
Μακρινός τόπος η Οτάβα του Καναδά. Εκεί, λοιπόν, σε ένα κρατικό κτίριο, σε μία αίθουσα του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου, πέφτω πάνω σε δυο πίνακες που με αιχμαλωτίζουν. Κρεμασμένοι αντικριστά, μακριά ο ένας από τον άλλο και όμως, μέσα στο ίδιο θέμα. Οι τυπωμένες λέξεις, και δεν είναι καν κοντά στην Βιβλιοθήκη τους. Απεικονίζουν το θέμα ανεξάρτητα, του δίνουν βαρύτητα συνολικά, έξω και πάνω από την Βιβλιοθήκη. Καρφώνομαι.
Στα αριστερά ο μεγάλος πίνακας τιτλοφορείται «Η Ιδέα της Τυπωμένης Λέξης», με κεφαλαία γράμματα, στα αγγλικά και γαλλικά, τις επίσημες γλώσσες του κράτους. Στα γαλλικά η απόδοση διαφέρει: «Η Λάμψη του Τυπωμένου». Το κέντρο καταλαμβάνει η προσωποποίηση της Τυπωμένης Λέξης. Στα δυο υψωμένα χέρια της κρατά έναν πυρσό που φωτίζει και έναν καθρέφτη, να καθρεφτίσει τον λόγο σκέψη, και τον προφορικό λόγο στην γραπτή του έκφραση (σκέφτομαι). Γυναίκα μα όχι ιδιαίτερα θηλυκή, μονοκόμματη, με έμφαση στο κεφάλι που φορά χρυσή περικεφαλαία και κρύβει τα μαλλιά. Ο πίνακας στις γωνίες και στον ουρανό του αφήνει χώρο για ένα πλήθος μηνυμάτων. Πάνω πετάνε ένα λευκό και ένα μαύρο πουλί. Στις άκρες δεσπόζουν απόκρημνοι βράχοι, βάρβαροι. Μπροστά από την Τυπωμένη Λέξη δυο παιδικές φιγούρες, η μια κρατά δεσμίδες χαρτιού και η άλλη μια τυπογραφική κάσα. Και πιο μπροστά δυο υδρόγειες σφαίρες ακινητοποιημένες σε διαφορετικά σημεία, ώστε να αποτυπώνουν τον κόσμο όλο. Η Ιδέα της Γραπτής Λέξης που κυριαρχεί μυθοποιείται, παίρνει την μορφή αρχαίας θεάς. Ως θεά, μια εφεύρεση, μια τεχνολογική κατάκτηση του σύγχρονου κόσμου, συνοδευμένη με σύμβολα. Μιας θεάς τοποθετημένης στον χώρο των ιδεών, σε ένα τοπίο ονειρικό, άχρονο, απροσδιόριστο.
Στα αριστερά ο μεγάλος πίνακας τιτλοφορείται «Η Ιδέα της Τυπωμένης Λέξης», με κεφαλαία γράμματα, στα αγγλικά και γαλλικά, τις επίσημες γλώσσες του κράτους. Στα γαλλικά η απόδοση διαφέρει: «Η Λάμψη του Τυπωμένου». Το κέντρο καταλαμβάνει η προσωποποίηση της Τυπωμένης Λέξης. Στα δυο υψωμένα χέρια της κρατά έναν πυρσό που φωτίζει και έναν καθρέφτη, να καθρεφτίσει τον λόγο σκέψη, και τον προφορικό λόγο στην γραπτή του έκφραση (σκέφτομαι). Γυναίκα μα όχι ιδιαίτερα θηλυκή, μονοκόμματη, με έμφαση στο κεφάλι που φορά χρυσή περικεφαλαία και κρύβει τα μαλλιά. Ο πίνακας στις γωνίες και στον ουρανό του αφήνει χώρο για ένα πλήθος μηνυμάτων. Πάνω πετάνε ένα λευκό και ένα μαύρο πουλί. Στις άκρες δεσπόζουν απόκρημνοι βράχοι, βάρβαροι. Μπροστά από την Τυπωμένη Λέξη δυο παιδικές φιγούρες, η μια κρατά δεσμίδες χαρτιού και η άλλη μια τυπογραφική κάσα. Και πιο μπροστά δυο υδρόγειες σφαίρες ακινητοποιημένες σε διαφορετικά σημεία, ώστε να αποτυπώνουν τον κόσμο όλο. Η Ιδέα της Γραπτής Λέξης που κυριαρχεί μυθοποιείται, παίρνει την μορφή αρχαίας θεάς. Ως θεά, μια εφεύρεση, μια τεχνολογική κατάκτηση του σύγχρονου κόσμου, συνοδευμένη με σύμβολα. Μιας θεάς τοποθετημένης στον χώρο των ιδεών, σε ένα τοπίο ονειρικό, άχρονο, απροσδιόριστο.
Ο πίνακα
