Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

Να ένας συγγραφέας


Καλό λογοτεχνικό βιβλίο για εμένα είναι εκείνο το βιβλίο που:
όταν το διαβάζω οι λέξεις του γραπώνουν τη φαντασία μου με αποτέλεσμα τίποτα να μην μπορεί να μου αποσπάσει την προσοχή,
έχει όμορφες λέξεις, προτάσεις που θα μπορούσαν να γίνουν στίχος,
έχει λέξεις διαφορετικές από αυτές που χρησιμοποιώ στην καθημερινότητα μου,
όταν σταματάω την ανάγνωση πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται την ιστορία του,
ανυπομονώ να τελειώσω ό, τι κάνω για να αφεθώ στις λέξεις του,
όταν το ξαναπιάνω στα χέρια μου δεν έχω ξεχάσει τίποτα από τις προηγούμενες σελίδες,
έχει μια δόση αλήθειας πίσω από το μύθο,
μου μαθαίνει κάτι καινούριο,
μένει στη μνήμη.
Όσο περνάν τα χρόνια τόσο πιο δύσκολα βρίσκω ένα βιβλίο που περιέχει αυτά τα χαρακτηριστικά, όταν όμως το βρίσκω το εκτιμώ περισσότερο. Δεν ξέρω αν φταίω εγώ που δεν συγκεντρώνομαι πια τόσο εύκολα ή ο συγγραφέας που δεν με βοηθά να συγκεντρωθώ.

Αφορμή όλων αυτών των σκέψεων είναι "Η δεξιά τσέπη του ράσου" του Γιάννη Μακριδάκη που εκδόθηκε το 2009. Είχα ακούσει/ διαβάσει καλά λόγια για τον συγγραφέα που ζει στη Χίο οργώνοντας τον κήπο του και γεμίζοντας λευκές κόλλες χαρτί, άλλωστε διαβάζω τις λέξεις που αφήνει στο μπλογκ του. Ανυπομονούσα να διαβάσω κάποιο από τα βιβλία του και έτυχε να ξεκινήσω με τον εν λόγω τίτλο. Από τις πρώτες λέξεις της ολιγοσέλιδης νουβέλας κατάλαβα ότι ξεκινώ ένα καλό λογοτεχνικό βιβλίο. Ειδικά αν κάποιος έχει ζήσει τη ζωή σε ένα μοναστήρι θα καταλάβει το βαθύτερο νόημα που κρύβεται πίσω από τις λέξεις. 
Η ιστορία περιγράφει τις σκέψεις ενός πραγματικού καλόγερου που ζει αποκομμένος από τον κόσμο, με στερήσεις, νηστεία, προσευχή και διακονήματα. Ενδιαφέρεται ελάχιστα για ό,τι συμβαίνει στα εσωτερικά της εκκλησίας και για τα εκκλησιαστικά αξιώματα. Είναι και αυτή η μοναξιά που προστέθηκε στη ζωή του στο μοναστήρι που δεν αντέχεται, να μη νιώθεις μια ανάσα δίπλα σου. Ο θάνατος του αρχιεπισκόπου φαίνεται να μην τον απασχολεί ιδιαίτερα καθώς το γεγονός αυτό τον βρίσκει να γιατροπορεύει την εγκυμονούσα σκυλίτσα του, η Σίσσυ, τη μόνη συντροφιά του στο έρημο παραθαλάσσιο μοναστήρι του ακριτικού νησιού. Ο θάνατός της αλλά και η προσπάθεια να κρατήσει στη ζωή τα κουτάβια που άφησε πίσω της λίγο πριν ξεψυχήσει γίνονται η μοναδική έγνοια του. Αυτή η μοναδική έγνοια του ήρωα γίνεται συνάμα και η μόνη έγνοια του αναγνώστη. Κι όταν ένας συγγραφέας καταφέρνει να αφαιρέσει όλες τις δικές σου έγνοιες να τις κάνει ασήμαντες και να σε παρασύρει μέσω της ανάγνωσης των λέξεων στο δράμα της φαντασίας του, τότε αυτός σίγουρα είναι ένα καλός συγγραφέας και νιώθεις καλά στην ιδέα ότι υπάρχει και γράφει τέτοιες ιστορίες.
Εξαιρετικό βιβλίο και είμαι σίγουρη ότι και τα υπόλοιπα που έχει εκδώσει θα είναι αντάξια του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: