμησή της απέναντι στον αναγνώστη και όχι στον πελάτη.
Η Κέρκυρα είναι μια πανέμορφη πόλη αλλά ο κόσμος της είναι ανυπόφορος. Δουλικός μέχρι αηδίας. Μείνε στην Κέρκυρα, όσο φυσάει ο κοσμοπολίτικος αέρας της αλλά φύγε εγκαίρως πριν κοπάσει και σε χτυπήσει στα μούτρα η αποφορά του επαρχιωτισμού. Δηλαδή, δύο μέρες το πολύ! Οι περισσότεροι Κερκυραίοι διαθέτουν την οίηση που κολλάνε οι επαρχιώτες μετά από μια ξαφνική και έκτοτε μακρόβια εύνοια της τύχης. Δεν είναι διόλου κακό να είσαι επαρχιώτης, αλλά αν παριστάνεις ότι δεν υπήρξες ποτέ τέτοιος, είναι τουλάχιστον γελοίο. Πηγαίνω χρόνια στην Κέρκυρα και αυτή η αίσθηση δεν εξασθένισε ποτέ. Σαν να πηγαίνω εκδρομή στο Μόντε Κάρλο και να σέρνω μαζί μου μια ντουζίνα ανυπόφορους συγγενείς!
Πριν λίγες μέρες πέρασα από την Κέρκυρα για να αναπνεύσω λίγο κοσμοπολίτικο αέρα και με θλίψη διαπίστωσα ότι το βιβλιοπωλείο έλειπε. Έκανα την αφελή σκέψη ότι ίσως μεταφέρθηκε αλλού, τα ακριβά ενοίκια, μια επιθυμία να επεκτείνει το μέγεθός του, κάτι. Ήξερα όμως ότι τίποτα τέτοιο δε συνέβη. Είχα καταλάβει ότι υπήρξε πάντοτε ταπεινό αλλά τόσο περήφανο που, δεν θα καταδεχόταν να εγκαταλείψει το πόστο του, ούτε να νοθεύσει την συλλογή του. Έμοιαζε αύταρκες συναισθηματικά αλλά ίσως όχι τόσο βιώσιμο, όπως συχνά ακούμε να λέγεται τώρα πια. Τη θέση του πήρε ένα μικρό πρατήριο αρτοσκευασμάτων, είδα κάτι ξερά παξιμάδια στα ράφια του και αναπόφευκτα σκέφτηκα την γνωστή και επίκαιρη παροιμία με τα περιττώματα και τα παξιμάδια και πόσο εύκολος στόχος γίνεται πλέον ο πολιτισμός.
Η γκλαμουριά και ο φθηνός τουρισμός στην Κέρκυρα νικούν κατά κράτος το πανεπιστημιακό αντίβαρο και την μακραίωνη κουλτούρα του τόπου. Τα εξαιρετικής αρχιτεκτονικής κτίρια μοιάζουν να στοχάζονται μοναχά τους. Ο στοχασμός, τον περισσότερο καιρό, δεν κατοικεί μέσα στους ανθρώπους αλλά μέσα στα κτίρια περασμένων εποχών. Το μικρότερο βιβλιοπωλείο στην Κέρκυρα υπήρξε ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο – σε σπουδαιότητα. Αν έμενα μόνιμα εκεί, θα ήμουν ισόβιος επισκέπτης και αναγνώστης του. Άλλα, όπως συχνά σκέφτομαι, πόση αλλαγή μπορεί να φέρει ένας και μόνος αναγνώστης;

Υ.Γ.   Αφού είχα γράψει το παραπάνω κείμενο και ψάχνοντας στο διαδίκτυο για μια φωτογραφία του βιβλιοπωλείου, έπεσα και σε σχετικές πηγές με σχεδόν ένα χρόνο καθυστέρηση. Δε θα ήθελα να μου κοινοποιηθεί έτσι ξερά, καλύτερα που βίωσα την απουσία του από κοντά. 
Η θλίψη όμως παραμένει αμείωτη.

Κυριακή 24 Αυγούστου 2014

Ταξιδεύοντας

Όταν κάνεις ένα ταξίδι, οι εικόνες του σε ακολουθούν για πάντα.
Σε όποια χώρα κι αν έχω πάει η τέχνη που συναντάς καθώς διασχίζεις τους νέους δρόμους με κάνει να κοντοστέκομαι, να φωτογραφίζω και να παρατηρώ. 
Έξω από ένα σχολείο στο Salzburg ένα κορίτσι πειθαρχημένο διαβάζει.
Στα χέρια της έχει μαζέψει νερό, μάλλον πάντα θα έχει νερό αφού η βροχή αργεί να σταματήσει.
Ίσως έτσι να ήθελε ο καλλιτέχνης, να κάνει μια πηγή για τα περαστικά πουλιά που αντέχουν στο κρύο. 


Λίγο πιο κάτω σε μια ήσυχη καταπράσσινη γειτονιά στέκει μία ανταλλακτική βιβλιοθήκη με ράφια γεμάτα βιβλία. Η εικόνα της μαρτυρά ότι είναι εκεί χρόνια αλλά καθόλου ξεχασμένη, μένει ζωντανή και δείχνει να χρησιμοποιείται καθημερινά. Είναι μέρος της κοινωνίας. Είναι ένα βενζινάδικο βιβλίων, όπως γράφει. Η πόρτα σφραγίζει καλά για να αφήνει έξω τη βροχή ενώ δίπλα της υπάρχει ένα παγκάκι για τους αναποφάσιστους που δεν ξέρουν ποιο βιβλίο να διαλέξουν ή ποιο να της αφήσουν.




Θυμήθηκα τις δικές μας ανταλλακτικές βιβλιοθήκες που δεν μετρούν παρά λίγα μόνο χρόνια ζωής στους αθηναϊκούς δρόμους. Ο σύγχρονος σχεδιασμός το μαρτυρά, αν και είναι σχεδιασμένες περισσότερο να ενημερώνουν για το τι είναι παρά για να χωρούν βιβλία. Κάτι σαν να ήξεραν οι σχεδιαστές της. Δεν τις έχω συναντήσει πολλές φορές στο δρόμο μου γιατί δεν είναι σε εκείνους τους δρόμους που διασχίζω στην καθημερινότητα μου. Μόνο μία φορά είχα δει, εκείνη που βρίσκεται έξω από το υπερσύγχρονο κτίριο της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, μια βραδιά που είχα πάει για να ακούσω όμορφη και πολύωρη μουσική. Πλησίασα να τη χαζέψω αλλά μου έκαναν αρνητική εντύπωση τα άδεια ράφια-ντουλάπια της που το μόνο που είχαν ήταν κάτι άχρηστες βιντεοκασέτες, σχολικά βιβλία και κάτι ακόμα που δεν θυμάμαι. Από την άλλη όμως εκεί που στήθηκε δεν είναι πέρασμα, δεν έχεις λόγο να περπατήσεις από εκεί, να πάρεις και να αφήσεις βιβλία. Άλλες δύο έχει η Αθήνα μία στο Κολωνάκι και μία στην Κηφισιά. Βλέπω τώρα ότι τρεις υπάρχουν και στα Χανιά, σε κεντρικές πλατείες όμως αυτές. Σε λίγες μέρες θα βρεθώ στην πόλη της Κρήτης που μου θυμίζει κάτι από Κέρκυρα και Ναύπλιο, θα τις αναζητήσω στις βόλτες μου.

Παρασκευή 15 Αυγούστου 2014

BookCrossing στον Εθνικό Κήπο


Μια ζεστή Κυριακή του Ιούλη, από εκείνες που οι θάλασσες της Αττικής χάνουν το χρώμα τους, περπατήσαμε έως τον Εθνικό Κήπο να χαζέψουμε λίγο από το πράσινό του.
Ο δρόμος μας οδήγησε έξω από την Παιδική Βιβλιοθήκη. Θαυμάζω τον χώρο που επιλέχθηκε να τοποθετηθεί μια τόσο χρήσιμη βιβλιοθήκη όσο είναι πάντα μια βιβλιοθήκη που απευθύνεται σε αυτό το ευαίσθητο και καθοριστικό αναγνωστικό κοινό. Δεν ξέρω και πολλά για τις δράσεις της, δεν ξέρω τίποτα, αλλά φαντάζομαι ότι θα έχει και αυτή προβλήματα, όπως όλες οι βιβλιοθήκες αυτής της χώρας. Χαίρομαι όμως που υπάρχει και ελπίζω πάντα, κάποιος δήμαρχος κάποιος υπουργός κάποτε να ενδιαφερθεί για τις πολιτιστικές δράσεις των πόλεων.
Γνώριζα για το ΒookCrossing και ήξερα ότι ο Εθνικός Κήπος είναι σημείο απελευθέρωσης βιβλίων, αλλά ποτέ δεν είχε τύχει να συναντήσω στο διάβα μου ένα βιβλίο που επιλέχθηκε για να αλλάζει χέρια και να ταξιδεύει. Ποτέ ως εκείνη την ημέρα που περνώντας από την παιδική βιβλιοθήκη είδα μια εικόνα που μου έφτιαξε τη διάθεση.
Δύο βιβλιαράκια πάνω στο παγκάκι, όχι απλά ακουμπισμένα, αλλά στολισμένα με κορδέλες και μπαλόνια, με σημειώματα και πληροφορίες για όποιον περίεργο περαστικό ήθελε να μάθει. Με εντυπωσίασε η όρεξη αυτών των ανθρώπων με την οποία απελευθέρωσαν τα δύο βιβλία. Αυτός ο χρόνος που αφιέρωσαν για να πουν ότι αγαπούν το BookCrossing, τα βιβλία και την ανάγνωση. Το ένα βιβλίο που επέλεξαν να αφήσουν με τόση επιμέλεια ήταν το πρώτο μέρος από τον Κόσμο της Σοφίας, ένα βιβλίο που ξέρω ότι πολλοί έχουν αγαπήσει εξαιτίας της απλότητας των λέξεων του συγγραφέα που θέλησε να γράψει ένα βιβλίο για μια διαφορετική Φιλοσοφία από αυτή που μάθαμε στα θρανία. Το άλλο ήταν κάτι που δεν γνώριζα. Αυτό επέλεξα να πάρω, και με αυτό στην τσάντα και με ένα μπλε μπαλόνι να εξέχει, συνέχισα τη βόλτα μου έως το σπίτι.



Οι άνθρωποι του BookCrossing μου έδωσαν την ευκαιρία να γνωρίσω τον Nathanael West και το εξαιρετικό βιβλίο Η ονειρική ζωή του Μπάλσο Σνελλ. Ένα μικρό αλλά πυκνογραμμένο βιβλίο από εκείνα που αδικούνται όταν κάποιος προσπαθήσει να δώσει μια περίληψή του ή να πει με δύο λόγια σε τι αναφέρεται. Είναι γιατί δεν είναι από τα βιβλία που αφηγούνται μια ιστορία αλλά από εκείνα που παρουσιάζουν το βαθυστόχαστο μυαλό του δημιουργού τους. 
Είναι μες στην ιστορία οι προτάσεις, μεμονωμένες προτάσεις που θες να τις διαβάζεις ξανά και ξανά, να χαραχτούν στο μυαλό, να μη ξεχαστούν. 
Μέσα στις σελίδες του βρήκα και ένα βιβλιοφιλικό απόσπασμα, από εκείνα που μου αρέσει να αφήνω εδώ:

"Δύο χρόνια πριν τακτοποιούσα βιβλία στη δημόσια βιβλιοθήκη επί οκτώ ώρες την ημέρα. Μπορείτε να το φανταστείτε τι σημαίνει να είσαι περικυκλωμένος από βιβλία επί οχτώ ατέλειωτες ώρες - εκατό δισεκατομμύρια λέξεις, η μία μετά την άλλη, σύμφωνα με δέκα χιλιάδες παλαβά λεκτικά σχήματα. Κι όλες αυτές οι παράλογες αλληλουχίες ήταν αποτέλεσμα πόσης υπομονής, πόσης κοπιαστικής εργασίας. Πόσης δίψας. Πόσης θυσίας. Και ποιοι ένθερμοι ζήλοι, παραληρήματα, φιλοδοξίες και όνειρα τις είχαν υπαγορεύσει... 
Τα βιβλία μύριζαν όπως και οι ανάσες των συγγραφέων τους, τα βιβλία μύριζαν όπως και ένα ντουλάπι γεμάτο παλιά παπούτσια που από μέσα του περνάει η σωλήνα του καλοριφέρ. Καθώς τα φρόντιζα έμοιαζαν να αποκτούν σάρκα ή τουλάχιστον κάποια ουσία που να μπορεί να φαγωθεί".

Τώρα αυτό το βιβλίο είμαι έτοιμη κι εγώ με τη σειρά μου να το απελευθερώσω, να μην το αιχμαλωτίσω στα ράφια ενός σπιτιού αλλά να βρω ένα ωραίο μέρος να το αφήσω για να βρει τον επόμενο αναγνώστη του. 
Αυτό το μέρος αναζητώ. 
Καλοδεχούμενη η όποια πρόταση.
  

Κυριακή 10 Αυγούστου 2014

Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής

Ο Μαραμπού που ευχαριστιέται τη φύση και τη θάλασσα και διαβάζει πολύ, έστειλε μερικές σκέψεις για ένα βιβλίο που από όσα αναφέρει μου φαίνεται αρκετά ενδιαφέρον.

Για τον Γιώργο Ιωάννου άκουσα πρώτη φορά όταν σπούδαζα στην Θεσσαλονίκη όπου ένας καθηγητής μας, που του είχε μεγάλη εκτίμηση και αγάπη, μας παρότρυνε συνεχώς να τον διαβάσουμε. Επειδή τότε έκανα τα πρώτα αναγνωστικά μου βήματα, όλη η λογοτεχνία του παρελθόντος έσκασε πάνω μου σαν κύμα παρασέρνοντας την παρότρυνση του καθηγητή χωρίς όμως να σβήσει όλα τα ίχνη από την άμμο.
Κοιτούσα πολλές φορές αυτό το βιβλίο στο βιβλιοπωλείο και τελικά ενέδωσα. Και μόνο, ο τίτλος του, είναι μεγάλος πειρασμός. Εδώ πέρα συγκεντρώνονται 28 συνεντεύξεις του Γιώργου Ιωάννου σε εφημερίδες και περιοδικά που έδωσε στο διάστημα 1974-1985. Αυτό που εντυπωσιάζει με την πρώτη ματιά, είναι η εξαιρετική προφορική ικανότητα του συγγραφέα, η τόσο συγκροτημένη σκέψη, που θαρρείς πως δουλεύτηκε ωσάν να επρόκειτο για απαιτητικό γραπτό κείμενο. Σε σημείο που σε κάνει να αναρωτηθείς, μήπως οι συνεντεύξεις των συγχρόνων συγγραφέων έχουν εκφυλιστεί ή απλώς ότι ο Γιώργος Ιωάννου διέθετε μια σπουδαία ικανότητα του λόγου; Νομίζω, ισχύουν και τα δύο! 
Τα θέματα των συνεντεύξεων πέρα από τα αναμενόμενα, εκείνα για την Θεσσαλονίκη και την Αθήνα, τις αναφορές στην Κατοχή και τον Εμφύλιο, την ζωή και την οικογένειά του, επεκτείνονται και σε απόψεις για την μοναξιά, τον έρωτα, την δύναμη της γλώσσας και τις έριδες που δημιουργούνται ανάμεσα στους συγγραφείς και τον τρόπο που τους αντιμετωπίζει ο Γιώργος Ιωάννου.  Αυτά τα τελευταία, είναι τα πλέον απολαυστικά! Τα θέματα των συνεντεύξεων αλληλοκαλύπτονται κάπως, όχι όμως σε βαθμό κορεσμού, ίσα ίσα για να γίνουν κτήμα μέσω της επανάληψης, όχι στείρας, όταν αυτός που τα επαναλαμβάνει είναι ο Γιώργος Ιωάννου.
Βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα την άποψη του Γιώργου Ιωάννου για τις μεγάλες πόλεις και την μοναξιά. Προτιμά τις μεγάλες πόλεις, γιατί παρότι πολύ μοναχικός, μπορεί ανά πάσα στιγμή να βγει έξω και να χαθεί μέσα στους ανθρώπους, στην ανωνυμία του πλήθους, που θα του δώσει την αίσθηση της ανθρώπινης και ζεστής παρουσίας. Σιχαίνεται την ερημία της φύσης, που έχει φάει με το κουτάλι στις τόσες μεταθέσεις του ως εκπαιδευτικός, την αδυνατότητα να συναντήσει γύρω του ανθρώπους. Στις μεγάλες πόλεις μπορείς να γίνεις ό,τι ονειρεύεσαι για τον εαυτό σου, είναι το κλείσιμο του ανθρώπου, το θεληματικό και ευχάριστο, στον εαυτό του. Και στην οικοδόμηση της δικής του άποψης για την ζωή. Αναπόφευκτα, κάτι θυσιάζεις με αυτόν τον τρόπο, ταυτόχρονα όμως κερδίζεις και κάτι. Όταν ρωτάται: Το αίσθημα της συλλογικότητας όμως που χάνεται, η κάλυψη της μεγάλης οικογένειας – πολιτικής η θρησκευτικής – δεν σ' αφήνουν περισσότερο έκθετο, περισσότερο ευάλωτο; , ο Γιώργος
Ιωάννου απαντά: Ναι, είσαι πιο έκθετος, πιο ευάλωτος. Αυτοί οι συνδυασμοί όμως που κάνεις σε στηρίζουν περισσότερο, όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά. Η σημερινή κοινωνία δεν βοηθά αυτή την αντιφατική ζωή μας να την κάνουμε πράξη, έκφραση. Και πολλές φορές όταν έρθει μια δύσκολη κατάσταση, επιστρέφουμε σε κείνα τα παλιά. Και βρίσκουμε κάποια βοήθεια, συγχρόνως όμως αισθανόμαστε κενοί. Κι έχουμε την αίσθηση ότι κάναμε πίσω, πάρα πολύ πίσω.
Αυτές οι συνεντεύξεις είναι μεγάλη απόλαυση, σε κάνουν να θες αμέσως να διαβάσεις τα βιβλία του, παράλληλα όμως, σου δίνουν την αίσθηση ότι τα έχεις μόλις διαβάσει! Για το τέλος αντιγράφω ένα απολαυστικό απόσπασμα για το διαχρονικό πρόβλημα με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπη κάθε λογοτεχνική γενιά.

(...) πρώτα πρώτα νομίζω ότι υπάρχουν πάρα πολλά πρόσωπα τα οποία ακούγονται και εκτιμώνται παρ' αξίαν. Έχουν δηλαδή καταφέρει, με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο να θεωρούνται σπουδαίοι, ενώ δεν είναι. (...) Γιατί βλέπω ότι έχουν θεριέψει οι μετριότητες και μάλιστα τείνουν να γίνουν κατάσταση και σχολή ολόκληρη. Η σχολή της ασάφειας και της αταλαντοσύνης. Αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο να ξεχασθεί η έννοια και η ύπαρξη λογοτεχνικού ταλέντου. Έχουν πάρα πολλοί άνθρωποι μορφωθεί και μπορούν να στήσουν δυο πράγματα σε κείμενο. Ε, λοιπόν, αυτό βαφτίζεται αμέσως σε λογοτεχνικό κείμενο. Μαστιζόμεθα από μη λογοτέχνες οι οποίοι παριστάνουν τους λογοτέχνες. Και αυτό το πράγμα γίνεται δεκτό, διότι υπάρχουν ολόκληρες χορωδίες οι οποίες αναπέμπουν ύμνους.

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2014

Μια ευχάριστη άφιξη

Το καλοκαίρι κυλά μεταξύ ζέστης και βροχής νιώθοντας ότι αφιερώνω στην ανάγνωση λιγότερο από όσο θα ήθελα χρόνο. Μάλλον φταίει που έχω καιρό να βρω ένα βιβλίο που θα με ρουφήξει, θα με κρατήσει δέσμια στις σελίδες του. Έτσι τα αδιάβαστα στο ράφι περιμένουν γιατί προσπαθώ να μην απορρίψω ένα βιβλίο και να πιάσω ένα άλλο αν δεν φτάσω στην τελευταία του σελίδα.
Φταίει και που αντί να διαβάζω ονειρεύομαι ταξίδια, κι ας μ' αρέσει η Αθήνα τον Αύγουστο. Υπάρχουν τόσα μέρη εκεί έξω που αξίζει να επισκεφτείς. 
Φαντάζομαι παραλίες με διάφανες θάλασσες ή τον δροσερό αέρα και τη σκιά των δέντρων στα βουνά. Την ονειροπόληση μου ήρθε να ενισχύσει ένας φάκελος που περίμενα εδώ και καιρό. 
Είναι εκείνο το όμορφο χωριό που μένουν δύο άνθρωποι που αγαπιούνται και τους αρέσει να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα. 
Ο Βιβλιόκηπος στη Ζίτσα φαίνεται να είναι πραγματικότητα και αυτό το μικρό χωριό να απέκτησε ένα βιβλιοπωλείο, όπως αξίζει να υπάρχει σε κάθε μέρος που ζουν άνθρωποι που θέλουν να μαθαίνουν. 
Ο φάκελος περιλάμβανε δύο περιποιημένες κάρτες που φανερώνουν ότι είναι φτιαγμένες από κάποιον που έχει όρεξη και ό,τι κάνει θέλει να το κάνει μόνο με αγάπη.
Δεν το είχα πει ούτε το είχα ζητήσει αλλά προσδοκούσα η κάρτα που θα λάβω να έχει μια γωνιά του Βιβλιόκηπου. Και όντως η κάρτα που έφτασε στα χέρια μου ήταν μια βιβλιοεικόνα από εκείνες που μου αρέσει να κάνω συλλογή. Και είχε και μια δεύτερη με το μέρος που έμεινε ο Λόρδος Βύρων. 
Και οι δυο εκτυπωμένες σε ανακυκλωμένο χαρτί που δίνει την αίσθηση του παλιού και πειραγμένες έτσι ώστε να μην ξεχωρίζει αν είναι φωτογραφία ή κάποιος πίνακας ζωγραφικής.
Ο Βιβλιόκηπος απέκτησε και το site του αλλά βρίσκεται και στο twitter μέσω του οποίου παρακολουθώ τα νέα τους.
Τι άλλο μπορώ να ευχηθώ από το να δουν να πραγματοποιούνται κι άλλα όνειρα τους!



Σάββατο 19 Ιουλίου 2014

Η Μονεμβασιά του Ρίτσου

Σε ένα από τα πιο όμορφα μέρη της Ελλάδας, σε μια ιστορική πόλη που μένει ανέπαφη από τα χρόνια που έχουν περάσει, γεννήθηκε ένας σπουδαίος ποιητής. Το σπίτι του στην αρχή της πόλης, σφραγισμένο καλά να αφήνει απέξω τα αδιάκριτα σαν τα δικά μου μάτια, ξεχωρίζει εξαιτίας ενός μπρούτζινου αγάλματος που μένει να κοιτά τη θάλασσα.
Άραγε γεννιέσαι ποιητής ή γίνεσαι μεγαλώνοντας με αυτές τις εικόνες;








Φεύγοντας ἀπ᾿ τὴ Μονοβασιά
Πανάρχαιες ἐλιές, κούφιοι κορμοὶ συστραμμένοι·
τὸ δύστυχο σταχτί· τὸ καπνισμένοι κίτρινο·
ἴσκιοι τῶν σύννεφων στοὺς ἀπέναντι λόφους.
Ἔρχεται ὑπάκουο τὸ μακρινό, σὲ κοιτάει ἀπ᾿ τὸ πλάι·
ξεχνᾶς ἐκεῖνο πού ῾θελες νὰ τοῦ ζητήσεις· τὸ χέρι σου
ἀφηρημένο περπατᾶ στὴ μαλακιὰ ράχη τοῦ ζώου.
Ἦταν αὐτό; Καὶ τί ἦταν; Ἀντεστραμμένος χρόνος;
Οἱ γριὲς τυλίγουνε τὰ πόδια τους μ᾿ ἐφημερίδες,
τὰ δένουνε μὲ σπάγκους. Προφυλάξεις, προφυλάξεις, -
ὦ, σιωπηλὴ διάρκεια· καθόμαστε χάμου στὸ χῶμα
μ᾿ ἕνα καλάθι φραγκόσυκα, μὲ τό ῾να παπούτσι τοῦ δρομέα, -
κι αὐτὴ ἡ ἐπίμονη γυναίκα, ἡ ἀποστεωμένη, ἡ ἄγρια,
κάτω ἀπ᾿ τὸ δέντρο, μέσ᾿ στὴν πεισμωμένη λάμψη,
κρατώντας στὰ δύο χέρια της τὸ ἀπαρηγόρητο βρέφος.
Τότε ἀκριβῶς ἦταν ποὺ μάθαμε πὼς τίποτα δὲν εἶχε χαθεῖ.

Κυριακή 13 Ιουλίου 2014

Πώς θα πείσεις κάποιον που δεν διαβάζει να διαβάσει


Είναι ωραίο να δουλεύεις σε ένα βιβλιοπωλείο.
Ειδικά σε εκείνα τα βιβλιοπωλεία τα μεγάλα, τα super markets όπως τα αποκαλούν μερικοί
(βέβαια τα κακά είναι περισσότερα, αλλά ας μιλήσω για τη ρομαντική πλευρά αυτής της εργασίας).
Σε αυτά τα βιβλιοπωλεία υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες εύρεσης εργασίας καθώς τα μικρά συνήθως τα δουλεύουν αυτοί που τα έχουν και γιατί σε αυτά τα μεγάλα βιβλιοπωλεία μπαινοβγαίνει πολύς κόσμος και έτσι έχεις την ευκαιρία να συνομιλήσεις με κάθε τύπου αναγνώστη και όχι μόνο με τους ψαγμένους ή τους πιο φανατικούς. Συνεπώς, αποκτάς μια σφαιρική εικόνα για το αναγνωστικό κοινό αυτής της χώρας που σίγουρα δεν αποτελείται από έμπειρους αναγνώστες αλλά κυρίως από περιστασιακούς. Κι εκεί είναι το μεγάλο δέλεαρ, πώς θα καταφέρεις να κάνεις αυτούς τους περιστασιακούς να κολλήσουν, να μπαίνουν στο βιβλιοπωλείο και να ψάχνουν το επόμενο προς ανάγνωση βιβλίο.
Διαβάζοντας μια σχετική ανάρτηση στο Διαβάζοντας μου ήρθαν στο μυαλό χίλιες σκέψεις και χίλιες εικόνες. Κυρίως οι στιγμές αμηχανίες που μου δημιουργούσαν κάποιοι που μου έλεγαν "η κόρη μου (πιο σπάνια ο γιος μου και πιο δύσκολη περίπτωση) δεν διαβάζει καθόλου βιβλία, ποιο βιβλίο θα πρότεινες να της πάρω για να την κάνω να αγαπήσει το διάβασμα;".
Η πρώτη απάντηση που μου έρχονταν στο μυαλό είναι "ψήσε την κόρη σου να έρθει στο βιβλιοπωλείο και να ρωτήσει εκείνη, θα έχεις κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσες".
Αλλά αυτή η απάντηση δύσκολα λέγεται γιατί ο οποιοσδήποτε μπορεί να σε κατηγορήσει ότι διώχνεις πελάτη.
Οπότε άρχιζα τις ερωτήσεις για να καταλάβω για ποιον αναζητώ βιβλίο. Ποια είναι τα ενδιαφέροντα της, η ηλικία, με τι ασχολείται, τι ταινίες βλέπει, τι μουσική ακούει, μια σωστή ανάκριση δηλαδή.
Η πιο συνηθισμένη απάντηση ενός έμπειρου αναγνώστη είναι να προτείνει κάποιο από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, τα βιβλία εκείνα που έχει διαβάσει και τον έχουν στιγματίσει, τον έχουν διαμορφώσει ως άνθρωπο, αλλά ξεχνά μια μικρή αλλά σπουδαία παράμετρο, απαντά ως έμπειρος αναγνώστης και μάλιστα ενός σπάνιου για τα δεδομένα της χώρας αναγνώστη.
Η κλασική λογοτεχνία είναι πάντα μια εύκολη απάντηση, όμως πολύ σπάνια έφηβοι που μπαίνουν σε ένα βιβλιοπωλείο προσεγγίζουν βιβλία κλασικής λογοτεχνίας, πιο συχνά τέτοιου είδους βιβλία τα θεωρούν ξεπερασμένα και βαρετά, τα απορρίπτουν από το εξώφυλλο και μόνο.
Και πράγματι γιατί να θέλουν να διαβάσουν βιβλία του 19ου αιώνα;
Τους προσελκύουν περισσότερο τα πιο σύγχρονα βιβλία με θέμα ανάλογο με τη μόδα της εποχής (π.χ. με βρικόλακες και λυκανθρώπους ή μάγους και μάγισσες).


Για κάποιον έμπειρο αναγνώστη τα εμπορικά βιβλία είναι παράδειγμα προς αποφυγή.
Εγώ όμως δεν ξεχνώ πως πρώτα διάβασα Κοέλιο και μετά Ντοστογιέφσκι.
Γι' αυτό θεωρώ ότι για κάποιον που δεν διαβάζει πιο σωστή είναι η επιλογή ενός βιβλίου από τα best sellers παρά από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Εξάλλου ακόμη και στα best sellers υπάρχουν διαβαθμίσεις στην ποιότητα.

Το κακό στην υπόθεση είναι ότι αυτή η ερώτηση απευθύνεται σε ανθρώπους που εργάζονται σε βιβλιοπωλεία ενώ είναι ερώτηση που αρμόδια για να δώσει απάντηση είναι η τοπική βιβλιοθήκη, μία σύγχρονη βιβλιοθήκη που θα περιλαμβάνει νέες εκδόσεις και ενημερωμένους βιβλιοθηκονόμους.
Γιατί το να βοηθήσεις έναν αναγνώστη στα πρώτα του βήματα ονομάζεται αναγνωστική πολιτική και δεν πρέπει να έχει σχέση ούτε με οικονομικά συμφέροντα ούτε με υπαλλήλους που φοράν σκάνερς για να ελέγχονται οι ημερήσιες πωλήσεις τους...

Είναι ωραίο να δουλεύεις σε ένα βιβλιοπωλείο, είναι καλύτερο να έχεις το δικό σου βιβλιοπωλείο και ακόμα καλύτερο να εργάζεσαι σε μια βιβλιοθήκη.

Πέμπτη 10 Ιουλίου 2014

Μαρκοβάλντο, οι εποχές στην πόλη

Ο Μαραμπού προσπαθεί να μας πείσει ότι ο Ι. Καλβίνο είναι συγγραφέας που μπορεί να διαβαστεί από κάποιον που δεν ασχολείται με την ανάγνωση. Η κουβέντα ξεκινάει από μία ανάρτηση της Κ. Μαλακατέ στο Διαβάζοντας, πάνω στην οποία θα αναφέρω μερικές σκέψεις, όταν καταφέρω να αναπνεύσω.
 
Μετά τον ντόρο που προκλήθηκε σχετικά με τον Καλβίνο και το κατά πόσο αποτελεί σοφή επιλογή για έναν νεοφώτιστο αναγνώστη, έρχομαι σαν ανύπαρκτος ιππότης προς υπεράσπισή του και θα προσπαθήσω να γκρεμίσω το κάστρο των διασταυρωμένων (αναγνωστικών) πεπρωμένων.
Το βιβλίο του “Μαρκοβάλντο” είναι 20 υπέροχα διηγήματα με κοινό άξονα τις εποχές στην πόλη, οι ιστορίες του διατρέχουν 5 συμπληρωμένους εποχικούς κύκλους. Ο Μαρκοβάλντο, ένας φτωχός αποθηκάριος σε μια μεγάλη εταιρία, ασφυκτιά στην πόλη που ζει και ψάχνει μικρές ενδείξεις της φύσης στα πιο απίθανα μέρη, μιας φύσης που τα παιδιά του δεν γνώρισαν και έτσι συμμετέχουν ενθουσιωδώς μαζί με τον πατέρα τους, στα εκάστοτε αναπάντεχα αποκαλυπτήρια που συμβαίνουν στο αστικό τοπίο.
Οι ιστορίες του Καλβίνο είναι όμορφες, αστείες και αισιόδοξες παρά την διαρκή φτώχεια και συνεχή βιοπάλη του ήρωά τους. Όμως, στο τέλος σχεδόν κάθε ιστορίας, δεν λείπει μια νότα μελαγχολίας που σηματοδοτεί τις ματαιωμένες επιθυμίες του ανθρώπου της πόλης να αναπαράγει παραστάσεις της φύσης που έχει διαφυλάξει η μνήμη του ή έχει καλλιεργήσει η φαντασία του για να αντεπεξέλθει στην ασφυκτική αστική ατμόσφαιρα. Όπως, τα μανιτάρια που φύτρωσαν στον κορμό ενός δέντρου και έστειλαν στο νοσοκομείο μια ολόκληρη γειτονιά˙ η προσπάθεια του Μαρκοβάλντο να κοιμηθεί στο ήσυχο παγκάκι του πάρκου, που αναχαιτίζεται διαδοχικά από ένα ερωτευμένο ζευγάρι που τσακώνεται για ώρα, από τον εκνευριστικό σηματοδότη που του κλείνει το μάτι κατάμουτρα και από την πρωινή ψυχρολουσία των ποτιστικών συστημάτων˙ η επιθυμία του μεγάλου γιου να ακολουθήσει ένα κοπάδι αγελάδες που διασχίζει την πόλη με σκοπό να γνωρίσει τα αχανή λιβάδια που παρότι πλέον κοντά του, πάλι παραμένουν άπιαστα και αόρατα ύστερα από εξαντλητικές ώρες σκληρής κτηνοτροφικής εργασίας˙ ή ακόμα, η επιθυμία όλων των παιδιών να ζήσουν στον κοντινό λόφο της πόλης, ύστερα από την συνάντησή τους με κάποιους κομψούς κυρίους που άφησαν την πόλη για χάριν της υγείας τους, περιδιαβαίνοντας ολημερίς τα στενά όρια του σανατορίου!
Η γραφή του είναι εύκολη και μπορεί να διαβαστεί από διαφορετικού επιπέδου αναγνώστες χωρίς να προκαλέσει δυσφορία. Όπως διερωτάται (η πάντα καλή μεταφράστρια) Έφη Καλλιφατίδη, μήπως πρόκειται για ένα βιβλίο όπου ο συγγραφέας, μέσα από την οθόνη απλούστατων αφηγηματικών δομών, εκφράζει τη δική του περίπλοκη και διερευνητική σχέση με τον κόσμο; Μάλλον έτσι είναι, προσωπικά πιστεύω ότι με τον Καλβίνο πάντα έτσι ήταν!  Ο Καλβίνο είναι απλός αλλά όχι απλοϊκός, μου θυμίζει έντονα τον Έρμαν Έσσε όπου τα βιβλία του ανέδιναν το ίδιο περίπου αίσθημα, μπορούσες εύκολα να διαβάσεις τον Λύκο της Στέπας, χωρίς να σε πιέζει να καταλάβεις παραπάνω από όσα άντεχαν οι δυνάμεις σου. Αν μη τι άλλο, σου έμενε το κατακάθι μιας αναγνωστικής απόλαυσης. Κατά την γνώμη μου, ο Καλβίνο είναι κλάσεις ανώτερος του Έσσε, αλλά αυτά είναι προσωπικά γούστα και ενδεχομένως, ουδεμία σχέση έχουν με τα δικά σας!
Τα βιβλία του Καλβίνο επανεκκινούν ένα λειτουργικό σύστημα που έχει μπλοκάρει από τις πιεστικές (βιβλιο)ενημερώσεις που αδυνατεί να φορτώσει και τα (αναγνωστικά)προγράμματα που αδυνατεί να εγκαταστήσει στο λογισμικό του, με διαρκή τον κίνδυνο να κρασάρει ανά πάσα στιγμή – το λειτουργικό σύστημα του μυαλού μου.

Τετάρτη 2 Ιουλίου 2014

Το φυλαχτό και το βιβλίο

Ο Μπολάνιο είναι ένας συγγραφέας που συμπαθώ χωρίς να έχω διαβάσει τίποτα δικό του.
Συμπέρασμα δίχως λογική.
Το εξώφυλλο ήταν η αφορμή να θέλω να αποκτήσω το τελευταίο βιβλίο που κυκλοφόρησε στα ελληνικά. 
Ανάμεσα σε διάσπαρτες πιτσιλιές από μελάνι ποζάρει ένα ασημένιο φυλαχτό που απεικονίζει ένα βιβλίο.
Δελεαστικότατο.
Την ευκαιρία ανάγνωσης αυτού του βιβλίου μου έδωσε η Εφημερίδα των Συντακτών που εδώ και καιρό προσφέρει εβδομαδιαίως δωρεάν βιβλία. Συμμετέχω φανατικά σε κάθε διαγωνισμό κι είχα την τύχη να κερδίσω αυτό το βιβλίο που σε κάθε βιβλιοπωλείο χάζευα αλλά δίσταζα να αγοράσω. Το δώρο μου το παρέλαβα την εβδομάδα εκείνη που οι εκδόσεις Άγρα είχαν το καθιερωμένο τους μπαζάρ και έτσι είχα την ευκαιρία να επισκεφτώ τους πάνω ορόφους του νεοκλασικού τους στη Ζωοδόχου Πηγή και να βρω βιβλία των εκδόσεων σε εξαιρετικές τιμές.  
Το Φυλαχτό είναι ένα πολύ ιδιαίτερο βιβλίο, εξαιρετικά καλογραμμένο που όμως δεν κατάφερε να με απορροφήσει τόσο όσα θα ήθελα. Δύο ήταν οι λόγοι, η κάπως ιδιαίτερη υπόθεσή του και η συνεχής αναφορά σε γεγονότα και συγγραφείς του Μεξικού που δεν γνώριζα και δεν κατάφερα να κατανοήσω. Η κεντρική ηρωίδα του έχει κάτι το ανθρώπινο αλλά και κάτι το αέρινο, είναι η μητέρα της ποίησης του Μεξικού. Βρίσκεται κλεισμένη στις γυναικείες τουαλέτες της Σχολής Φιλοσοφίας και Φιλολογίας ενώ η αστυνομία έχει καταλάβει το κτίριο αλλά παράλληλα ταξιδεύει παντού, θυμάται ανθρώπους, συμμετέχει σε λογοτεχνικές συζητήσεις, γνωρίζει συγγραφείς και καλλιτέχνες. 
Αν και έχει διάσπαρτες αναφορές σε βιβλία και σε λογοτεχνικά έργα δεν θα το κατέτασσα ακριβώς στην κατηγορία βιβλία για βιβλία όπως το εξώφυλλο με το βιβλιοφυλαχτό με είχε κάνει να πιστεύω. 
Όμως η εξαιρετική γραφή του Μπολάνιο και το ιδιαίτερο ύφος του επιβεβαιώνουν την αρχική μου άποψη και με κάνουν να θέλω να διαβάσω κι άλλα του έργα και κυρίως το πολυπόθητο 2666.
Αφήνω εδώ εκείνες τις σειρές τις γεμάτες βιβλία:

"Αουξίλιο, μου έλεγαν, πάψε να σκαλίζεις το πάτωμα, Αουξίλιο, άσε ήσυχα αυτά τα χαρτιά, βρε παιδάκι μου, η σκόνη ταιριάζει πάντα με τη λογοτεχνία. Κι εγώ στεκόμουν και τους κοίταζα και σκεφτόμουν πόσο δίκιο έχουν, σκόνη πάντοτε, και λογοτεχνία πάντοτε, και τότε εγώ, που αναζητούσα διαρκώς λεπτομέρειες, έπιανα να φαντάζομαι διάφορες παράδοξες και μελαγχολικές καταστάσεις, φανταζόμουν βιβλία ήσυχα στα ράφια και φανταζόμουν όλη τη σκόνη του κόσμου που έμπαινε στις βιβλιοθήκες, σιγά σιγά, επίμονα, ακατάπαυστα, και τότε καταλάβαινα ότι τα βιβλία ήταν εύκολο θήραμα της σκόνης (το καταλάβαινα αλλά αρνιόμουν να το αποδεχτώ), έβλεπα ανεμοστρόβιλους σκόνης να αποκτούν υλική υπόσταση μέσα σε μια πάμπα που υπήρχε στα βάθη της μνήμης μου, και τα σύννεφα προχωρούσαν ώσπου έφταναν στην Πόλη του Μεξικού, τα σύννεφα της ιδιωτικής μου πάμπας που ήταν η πάμπα όλων παρότι πολλοί αρνούνταν να τη δουν, και τότε η σκόνη σκέπαζε τα πάντα, τα βιβλία που είχα διαβάσει και τα βιβλία που σκόπευα να διαβάσω, και δεν μπορούσα τίποτα πια να κάνω, όσο κι αν χρησιμοποιούσα τη σκούπα και το ξεσκονόπανο η σκόνη δεν θα έφευγε ποτέ, διότι αυτή η σκόνη αποτελούσε συστατικό στοιχείο των βιβλίων και με τον τρόπο τους εκεί ζούσαν ή αυτοσχεδίαζαν κάτι παρόμοιο με τη ζωή".

Ακριβώς αυτό: σκόνη, χαρτιά, βιβλία και καλή λογοτεχνία. Κάπου εκεί βρίσκομαι. 

Τρίτη 17 Ιουνίου 2014

Η επιστήμη της Αρχειονομίας


Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Αρχείων που ήταν την προηγούμενη εβδομάδα, στις 9 Ιουνίου, και ολοκληρώνοντας την ανάγνωση του χρήσιμου Εγχειριδίου Αρχειονομίας των εκδόσεων Πατάκη, μπήκα στον πειρασμό να γράψω μερικές σκέψεις.
Αναρωτιέμαι πόσοι γνωρίζουν την έννοια αρχείο και τη χρησιμότητά τους στη γνώση και στην ιστορία. Αν κρίνω από την απορία στο βλέμμα όσων αναφέρω τη δεύτερη ειδικότητα του πτυχίου μου μάλλον θα θεωρήσω ότι τη γνωρίζουν δυστυχώς μόνο όσοι ασχολούνται.
Η Αρχειονομία θεωρείται επιστήμη και τέχνη, επιστήμη γιατί η αποκατάσταση και η οργάνωση ενός αρχείου βασίζεται σε αρχές και τέχνη γιατί το να το καταστήσει ο αρχειονόμος προσβάσιμο για το κοινωνικό σύνολο και την έρευνα χρειάζεται κάτι παραπάνω από τη θεωρητική γνώση της επιστήμης.
"Αρχείο ορίζεται το ενιαίο ακέραιο οργανικό σύνολο των αυθόρμητα συσσωρευμένων και συναθροιζόμενων έγγραφων πράξεων, εγγράφων, μαρτυριών και τεκμηρίων, ανεξαρτήτως βαρύτητας και συνεπειών και αδιακρίτως χρονολογίας, σχήματος και ύλης, δια των οποίων αναπτύχθηκε ή/ και αναπτύσσεται και εκτυλίσσεται η πρακτική δραστηριότητα δημοσίου ή ιδιωτικού οργανισμού, νομικού ή φυσικού προσώπου (...). Αυτές οι έγγραφες πράξεις συσσωρεύονται αυθόρμητα και είναι αμοιβαία ενωμένες με δεσμό καθορισμένο από τη φύση, την ικανότητα, την ιδιότητα και την αρμοδιότητα του οργανισμού ή του προσώπου από το οποίο παρήχθησαν ή παρελήφθησαν."
Με πιο απλά λόγια χωρίς αρχείο δεν υπάρχει η ιστορία ενός ανθρώπου, ενός οργανισμού, ενός κράτους.
Ένα αρχείο μπορεί να καταστραφεί από την ασυνειδησία όσων το θεωρούν άχρηστα στοιβαγμένα χαρτιά ή εκείνων που για διάφορους λόγους το διαχωρίζουν. Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε μία βιβλιοθήκη ή σε ένα μουσείο που κάθε τεκμήριο είναι αυτόνομο, το έγγραφο χάνει την αξία του αν αποσυνδεθεί από τα υπόλοιπα έγγραφα του αρχείου στο οποίο ανήκει.
Ο αρχειακός δεσμός είναι η κύρια και βασική έννοια της Αρχειονομίας. Στην ουσία αφορά στην "εσωτερική, ουσιαστική, άρρηκτη, οργανική σχέση των εγγράφων τα οποία συγκροτούν και συνιστούν συγκεκριμένο, ενιαίο και ακέραιο οργανικό σύνολο εγγράφων, δηλαδή αρχείο."
Πάντα θεωρούσα την εργασία σε μία βιβλιοθήκη πιο ενδιαφέρουσα, όμως η εργασία σε ένα αρχείο είναι μια άκρως πνευματική και μοναχική εργασία που σε οδηγεί στη βαθύτερη κατανόηση της ιστορίας και στον εμπλουτισμό των γνώσεων. Δουλεύοντας σε ένα αρχείο είναι σαν να εκπονείς μια διδακτορική διατριβή, χρειάζεται να διαθέσεις μεθοδικότητα, υπομονή και πειθαρχεία για να ολοκληρώσεις την εργασία. Αλλά πάντα στο τέλος βγαίνεις ένας διαφορετικός άνθρωπος.
Το βιβλίο αυτό συγκεντρώνει όλα όσα διδάχτηκα και με χαρά είδα να έχουν εκδοθεί σε ένα τόμο όλες εκείνες οι γνώσεις που έλαβα αποκτώντας το πτυχίο.
Χρήσιμο να διαβαστεί από όλους όσοι δουλεύουν σε ένα Αρχείο χωρίς να έχουν τη θεωρητική γνώση της επιστήμης.

Δευτέρα 9 Ιουνίου 2014

Το άνοιγμα της Λυρικής


Η Εθνική Λυρική Σκηνή τα τελευταία χρόνια προσπαθεί πετυχημένα να διευρύνει το κοινό της με έξυπνες κινήσεις. Έτσι είχαμε ευκαιρία να απολαύσουμε ζωντανά ακούσματα στους δρόμους της Αθήνας, όπως στο αφιέρωμα για τη ζωή της Μαρίας Κάλλας ή στην πρόβα με φόντο το λιμάνι του Πειραιά.
Σαν οι μουσικοί της Λυρικής να δημιουργούν μουσική για όλους.
Στο πλαίσιο αυτού του ανοίγματος, φέτος για δεύτερη χρονιά, δίνεται η ευκαιρία σε 1.500 ανέργους να παρακολουθήσουν την αυριανή γενική δοκιμή της πρώτης παράστασής της στο Ηρώδειο.
Φέτος η έναρξη της Λυρικής στο Φεστιβάλ Αθηνών γίνεται με την όπερα "Ντον Τζιοβάνι" του Μότσαρτ.
Η σκηνοθεσία είναι του εξαιρετικού Γιάννη Χουβαρδά που είχα την ευκαιρία να γνωρίσω σκηνοθετικά μέσω της παράστασης του Εθνικού Θεάτρου "Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα".
Πρώτη φορά ο Χουβαρδάς συνεργάζεται με τη Λυρική και πρώτη φορά σκηνοθετεί όπερα στην Ελλάδα και σύμφωνα με τα όσα έχει αναφέρει αναμένεται η σκηνοθεσία του να είναι για άλλη μια φορά πρωτοποριακή.


Σε συνδυασμό με τον πανέμορφο χώρο του Ωδείου Ηρώδου του Αττικού και με τους εξαιρετικούς μουσικούς της Λυρικής η επιθυμία μου να παρακολουθήσω αυτήν την όπερα έχει πολλαπλασιαστεί.
Η διανομή των δωρεάν εισιτηρίων έγινε τις προηγούμενες ημέρες αλλά καθώς ο αριθμός των εισιτηρίων που θα διατεθούν είναι αρκετά μεγάλος, ενδέχεται εισιτήρια να βρεθούν και τελευταία στιγμή.
Και μη ξεχνάμε ότι η Εθνική Λυρική Σκηνή αναμένει να αποκτήσει τη μόνιμή της στέγη που θα είναι δίπλα από αυτή της Εθνικής Βιβλιοθήκης.

Εθνική Λυρική Σκηνή – Γιάννης Χουβαρδάς
Ντον Τζοβάννι του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ
11 & 13-15 Ιουνίου, 21:00
Ωδείο Ηρώδου Αττικού
Τηλ.: 210-3241807 / 324858

Σάββατο 31 Μαΐου 2014

Ο χαράκτης και το βιβλίο


Η χαρακτική είναι μια ιδιαίτερη και δύσκολη τέχνη με μακρά ιστορία που συντρόφευε τα βιβλία από τα πρώτα χρόνια της τυπογραφίας. Εξελίχθηκε παράλληλα με την τυπογραφία και μάλιστα για να καλύψει τις μορφωτικές ανάγκες του αναγνωστικού κοινού και για να απεικονίσει καλύτερα τις πληροφορίες του κειμένου χρησιμοποιήθηκαν διάφορα υλικά που επέτρεπαν την αποτύπωση περισσότερων λεπτομερειών. Η ξυλογραφία αποτελεί την απαρχή της χαρακτικής και χρησιμοποιήθηκε για την πρώτη εικονογράφηση των έντυπων βιβλίων. Όμως, η χρήση σκληρότερου υλικού για τη χάραξη, όπως του χαλκού, έδωσε την ευκαιρία στον χαράκτη για πιο λεπτές κινήσεις και μεγαλύτερη λεπτομέρεια. Πράγματι, στα πρώτα βιβλία ιατρικής η εικονογράφησή τους μέσω της χρήσης της ξυλογραφίας δεν επέτρεπε την ακριβή απεικόνιση της ανατομίας του ανθρώπινου σώματος σε αντίθεση με τη χρήση χαλκογραφίας. Στη συνέχεια, η λιθογραφία και η οξυγραφία επέτρεψαν την αυθεντικότερη αναπαράσταση του κειμένου.
Ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες χαράκτες ήταν ο Δημήτρης Γαλάνης (1822-1966) ο οποίος φοίτησε στην Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Στο Παρίσι συναναστράφηκε με σπουδαίους Γάλλους καλλιτέχνες της γαλλικής πρωτοπορίας όπως τον Ματίς, τον Πικάσο κ.ά. Τα πρώτα καλλιτεχνικά βήματά του έγιναν μέσω της γελοιογραφίας, ενώ στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα δημιούργησε τα πρώτα του χαρακτικά που άνοιξαν το δρόμο για συνεργασία με σημαντικούς γαλλικούς εκδοτικούς οίκους. Η εικονογράφηση βιβλίων ήταν ο βασικός βιοπορισμός του και μέσω αυτού συνεργάστηκε με μεγάλους Γάλλους συγγραφείς και έγινε γνωστός στους βιβλιόφιλους.
Το ΜΙΕΤ σε συνεργασία με την Alpha Bank ερεύνησαν το έργο του Γαλάνη στην εικονογράφηση των βιβλίων και από το 2008 και έως το 2013 κατάφεραν να εντοπίσουν 152 τίτλους που η εικονογράφησή τους φέρει την υπογραφή του καλλιτέχνη. Τα αποτελέσματα της έρευνας εκδόθηκαν σε έναν τόμο που αποτελεί έναν αναλυτικό κατάλογο των έργων του με τίτλο Δημήτρης Γαλάνης. Τα εικονογραφημένα βιβλία, 1904-1962.
Τον ίδιο τίτλο έχει και η έκθεση που παρουσιάζεται στο πολιτιστικό κέντρο του ΜΙΕΤ. Στην έκθεση παρουσιάζονται χαρακτικά του Γαλάνη που, καθώς τα περισσότερα αποτελούν εικονογραφήσεις βιβλίων, αφηγούνται ιστορίες βιβλίων. Σε έναν ιδιαίτερο και προσεγμένο χώρο ακριβώς δίπλα από το Εθνικό Θέατρο, ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να ξεναγηθεί δωρεάν στην τέχνη της χαρακτικής που συντρόφευε ανέκαθεν τον έντυπο κόσμο των λέξεων.




Σελίδες από εικονογράφηση του Δ. Γαλάνη 
Διάρκεια Έκθεσης: 7 Μαΐου - 12 Ιουλίου 2014 
Πολιτιστικό Κέντρο ΜΙΕΤ / Μέγαρο Εϋνάρδου 
Αγ. Κωνσταντίνου 20 και Μενάνδρου 
 Ώρες λειτουργίας: Τρίτη έως Παρασκευή 10 π.μ.-2 μ.μ. 
Τετάρτη και Παρασκευή 6-8 μ.μ. Σάββατο 12-2 μ.μ.

Τρίτη 27 Μαΐου 2014

Τι μου έμεινε από αυτές τις εκλογές


Είναι όμορφο να επισκέπτεσαι σχολεία, πόσο μάλλον να δουλεύεις σε αυτά. Ειδικά τα καινούρια σχολεία, τα φρεσκοβαμμένα, τα φρεσκοχρωματισμένα με σχέδια και ιδέες. Να κυκλοφορείς μέσα τους, να βλέπεις τάξεις, θρανία και παράθυρα ακόμα κι όταν αντί για μαθητές και εκπαιδευτικούς βλέπεις ψηφοφόρους. Εκεί έξω από μια αίθουσα, στον πίνακα ανακοινώσεων, η λέσχη ανάγνωσης του σχολείου σε ένα ροζ μεγάλο χαρτί προσκαλούσε τους μαθητές με αυτές τις λέξεις:

"Διαβάζω βιβλία για να κατακτήσω το χρόνο. Διαβάζοντας, το παρελθόν μου φαίνεται οικείο, το μέλλον φιλικό και προσιτό. Καταρρίπτω όρια και φραγμούς, σύνορα και προθεσμίες, απαγορεύσεις και φόβους. Η φαντασία διαστέλλεται, ο κόσμος γίνεται άπειρος ή μικρός, ανάλογα με το κέφι μου. Όλα σήμερα ελέγχονται και προκαθορίζονται. Το διάβασμα όμως μου επιτρέπει την ελευθερία. Διαβάζω άρα είμαι ελεύθερος.
Αγοράζω βιβλία για να κάνω δικό μου τον κόσμο. Τον κόσμο των ιδεών, των μύθων, της επιστήμης, του ονείρου. Μέσα από τις τυπωμένες σελίδες νιώθω να ορίζω καλύτερα τον χώρο, την οικουμένη, ολόκληρο το σύμπαν. Αγοράζοντας βιβλία, πλουτίζω σε εμπειρίες και ευαισθησία, γίνομαι συμμέτοχος στο παγκόσμιο αγαθό της γνώσης.
Χαρίζω βιβλία στο όνομα της αγάπης. Με μια ποιητική συλλογή εγκαινιάζω έναν έρωτα, με ένα μυθιστόρημα σφραγίζω μια φιλία χρόνων. Κάνοντας δώρο ένα βιβλίο που έχω αγαπήσει, δίνω στον άλλον να καταλάβει τα ιδιαίτερα αισθήματα που τρέφω γι' αυτόν.
Δανείζω και δανείζομαι βιβλία γιατί έτσι αποκτούν πνοή ζωής. Αλλάζουν χέρια, δραπετεύουν από τα ράφια, παλιώνουν χρήσιμα οι σελίδες τους, κυοφορούν γνώσεις και απόλαυση. Τα βιβλία δεν έχουν δικό τους σπίτι και κατοικία. Οι βιβλιοθήκες, ιδιωτικές και δημόσιες, είναι μονάχα η στάση που κάνουν για να ξεκουραστούν στο άχρονο ταξίδι της επίγειας ζωής τους.
Γράφω βιβλία για να ζήσω. Γράφω γιατί έχω την αυταπάτη πως είμαι ένας μικρός θεός: παίρνω αφορμή από το τίποτα και ανασταίνω ζωές, πιάνω στα χέρια μου μολύβι και στήνω ένα χάρτινο σύμπαν αληθινό."

Μακάρι όλα τα σχολεία αυτής της χώρας να γέμιζαν με ορεξάτους εκπαιδευτικούς και όλα τα κενά να καλύπτονταν με νέους ανθρώπους.
Όσοι έχετε την τύχη να δουλεύετε μην ξεχνάτε, οι μαθητές σας έχουν ανάγκη.

Σάββατο 24 Μαΐου 2014

Σκόρπιοι στίχοι

Κάπου διάβασα: "Η Καθημερινή στην Κυριακάτικη δίνει ποιήματα του Λειβαδίτη για να γεμίσει το ελληνικό ίντερνετ με ποίηση και όχι με εκλογές" και γέλασα.
Κάποτε έπεσε στα χέρια μου η ποιητική συλλογή του "Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου" και όταν έφτασα στον τελευταίο στίχο έγινε ο αγαπημένος μου ποιητής.
Διαβάζω τώρα την έκδοση της εφημερίδας και μένω απογοητευμένη. Οι ποιητικές συλλογές διαβάζονται καλύτερα ολοκληρωμένες. Σκόρπιους στίχους βρίσκει κανείς μέσω ίντερνετ.

Ο πρώτος στίχος 

Αλλά γιατί καμιά φορά στεκόμαστε στη μέση ενός άγνω-
στου δρόμου ή μπροστά σ' ένα παλιό σπίτι. Τι μας
θυμίζουν; Ποιον αναζητούμε;
Κι άλλοτε κάτω από μια γέφυρα ή πίσω από μια κουρτίνα
νιώθεις να ζεις πιο αληθινά - 
πράγματα που θα εξοφλήσεις κάποτε με την ψυχή σου.
Ώσπου ένα πρωί ακουγόταν το πρώτο κελάηδημα στον
κήπο. Άνοιξη.
Η μητέρα άλλαζε καπέλο, η νεαρή υπηρέτρια ανέβαινε στη 
σοφίτα κι έκλαιγε και ο παππούς ξεχνούσε να διαβά-
σει τη Βίβλο...

Τώρα κάθομαι στην παλιά κουνιστή πολυθρόνα που κά-
θησαν  τρεις γενιές. Που πήγαν τόσοι άνθρωποι;
Ολόκληρη η ζωή μου δεν ήταν παρά η ανάμνηση ενός
ονείρου
μέσα σε ένα άλλο όνειρο. Κι η Άννα όταν γελούσε ήταν σα
να σκόρπιζε γιασεμιά
φωτίζονταν για λίγο η νύχτα.

Θυμάμαι παιδί που έγραψα κάποτε τον πρώτο στίχο μου.
Από τότε ξέρω ότι δεν θα πεθάνω ποτέ -
αλλά θα πεθαίνω κάθε μέρα.

Πέμπτη 15 Μαΐου 2014

Ένα "μικρό" μουσείο

Οι βροχερές ημέρες στα ταξίδια είναι ιδανικές για επίσκεψη μουσείων καθώς το περπάτημα είναι δύσκολο.
Ένα από τα μουσεία που διαλέξαμε να επισκεφθούμε ήταν το μουσείο της πόλης του Σάλτσμπουργκ, το οποίο βρίσκεται σε ένα εντυπωσιακό κτίριο στην κεντρική πλατεία της πόλης.
Από μουσειολογικής απόψεως η έκθεση είχε να μου δώσει πολλά.
Είχαν καταφέρει με τον τρόπο που είχαν στήσει και παρουσιάσει τα εκθέματα να μεγεθύνουν την αξία τους, φυσικά αξιοποιώντας τις νέες τεχνολογίες. Όλη η ιστορία της πόλης, από τα βάθη των αιώνων ζωντάνεψε.



Η πρώτη αίθουσα γέμιζε με πίνακες αυστριακών που απεικόνιζαν την πόλη από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι σήμερα.
Εκεί γνώρισα τον καλλιτέχνη Theodor Kiosk που ο πίνακας του 1908 με θέμα μια καφετέρια του Σάλτσμπουργκ με εντυπωσίασε καθώς περιελάμβανε γυναίκες αναγνώστριες αλλά και παιδιά. Τα εντυπωσιακά χρώματά του, ιδιαιτέρως το βαθύ κόκκινο στις ομπρέλες, αλλά και οι ιδιαίτερες πινελιές του μου τράβηξαν αμέσως την προσοχή.
Μια εικόνα από μια άλλη εποχή, μια στιγμή ανέμελη, σίγουρα ηλιόλουστη σε μια πόλη που όλα κυλούν ήρεμα, οργανωμένα και πειθαρχημένα.



Καθ' όλη τη διάρκεια της έκθεσης οι προσωπικοί μαγνητοφωνημένοι ξεναγοί έδιναν
με έναν ιδιαίτερο τρόπο, με μορφή διαλόγου, πληροφορίες για τα εκθέματα αλλά και την ιστορία της πόλης. Στο τέλος της έκθεσης ένα μισάωρο βίντεο έδινε την ευκαιρία στον επισκέπτη να περιηγηθεί στην πόλη με έναν διαφορετικό τρόπο, συγκρίνοντας τα τεκμήρια του παρελθόντος με τις ζωντανές εικόνες του σήμερα.
Πραγματικά καλοστημένη έκθεση.