Αναζητώντας πληροφορίες και ελληνικές μελέτες που να σχετίζονται με την αρχιτεκτονική των βιβλιοθηκών, την αρχιτεκτονικής της γνώσης όλης δηλαδή, έφτασα σε μία μελέτη που είχε εκδοθεί από το Υπουργείο Παιδείας το μακρινό 1999 κι έχει ως θέμα και τίτλο τα Κτήρια Αρχείων: Βασικές αρχές σχεδιασμού. Το βιβλίο δεν κυκλοφορεί πια στο εμπόριο μόνο σε βιβλιοθήκες μπορεί κάποιος να το βρει (εγώ είμαι τυχερή και το βρήκα σε φιλική μεγάλη ιδιωτική βιβλιοθήκη στην οποία μου αρέσει να τρυπώνω που και που και να φωνάζω που βρίσκεται σε πλήρη αταξία κι από εδώ και πέρα θα το έχω στη ψηφιακή βιβλιοθήκη μου).
Διαβάζοντας το βιβλίο συνειδητοποίησα ότι μπορεί να πέρασαν κοντά είκοσι χρόνια από τότε που γράφτηκαν οι λέξεις του, όχι μόνο δεν έχουν αλλάξει και πολλά στον κόσμο των ελληνικών Αρχείων, αλλά μάλλον έχουν χειροτερέψει καθώς πια δεν γράφονται τέτοια κείμενα ούτε δημοσιεύονται νούμερα με το προσωπικό που είναι στελεχωμένα τα ΓΑΚ ή την κατάσταση των κτιρίων που τα στεγάζει. Κι είναι αλήθεια πως για τη λειτουργία των υπηρεσιών πληροφόρησης αν είναι κάτι πιο βασικό από τη στελέχωση τους με εξειδικευμένο προσωπικό είναι η στέγασή τους σε κατάλληλο κτίριο. Όλοι αυτοί οι λόγοι ενισχύουν την αξία αυτής της μικρής, σχεδόν εισαγωγικής, μελέτης.
Τα στοιχεία του 1999 που παραθέτει το βιβλίο έχουν πολύ ενδιαφέρον: "58 αρχειακές υπηρεσίες των Γενικών Αρχείων του Κράτους, από τις οποίες οι εννέα παραμένουν κλειστές λόγω έλλειψης προσωπικού και μία λειτουργεί με ευθύνη του Δήμου (Τοπικό Αρχείο Νάξου). Είκοσι επτά Αρχεία λειτουργούν με μόνιμο προσωπικό, ενώ τα υπόλοιπα με αποσπασμένους εκπαιδευτικούς από τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση [έχει μεγάλη ιστορία αυτό το πρόβλημα που δεν λέει να παύσει]. Από τις 58 αρχειακές υπηρεσίες ιδιόκτητα κτίρια διαθέτουν οι έξι, σε μισθωμένα κτίρια οι είκοσι ένα ενώ οι υπόλοιπες, σε κτήρια που έχουν παραχωρηθεί". Ακόμη, την εποχή εκείνη το κτίριο της Κεντρικής Υπηρεσίας των Γ.Α.Κ. (που είναι και το μόνο στην Ελλάδα που σχεδιάστηκε εξαρχής για να στεγάσει αρχεία και βρίσκεται στο Π. Ψυχικό) δεν είχε αποπερατωθεί. Το πρώτο κείμενο δίνει κάτι από την πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία της Κεντρικής Υπηρεσίας η οποία ξεκινά το 1914 και μαζί με αυτήν ξεκινά το κτιριακό πρόβλημα το οποίο λύθηκε σχεδόν έναν αιώνα μετά, όταν δηλαδή εγκαταστάθηκε εκεί που είναι σήμερα. Ακόμη και η ιστορία αυτού του κτιρίου έχει ενδιαφέρον, η οποία ξεκινά το 1969. Αποδεικνύεται έμπρακτα πόσος χρόνος και πόσος κόπος χρειάζεται για να μπορέσει να γίνει κατανοητό το αυτονόητο σε μια χώρα που δεν σέβεται και δεν έχει μάθει να αναγνωρίζει τον πολιτισμό της. Στη συνέχεια δίνεται το ιστορικό των κτιρίων των ΓΑΚ της Κέρκυρας, της Μακεδονίας, της Ύδρας και της Χίου που το καθένα ξεχωριστά παρουσιάζει ένα διαφορετικό ενδιαφέρον κι ένα κομμάτι της συνολικής ιστορίας των Γ.Α.Κ.
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου παρουσιάζονται επιγραμμικά πληροφορίες που ενδιαφέρουν άμεσα αρχιτέκτονες και αρχειονόμους που οφείλουν να συνεργαστούν σε περίπτωση που αποφασιστεί η ανέγερση ενός κτιρίου που θα στεγάσει ένα τόσο πολύτιμο και ιδιαίτερο υλικό όπως αυτό ενός αρχείου. Περιέχονται οι χώροι που απαιτούνται για την ορθή λειτουργία μιας αρχειακής υπηρεσίας καθώς και η χρήση αυτών και ο απαραίτητος εξοπλισμός τους. Στις αρχές σχεδιασμού και στα δομικά υλικά παραθέτονται θέματα προστασίας αρχειακού υλικού που κατά το σχεδιασμό κτιρίων ίσως είναι το σημαντικότερο που πρέπει να προβλεφθεί καθώς θα προορίζονται για να στεγάσουν αυτό το ιδιαιτέρως ευάλωτο υλικό. Ακόμη αναφέρονται θέματα στατικής επάρκειας (π.χ. τα δάπεδα των κτιρίων θα πρέπει να αντέχουν 500-1000 kg/ τ.μ. στο χώρο των αρχειοστασίων), θέματα οργάνωσης χώρων κ.λπ.
Τελειώνοντας την ανάγνωση αναρωτιέμαι ποια να ήταν άραγε η χρονιά εκείνη που το Υπουργείο Παιδείας ενδιαφέρθηκε περισσότερο για τις βιβλιοθήκες και τα αρχεία που έχει επί την επίβλεψή του. Κι αν δεν υπήρξε ακόμη αυτή η χρονιά άραγε θα έρθει στο κοντινό ή στο πολύ μακρινό μέλλον που εγώ κι όσοι διαβάζετε ετούτες τις γραμμές θα έχουμε φύγει από τον μάταιο τούτο κόσμο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου