Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2009

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΒΙΒΛΙΩΝ ΑΚΟΜΗ



Bernhard Schlink, Διαβάζοτας στη Χάννα, μετάφραση Ιάκωβος Κοπερτί, εκδόσεις Κριτική, Αθήνα 1998, 205 σ.

Ένα βιβλίο γραμμένο το 1995 που πιάνει πολλά θέματα, όλα βαριά και σοβαρά, μπαίνει σε μια γενικευμένη κουβέντα χάρη στην κινηματογραφική εκδοχή του που παίζεται στις αθηναϊκές αίθουσες από την προηγούμενη εβδομάδα. Υπάγεται, έτσι, στην κατηγορία των βιβλίων που η ιστορία τους γίνεται σενάριο του σινεμά. Αλλά πολλά βιβλία έχουν γίνει και γίνονται τηλεοπτικά σενάρια, θεατρικές παραστάσεις, μιούζικαλ, όπερες, πίνακες ζωγραφικής και πάει λέγοντας. Ισχύει και το αντίστροφο, μια εικόνα που εμπνέει ένα ποίημα, ένα ποίημα που δημιουργεί μια πλοκή, και πάνω του χτίζεται μια μυθοπλασία, αφορμές για διαλογικές σκέψεις σε διάφορα είδη και ύφη. Ένα γενικό πολιτιστικό γίγνεσθαι, από μια κατηγορία έκφρασης σε άλλη, περάσματα, αλυσιδωτές μεταγγίσεις, μεταπλάσεις, συνεχής επεξεργασία που ανοίγει τα θέματα και την έκφρασή τους.
Συγκρίσεις για την πιστότητα στο αφετηριακό έργο και κρίσεις για το αν το ένα αποδίδει καλύτερα την αφήγηση από το άλλο εξυπηρετούν άραγε; Το ένα πλουτίζει το άλλο, δουλεύει προσθετικά με τα εργαλεία που έχει στην διάθεσή του, προσφέρει διαφορετικά πράγματα, και οι αναγνώστες, θεατές, ακροατές έχουν να λάβουν από όλα.

Και αν έχουμε βιβλία για την γραφή και την ανάγνωση, αυτό εδώ είναι ένα βιβλίο για τον αναλφαβητισμό, για τις δυσκολίες που προκύπτουν από την κοινωνική αναπηρία, για την ντροπή που ακολουθεί για την κρυφή ζωή που ζει εκείνος που δεν μπορεί να αποκωδικοποιήσει τα σύμβολα του αλφαβήτου που τον περιβάλλουν στο αστικό περιβάλλον και την συνεχή πίεση και την εξαντλητική ένταση που υφίσταται με το που βγαίνει από το κατώφλι του σπιτιού του για να καλύψει ότι δεν μπορεί το αυτονόητο σήμερα στην Δύση, να διαβάσει.
Ένα βιβλίο που μιλάει για την ανάγνωση προς έναν αναλφάβητο, μια ειδική περίπτωση ενήλικα αναλφάβητου που δεν μαθαίνουμε γιατί και πώς προέκυψε αυτή η έλλειψη. Μια ανάγνωση που διαφέρει από την σιωπηλή κατ’ ιδίαν ανάγνωση, που γυρεύει την σωστή εκφορά και τονισμό του λόγου, που διαρκεί περισσότερο χρόνο, και έχει ως αποτέλεσμα την καλύτερη και μονιμότερη διατήρηση του περιεχομένου της ανάγνωσης στον αναγνώστη, που απαιτεί τις δυνάμεις του και δημιουργικότητα.
Είναι ένα βιβλίο που μιλάει και για αναγνώσεις που μεταδίδονται μέσα από μηχανικά μέσα (το κασετόφωνο) προκειμένου να υπηρετήσουν μια ξεχωριστή επικοινωνία με ενδιάμεσο την τέχνη του λόγου. Συναντάμε την επιθυμία για. διάχυση της ανθρώπινης περιπέτειας, τις σκέψεις και τα συναισθήματα που γεννά οι λέξεις των άλλων. Ο πρωταγωνιστής δανείζει την φωνή του και δανείζεται τις λέξεις από το ξεκίνημα της ιδιότυπης σχέσης.

Πολλά ερωτηματικά και αιωρούμενες μισοαπαντήσεις γύρω από το πώς δουλεύει η μνήμη, τι συμβαίνει με την διαδικασία της ανάμνησης, πόσο μπορούμε να βασιζόμαστε σε εντυπώσεις, πώς τις ξαναφέρνουμε στο μυαλό μας, την θλίψη που μας κυριεύει στριφογυρνώντας προς τα πίσω, και την σχέση μεταξύ υπαρκτών καταστάσεων και υποσχέσεων που δεν πραγματοποιήθηκαν. Εσωτερικές διεργασίες. Προσωπικές και συλλογικές. Πώς να συμβιώνει κανείς με βαριά σημαδεμένα παρελθόντα, όπως η γενιά των Γερμανών που είχε συνεργαστεί ή και δεν εμπόδισε το παγκόσμιο αιματοκύλισμα…, τι έπρεπε να κάνει και πού πρέπει να σταθεί η μεταπολεμική γενιά, πώς να φερθούν και να νιώσουν όσοι αγάπησαν συγγενείς και φίλους που εγκλημάτησαν. Ζητήματα συμφιλίωσης του παρελθόντος με το παρόν που απασχολούν τους λαούς, σε μικρότερη ένταση, και ψάχνονται. Απασχολούν και εμάς σε διάφορα και διαφορετικά επίπεδα, ας πούμε η παρουσία της αρχαιότητας στην καθημερινότητά μας και στην θεωρητική μας θωράκιση, οι σχέσεις μας με τους γείτονες από όλα τα σημεία του ορίζοντα με τους οποίους έχουμε έρθει σε μετωπική σύγκρουση,…
Ο αφηγητής σε πρώτο πρόσωπο Μίχαελ Μπεργκ, μετά τις νομικές σπουδές του γίνεται ιστορικός του δικαίου πιστεύοντας ότι «… το παρελθόν… ήταν εξίσου ζωντανό με το παρόν.» και «Το ν’ ασχολείσαι με την ιστορία σημαίνει να δημιουργείς γέφυρες μεταξύ παρελθόντος κι παρόντος, να παρατηρείς και τις δύο όχθες και να ενεργείς και στις δύο.» και κατέληγε ότι μέσα στο παρόν θα έπρεπε να μάθουμε να ζούμε με το παρελθόν (σ. 171).
Για την προδοσία, τις αμφιβολίες, τις ενοχές «Ξέρω πως ν΄ αρνηθείς κάποιον είναι ένα είδος κρυφής προδοσίας. Απ’ έξω δεν είναι εμφανές αν πρόκειται γι’ απάρνηση ή απλώς διακριτικότητα, σεβασμό, αποφυγή λυπηρών και δυσάρεστων καταστάσεων. Αλλά εκείνος που απαρνιέται το ξέρει καλά…» (σ. 73).
Διαβασμένο το είχα, είδα την ταινία «Σφραγισμένα χείλη» και το ξαναδιάβασα. Η ταινία μου άρεσε και αναγνώρισα μέρη του βιβλίου αλλά απέκτησα και εικόνα (εσωτερικά σπιτιών, αστικές ματιές, η εξοχή, αίθουσα δικαστηρίου), τα διαβάσματα τα μοιράστηκα διαφορετικά και αυτό πολύ το ευχαριστήθηκα γιατί έφτιαξε ενωτικό νήμα.

Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009

Η κλέφτρα των βιβλίων

Πρέπει να είναι ευτυχισμένοι όσοι μπορούν να διαβάζουν υποχρεωτικά και παράλληλα να διαβάζουν και Λογοτεχνία. Επέλεξα από τη στοίβα με τα αδιάβαστα ένα τελευταίο, πριν σταματήσω για το επόμενο διάστημα, βιβλίο με θέμα για άλλη μια φορά τα βιβλία. Να προσθέσω κι εγώ ένα ακόμα τίτλο στη λίστα με το αγαπημένο θέμα, μια λίστα που δείχνει να μην τελειώνει, ευτυχώς γιατί μου (ελπίζω μας) δίνει ευχαρίστηση.

Αν πω ότι είναι ό,τι καλύτερο έχω διαβάσει τον τελευταίο καιρό αισθάνομαι ότι θα το αδικήσω. Αντί γι' αυτό θα πω ότι το βιβλίο αυτό συγκεντρώνει όλα όσα μου αρέσει να διαβάζω.
Ο συγγραφέας Markus Zusak στα 30 του έγραψε την Κλέφτρα των βιβλίων, ένα βιβλίο που πριν λίγο καιρό μεταφράστηκε στα ελληνικά και εκδόθηκε από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
Με καλή και ευρηματική αφήγηση, ο αφηγητής είναι εκείνος που του έχει ανατεθεί ο ρόλος να "μεταφέρει στα χέρια του τις ψυχές στον ταινιόδρομο της αιωνιότητας", ένας ρόλος δύσκολος και σε ορισμένες περιπτώσεις αρκετά κουραστικός, ο συγγραφές μας περιγράφει σκηνές από τον β' παγκόσμιο πόλεμο. Μέσα στη φρίκη και τη σκληρότητα του πολέμου θα βρει την ευκαιρία να μας μιλήσει για τη δύναμη της φιλίας και της ψυχής αλλά κυρίως για τη δύναμη, την απίστευτη αυτή δύναμη, των λέξεων και των βιβλίων. Η Λίζελ γεννιέται για να ζήσει όλες τις επιπτώσεις του πολέμου αλλά και για να μάθει να διαβάζει, να γράφει και να αγαπάει.
Από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου θα γνωρίσει τον χωρισμό από την οικογένεια της, θα έρθει αντιμέτωπη με τον θάνατο, αλλά θα κρατήσει στα χέρια της το πρώτο της βιβλίο, χωρίς ακόμα να ξέρει να το διαβάζει. Ο θετός της πατέρας θα αναλάβει να τη μάθει ανάγνωση. Κάθε που οι φόβοι της όλοι θα έρχονται να τις ταράζουν τα όνειρα αυτός θα είναι εκεί να της μαθαίνει καινούριες λέξεις για παρηγοριά, για αγκαλιά μες στο σκοτάδι.
Ένα βιβλίο δεν είναι αρκετό και σύντομα θα βρεθεί σε μια ιδιωτική βιβλιοθήκη και θα νιώσει τη μαγεία: "Διέτρεξε με την ανάστροφη του χεριού της το πρώτο ράφι σε όλο του το μήκος, ακούγοντας το σύρσιμο των νυχιών της να γλιστράει στη ράχη κάθε βιβλίου σαν μουσικό όργανο".
Οι λέξεις θα της κρατάν καλή συντροφιά ακόμα κι όταν οι άνθρωποι θα βομβαρδίζουν ανθρώπους και ο φόβος θα είναι παντού. Στο καταφύγιο που επέλεξαν, θα διαβάζει στους άλλους για παρηγοριά, όπως της έμαθαν: "Δεν τολμούσε να σηκώσει το κεφάλι της, αλλά μπορούσε να νιώσει τα φοβισμένα μάτια τους να κρέμονται από αυτήν καθώς ρουφούσε μέσα της τις λέξεις και τις φυσούσε πάλι έξω. Μια φωνή έπαιζε τις νότες. (...) είδε μόνο τη λειτουργία των λέξεων - να προσαράζουν στα χαρτί, να το χτυπούν ανελέητα για να περπατήσει εκείνη πάνω του".
Στον άρρωστο φίλο της θα χαρίζει λέξεις "λες και οι λέξεις από μόνες τους θα μπορέσουν να τον θρέψουν". Είναι αυτός που θα της χαρίσει αργότερα το πιο πολύτιμο δώρο: μια ιστορία γι' αυτήν με τίτλο "Εκείνη που έριχνε τις λέξεις"...
"Οι καλύτεροι ήταν εκείνοι που καταλάβαιναν την αληθινή δύναμη των λέξεων. Ήταν εκείνοι που μπορούσαν να σκαρφαλώσουν όσο πιο ψηλά γινόταν. Ανάμεσά τους κι ένα μικρό, κοκαλιάρικο κορίτσι. Ήταν πασίγνωστη στην περιοχή της, η καλύτερη απ' όλους εκείνους που έριχναν τις λέξεις, επειδή ήξερε πόσο αδύναμος είναι ένας άνθρωπος ΧΩΡΙΣ τις λέξεις."
Μία μαγική ιστορία μέσα στην ιστορία.

Τα βιβλία θα τη βοηθήσουν να ξεπεράσει τους φόβους της, θα μάθει να έχει τις λέξεις για παρηγοριά, θα κλέψει βιβλία για να διαβάζει και τελικά όταν όλοι θα πεθάνουν εκείνη θα σωθεί γιατί οι λέξεις την είχαν φέρει στη ζωή και οι λέξεις θα την κρατήσουν.

Για εκείνους που αγαπούν τα παιδικά βιβλία όσο εμείς αναφέρω ότι από 23-26 Ιανουρίου θα πραγματοποιηθεί η 2η Έκθεση Παιδικού και Εφηβικού Βιβλίου.

Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2009

Piano Plus Festival


Φέτος για πρώτη φορά, σε συνεργασία του Ιονίου Πανεπιστημίου με το Δήμο Ταύρου, διοργανώθηκε το πρώτο φεστιβάλ πιάνου: "Piano Plus Festival-2009".
Είχα τη χαρά να βρεθώ εκεί στις 15/01 και να ακούσω τη καθορισμένη για εκείνη τη μέρα συναυλία μουσικής δωματίου για βιολί και πιάνο. Είχα πολύ καιρό να ακούσω τη μουσική που αγαπώ, τη χρωματιστή αυτή μελωδία, ζωντανά.
Στη μεγάλη μας πόλη γίνονται πολλά αλλά δυστυχώς λίγα είναι αυτά που ακούγονται. Πετιούνται στιγμές σαν αυτές και νιώθω άσχημα γιατί τις ρούφηξα μόνη μου. Σε ένα κρύο και μεγάλο αμφιθέατρο ενός σχολείου στον Ταύρο εγώ και άλλα είκοσι το πολύ άτομα ακούσαμε Schubert, Paganini, Mozart, Schumann και τον άγνωστό μου Ysaye. Γλυκές μελωδίες πιάνου, ένα όμορφο πιάνο που παραχώρησε ο Nakas, και βιολιού, γνωστοί ήχοι.
Το Φεστιβάλ αυτό συνεχίζει και το πρόγραμμα είναι εδώ. Σίγουρα και οι επόμενες μέρες θα αξίζουν, σίγουρα όμως όχι όπως αυτή.
Ήθελα να σας χαρίσω μερικές νότες αλλά δεν μου επιτρέπει να ανεβάσω το βιντεάκι που τράβηξα. Γι' αυτό ανεβάζω μόνο δύο φωτογραφίες και λίγες λέξεις για αντάλλαγμα.


Είναι εκείνη η στιγμή που ο χρόνος σταμάτησε, ξεχάστηκε ίσως και να 'σβησε. Ούτε ανάσα ούτε φωνή, μόνο χρώματα που γεμίζουν από νότες, γράμματα και σκέψεις. Εκείνες οι νότες που σε παίδεψαν, εκείνες οι λέξεις που ακόμα δεν έμαθα. Προσπαθώ να ταξιδέψω μαζί γιατί ξέρω πως έχεις φύγει. Το πέτυχες και περπάτησες σε ένα ουράνιο τόξο και άγγιξες τα χρώματα εκείνα που λίγοι έχουν δει. Το πέτυχες πήρες και εμένα παρέα και ξέχασα για μια στιγμή πως έξω υπάρχουν ακόμα νεκροί.
Για κάθε τέτοια στιγμή ένα μόνο ευχαριστώ, σίγουρα δεν αρκεί.


Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2009

Παιδικά βιβλιοβιβλία


Τα βιβλία για παιδιά είναι ολόκληρη ιστορία, μια ιστορία από εκείνες που μας αρέσουν εδώ. Το διάβασμα και η χαρά που δίνει δεν έχει ηλικία.
Τα παιδικά βιβλία δεν είναι παρά μια προβολή των μεγάλων για το τι κρίνουν ότι ταιριάζει στα παιδιά. Είναι μια επιστροφή άλλοτε νοσταλγική και άλλοτε κριτική στην παιδική ηλικία των ενήλικων αναγνωστών και του συγγραφέα, μια ανάδυση των αναμνήσεων που γυροφέρνουν μαζί με μεταγενέστερες εμπειρίες, είναι μια τάση ποτισμένη με την αισιοδοξία ότι ο επόμενος ξεκινά με άλλες, ίσως ευνοϊκότερες, προδιαγραφές. Τα βιβλία για παιδιά βγάζουν χρώμα και συναίσθημα, προσφέρουν καλόβολη καθοδήγηση στον έξω μικρόκοσμο και στην υφήλιο όλη, σωρευμένη και τακτοποιημένη πληροφορία, περιπέτεια στην πραγματικότητα και εξερεύνηση στην φανταστική δυνατότητα. Συγχρόνως, με κάποιο τρόπο γιατρεύουν τα απωθημένα των μεγαλωμένων ανθρώπων, ζητούν να αναπληρώσουν βιωμένες ελλείψεις, δίνουν απαντήσεις σε θέματα δύσκολα για τα μικρά των ανθρώπων και τους κανόνες των κοινωνιών τους. Είναι φορές, πολλές φαντάζομαι, που αφήνουν ανεξίτηλα ίχνη, με μια τυχαία πρόταση, μια ιδιαίτερη κουδουνιστή λέξη, ένα περίεργο σύμπλεγμα, έναν μυστήριο συνειρμό…
Τα παιδικά βιβλιοβιβλία με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έχουν να κάνουν με τον κόσμο των βιβλίων. Δεν εμφανίζονται εδώ με κάποια λογική, χρονολογική, αλφαβητική κατά συγγραφέα ή άλλη. Τα 15 πρώτα έχουν παρουσιαστεί διάσπαρτα στην στήλη Βιβλία για βιβλία, σταδιακά θα παρουσιάζονται στις Βολτίτσες και ο κατάλογος θα συμπληρώνεται.

1. Μπερνάρ Κλαβέλ, Το χάρτινο κάστρο, εικονογράφηση Γιάν Νάσιμπεν, μετάφραση Έφη Κορομηλά, εκδόσεις Κάστωρ, Αθήνα 2005, 32 σ.
2. Αντώνης Παπαθεοδούλου-Τερέσα Ινφάντε, Το παρανομύθι, εικονογράφηση Δέσποινα Καραπάνου, εκδόσεις Κυριάκος Παπαδόπουλος, Αθήνα 2006, 57 σ., σειρά: πτήσεις Junior, για παιδιά 7-9 χρονών.
3. Jeanette Winter (κείμενα και εικονογράφηση), Η βιβλιοθηκάριος της Βασόρας, μια αληθινή ιστορία από το Ιράκ, εκδόσεις Παπαδόπουλος, Αθήνα 2007.
4. Εβελίν Μπριζού-Πελέν, Ο μεγάλος έρωτας του βιβλιοθηκάριου, εικονογράφηση Βερονίκ Ντες, μετάφραση Ρένα Χατχούτ, Σύγχρονοι Ορίζοντες, Αθήνα 2000, 47 σ., σειρά: Λογοτεχνία για παιδιά. Για νεαρούς αναγνώστες από 8 ετών και πάνω
5. Ευγένιος Τριβιζάς, Ο Ιγνάτιος και η γάτα, εικόνες Βαγγέλης Παυλίδης, Καλέντης, Αθήνα 2001 σειρά: Παραμύθια από τη χώρα των χαμένων χαρταετών 1
6. Ντομινίκ Ντέμερ, Η μυστηριώδης βιβλιοθηκάριος, μετάφραση Πόπη Καλούδη-Escayola, εικονογράφηση Κωνσταντίνα Καπανίδου, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2005, 71 σ. Σύγχρονη λογοτεχνία για παιδιά και για νέους-συλλογή Χελιδόνια για παιδιά από 8 ετών
7. Charle M. Schultz, Αγαπητέ μου εκδότη…: οδηγός επιβίωσης για επίδοξους συγγραφείς, Ερευνητές, 2008, 94 σ.
8. Γιοστέιν Γκάαρντερ-Κλάους Χάγκερουπ, Η Μαγική Βιβλιοθήκη, μετάφραση Ιάκωβος Κόπερτι, Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη, Αθήνα 2002, 299 σ., σειρά: Ξένη Λογοτεχνία
9. Πόλυ Βασιλάκη, Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Η κυρία Καμηλοπάρδαλη ήταν σοφή!, εικονογράφηση Λίλα Καλογερή, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2005, 28 σ. + 4 σ. χωρίς αρίθμηση. Σειρά: Χωρίς σωσίβιο, επίπεδο 2.
10. Μαρία Παπαγιάννη, Βιβλιοφάγος κατά… λάθος!, εικονογράφηση Σ. Τουλάτου-Π. Μπουλούμπασης, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2005, 22+2 χ. α. Βιβλία για παιδιά και νέους, σειρά: χωρίς σωσίβιο, επίπεδο 1, Καβουράκια 5
11. Suzanna Tamaro, Χαρτοφοβία, εικονογράφηση Τζοβάννι Μάννα, μετάφραση Σώτη Τριανταφύλλου, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2003, 2004, 53 σ. Σύγχρονη Λογοτεχνία για παιδιά και νέους, Συλλογή Μικρά Σπουργιτάκια 5, για παιδιά από 5 ετών.
12. Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Ο Βιβλιοπόντικας, εικονογράφηση Κιάρα Φεντέλε, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2004, 24 σ., σειρά: χωρίς σωσίβιο-Καβουράκια 1 (για παιδιά Α΄ και Β΄ Δημοτικού)
13. Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Όταν ο Βιβλιοπόντικας συνάντησε την Τίτα Γραβιέρα, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2004, 32 σ.
14. Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Μυστήριο στην Βιβλιοποντικοθήκη, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2006, 32 σ.
15. Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι του Βιβλιοπόντικα, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2007
16. Silvia Roncaglia, Elena Temporin, Η πριγκίπισσα που διάβαζε πολλές ιστορίες για πριγκίπισσες, εκδόσεις Modern Times, Αθήνα, 51 σ.
17. Ελένη Μαντέλου-Σουβατζίδου, Η περιπέτεια της Περιπέτειας, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 1990 και τον Νοέμβριο 2005 είχε κάνει 19 εκδόσεις, 59 σ., συλλογή σπουργιτάκια 2
18. Ελένη Μαντέλου, Η Περιπέτεια κρυμμένη στις σελίδες, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2003, 79 σ., συλλογή σπουργιτάκια 72
19. Ντέιβιντ Μέλλινγκ, Η βιβλιοθήκη των φαντασμάτων, απόδοση: Αγαθή Δημητρούκα, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2004
20. Birgit Bergander, Franziska von Strotha, Έχω μία φίλη που είναι βιβλιοπώλης, εικονογράφηση Ralf Butschkow, Modern Times, Αθήνα 2000, σειρά: Τα επαγγέλματα
21. Το βιβλίο, εκδόσεις ΑΣΕ Α.Ε., Θεσσαλονίκη, σειρά: δες πώς γίνεται
22. Άννα Δαρδάλη, Η Γούπυ στην Εθνική Βιβλιοθήκη, εικονογράφηση: Νίκη Λεωνίδου, εκδόσεις Χατζηλάκος, Αθήνα 2008, με CD
23. Άρης Δημακίδης, Το παιδί που δεν αγαπούσε τα βιβλία, εικόνες Γιώργος Σγουρός, Μεταίχμιο, Αθήνα 2009, 44 σ.

Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2009

Αναγνώσεις του 2008


Σε διάφορα βιβλιοφιλικά ιστολόγια αυτόν τον καιρό ανεβάζουν μια διαφορετική ανάρτηση, μια ανασκόπηση του έτους που έφυγε. Πρόκειται για μια λίστα με βιβλία, τα βιβλία που διάβασαν το προηγούμενο έτος. Είναι μια πολύ όμορφη ιδέα που ζήλεψα και εκτός από αυτό, ο Αλέξανδρος από τη μακρινή Σάμο, είχε την επιθυμία να δει και τη δίκη μου λίστα με τα βιβλία που διάβασα το 2008. Η επιθυμία του αυτή είναι και δική μου διότι φέτος έκανα το λάθος και δεν συμπλήρωσα τη λίστα που από το 1998 κρατάω. Την περσινή χρονιά διάβασα αρκετά κι ίσως αυτός να είναι λόγος που κουράστηκα να συμπληρώσω τη λίστα μου. Είναι μια καλή ευκαιρία να θυμηθώ όλα τα βιβλία που διάβασα, αν και δυστυχώς νιώθω ότι είναι αδύνατο να θυμηθώ όλα εκείνα που δανείστηκα και φυσικά δεν υπάρχουν στα ράφια μου. Δεν αναφέρω καθόλου τα παιδικά βιβλία (μικρά βιβλιαράκια που τα περισσότερα τα διάβασα στο πόδι) παρά μόνο εκείνα που μου έκαναν περισσότερη εντύπωση. Κάποια από τα βιβλία που ακολουθούν τα αγάπησα και έμειναν, κάποια τα τελείωσα χωρίς να μου μείνουν και πολλά. Προσπαθώ να ακολουθήσω τη σειρά με την οποία και τα διάβασα.
  1. Iris Murdoch, Μέσα στο δίχτυ, Εκδόσεις Χατζηνικολή
  2. Philip Roth, Κουβέντες του σιναφιού, Εκδόσεις Πόλις
  3. Marguerite Duras, Γράφοντας, Εκδόσεις Εξάντας
  4. Συλλογικό έργο, Άρωμα βιβλίου, Εκδόσεις Πατάκη (εξαντλημένο)
  5. Συλλογικό έργο, Το καρότσι: η ιστορία ενός καροτσιού που έγινε βιβλιοπωλείο, Εκδόσεις Εκάτη (εξαντλημένο)
  6. Michael Ende, Ιστορία χωρίς τέλος, Εκδόσεις Ψυχογιός
  7. Fernando Pessoa, Το βιβλίο της ανησυχίας Ι, Εκδόσεις Εξάντας
  8. Bernhard Schlink, Διαβάζοντας στη Χάννα, Εκδόσεις Κριτική
  9. Umberto Eco, Αναμνήσεις επί χάρτου, Eκδόσεις Ελληνικά Γράμματα
  10. Αlvin Kernan, Ο θάνατος της λογοτεχνίας, Εκδόσεις Νεφέλη
  11. Μπαχιγί Ναχτζαβανί, Το δισάκι, Εκδόσεις Μεταίχμιο
  12. Pierre Peju, Το γέλιο του δράκου, Εκδόσεις Ποταμός
  13. Paul Deslamand, Ένα βιβλίο για πέταμα, Εκδόσεις Πόλις
  14. Jostein Gaarder, H μαγική βιβλιοθήκη, Εκδόσεις Λιβάνη
  15. Frances Hardinge, H μαγίστρα των λέξεων, Εκδόσεις Πατάκη
  16. Azar Nafisi, Διαβάζοντας τη Λολίτα στην Τεχεράνη, Εκδόσεις Λιβάνη
  17. Χριστίνα Μπάνου, Διαχρονικά γνωρίσματα της εκδοτικής βιομηχανίας στον δυτικό πολιτισμό, Εκδόσεις Κότινος
  18. Veronique Roy, Φόνοι στο μουσείο Φυσικής Ιστορίας, Εκδόσεις Πόλις
  19. Αντόν Τσέχοφ, Η τέχνη της γραφής, Εκδόσεις Πατάκη
  20. Μάριο Βάργκας Λιόσα, Επιστολές σ' έναν νέο συγγραφέα, Εκδόσεις Καστανιώτη
  21. Πατρίτσια Χάισμιθ, Πώς να γράψετε ένα μυθιστόρημα αγωνίας, Εκδόσεις Πατάκη
  22. Γουσταύος Φλωμπέρ, Βιβλιομανία/ Η σπείρα, Εκδόσεις Στιγμή
  23. Συλλογικό έργο, Η ιστορία της ανάγνωσης στο δυτικό κόσμο, Εκδόσεις Μεταίχμιο
  24. Tobias Wolff, Το παλιό σχολείο, Εκδόσεις Πόλις
  25. Ντόνα Ταρτ, Μυστική ιστορία, Εκδόσεις Λιβάνη
  26. Μαρία Μήτσορα, Άννα, να ένα άλλο, Εκδόσεις Πατάκη
  27. Μαρία Μήτσορα, Με λένε Λέξη, Εκδόσεις Πατάκη
  28. Ελίας Κανέττι, Η τύφλωση, Εκδόσεις Γράμματα
  29. Luis Sepulveda, Αν δεν έχεις που να κλάψεις, Eκδόσεις Opera
  30. Χαρούκι Μουρακάμι, Σπούτνικ Αγαπημένη, εκδόσεις Ωκεανίδα
  31. Kathleen Kelley-Laine, Πήτερ Παν ή το θλιμμένο παιδί, Εκδόσεις Άγρα
  32. Μαρίνα Καραγάτση, Το ευχαριστημένο ή οι δικοί μου άνθρωποι, Εκδόσεις Άγρα
  33. Δήμητρα Πετρούλα, Που 'ναι η μάνα σου, μωρή;, Εκδόσεις Κέδρος
  34. Μαριάννα Κορομηλά, Η Μαρία των Μογγόλων, Εκδόσεις Πατάκη
  35. Pierre Bayard, Πώς να μιλάμε για βιβλία που δεν έχουμε διαβάσει, Εκδόσεις Πατάκη
  36. Gillian Flynn, Αιχμηρά αντικείμενα, Εκδόσεις Μεταίχμιο
  37. Μαρία Μήτσορα, Καλός καιρός/ Μετακίνηση, Εκδόσεις Πατάκη
  38. Μαρία Μήτσορα, Ήλιος δύω, Εκδόσεις Οδυσσέας (εξαντλημένο)
  39. Φόρεστ Κάρτερ, Η εκπαίδευση του Μικρού Δέντρου, Εκδόσεις Κέδρος
  40. J. Dauven, Ο σολίστας, Εκδόσεις Πόλις
  41. Μαρία Βοναπάρτη, Ταύτιση κόρης και πεθαμένης μητέρας, Εκδόσεις Άγρα
  42. Συλλογικό έργο, Ένα βιβλίο για τα βιβλία, Εκδόσεις Οξυγόνο
  43. Wieland Freund, Το βιβλίο της Λίζας, Εκδόσεις Κέδρος
  44. Norton Juster, Ta διόδια της φαντασίας, Εκδόσεις Κέδρος
  45. Carson MacCullers, Η Μπαλάντα του λυπημένου καφενείου, Εκδόσεις Κέδρος
  46. Werner Waldmann, Βιρτζίνια Γουλφ: ιδιοφυής και μόνη, Εκδόσεις Μελάνι
ΥΓ. Βλέπω αυτή τη λίστα μετά από τέσσερα χρόνια και στεναχωριέμαι που σταμάτησα να δημιουργώ λίστες με τα βιβλία που διάβασα τη χρονιά που έφυγε. Έτσι που ξανά βλέπω τα βιβλία ένα ένα, θυμάμαι τις γλυκιές αναμήσεις, τα όμορφα συναισθήματα που μου χάρισαν. Αν γυρνούσα το χρόνο πίσω πάλι αυτά τα βιβλία θα επέλεγα για να διαβάσω.

Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2009

Οι "Βολτίτσες" μας στο Έθνος


Την τελευταία μέρα του 2008 είχα μια ευχάριστη έκπληξη, μια όμορφη τελευταία νότα του έτους. Ένα email από την κ. Ελένη Γκίκα ήταν ικανό να μου δώσει πολλά πολλά χαμόγελα.
To blog μας δεν έχει πολύ καιρό που ξεκίνησε και ακόμα διαμορφώνεται. Δειλά δειλά προσπαθώ να βρω τι θέλω να πω, πάντα γύρω από τα βιβλία, αλλά όχι μόνο από αναγνώσεις, τις βόλτες εκείνες του μυαλού, αλλά και βόλτες πραγματικές, με κουβέντα, ήλιο και παρέα. H Elli πιο έμπειρη γενικά, στο χώρο των blogs ήδη καιρό, προσπαθεί, φαντάζομαι, κι αυτή να ξεφύγει από τις αναγνώσεις της χωρίς όμως να αποκοπεί από τα βιβλία, που κάθε κουβέντα εκεί καταλήγει. Συνεπώς ο χώρος αυτός είναι μια αρχή, που θα το αφήσουμε να μας πάει όπου εκείνο θέλει, σίγουρα στο βάθος θα θέλουμε κι εμείς.
Γι΄αυτό η πρόταση να παρουσιαστεί στο Έθνος της Κυριακής με ξάφνιασε ιδιαίτερα, ευχάριστο όμως ξάφνιασμα. Τόσα blogs εκεί έξω, το δικό μας; που είναι ακόμα φρέσκο; Αλλά μάλλον αυτή η αρχή δεν αρέσει μόνο σε εμένα.

Ευχαριστούμε την κ. Ελένη Γκίκα που μας εντόπισε ανάμεσα σε πολλούς, που δε δίστασε να μας προτείνει να γράψουμε ένα δικό μας κείμενο και να το βάλει στη στήλη της. Ανάμεσα στα βιβλία και εμείς, μα κι εδώ βιβλία, τη σημασία που είναι οθόνη και όχι χαρτί.
Το κείμενο μας και ηλεκτρονικά εδώ.

Μόνο που δε χώρεσε η τελευταία παράγραφος, τόσο σημαντική για εμένα.
Κι εμένα, που μου αρέσει να μιλάω πολύ, προτιμώ να μιλώ στο blog, στο ηλεκτρονικό σπίτι μας, όπως γράφει η κ. Γκίκα στον πρόλογό της, που έχει χώρο για όλους ακόμη και για εμένα.

Δίνω την τελευταία παράγραφο εδώ που χωρίς αυτή το κείμενο μας μοιάζει άλλο:

"Γιατί το όνομα Βολτίτσες; Πολλά γιατί απαντάνε σε αυτήν την ερώτηση. Γιατί μας αρέσουν οι βόλτες στους δρόμους της Αθήνας, το σεργιάνισμα, το χάζεμα. Γιατί μας αρέσουν οι βόλτες στα βιβλιοπωλεία, τα παλαιοβιβλιοπωλεία, τις βιβλιοθήκες, τους βιβλιοχώρους γενικά. Γιατί οι βόλτες στο διαδίκτυο είναι μια περιπέτεια, ένα κουβάρι που ξετυλίγεται και δεν έχεις παρά να το ακολουθήσεις για να σε βγάλει και άλλοτε να μην σε βγάλει. Γιατί προτιμάμε τις βόλτες από το κλείσιμο. Αντιπροσωπεύουν το άνοιγμα, την κίνηση. Και άλλα γιατί πιο δικά μας".


Πολλά πολλά ευχαριστώ για αυτό το δώρο.

Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2009


Χαρά, ευχαρίστηση, ζήλεια, απογοήτευση, αγανάκτηση, ικανοποίηση, φόβος, θυμός = συναισθήματα. Τα ανθρώπινα συναισθήματα, οι ψυχικές καταστάσεις οι θετικές δηλαδή οι ευχάριστες, και οι αρνητικές δηλαδή οι δυσάρεστες, αυτές που άλλοι αποφεύγουν όπως όπως, άλλοι καθόλου δεν τις κρύβουν και άλλοι που τις ελευθερώνουν με ελεγχόμενες εκρήξεις, σαν βόμβες. Οι εντυπώσεις που κατοικούν στην φωλιά του υποσυνείδητου, αναπνέουν εκεί και μας ορίζουν και τις ορίζουμε, και συνάμα καθορίζουν τις συμπεριφορές μας. Με τον θυμό να είναι ένα από τα βασικά. Εκείνη η νευρικότητα που εκδηλώνεται με απότομες και βίαιες κινήσεις, σπαστικές. Εκείνη η ένταση της φωνής που σηκώνεται, εντείνεται, σκαρφαλώνει τις πιο ψηλές σκάλες, ένα παραμορφωτικό ξελαρύγγιασμα, ανεξέλεγκτο.
Ένα βιβλίο για παιδιά που μιλά για τον θυμό είναι της Mireille d’ Allancé, με τίτλο Ο μεγάλος θυμός, σε μετάφραση της Χριστίνας Σιδηροπούλου [Αθήνα, Ηλίβατον, 2008]. Η μέρα του μικρούλη Μάριου δεν ήταν καλή, έχασε στο παιχνίδι, η ρακέτα του χάλασε, ίσως και να αρπάχτηκε και με τους φίλους του, να τον κορόιδεψαν λίγο, λέρωσε και τα παπούτσια του και καθόλου δεν το ένοιαζε αλλά να που πείραζε τον πατέρα του. Και μέσα σε όλα, το φαγητό ήταν το χειρότερό του, σπανάκι, αυτό πήγαινε πολύ! Δεν αντεχόταν!
«Ανέβα στο δωμάτιό σου» του λέει ο πατέρας του, «κι έλα κάτω μόνον όταν ηρεμήσεις.»
«Σιγά μην ηρεμήσω!» είναι η απάντησή του και τα μάτια του Μάριου έχουν σκοτεινιάσει.
Και με την πλάτη κολλημένη στην πόρτα του δωματίου του, το τρομερό Πράγμα, βγαίνει από μέσα του, το ξερνάει. Είναι τεράστιο και κόκκινο και αρχίζει να τα σπάει όλα, πάπλωμα, μαξιλάρια, κομοδίνο, λάμπα, βιβλία, όλα τα πράγματα, χαμός. Μα μόλις, πλησιάζει το κουτί με τα παιχνίδια, ο Μάριος αντιδρά. Δεν θέλει να χαλάσουν τα παιχνίδια του, με τίποτα, τα αγαπάει. Τώρα που τα βλέπει όλα σε ένα χάλι, δεν ήθελε να χαλάσει τίποτα, η λάμπα ξαναμπαίνει στην θέση της, το στρώμα το ίδιο, ισώνει το τσαλακωμένο βιβλίο του. Ο τεράστιος κόκκινος θυμός όλο και μικραίνει, και μικραίνει.
«Μπαμπά! Έχει γλυκό και για μένα;»
Ο θυμός του Μάριου νομιμοποιείται ως συναίσθημα, εκφράζεται με βία στον προσωπικό του χώρο, εξατμίζεται όταν ακουμπά πολύτιμα αντικείμενά του και ο ίδιος ξαλαφρώνει. Του περνάει.

Συχνά τα συναισθήματα χρωματοποιούνται, παίρνουν χρώματα συμβολικά ανάλογα του πολιτισμού των ανθρώπων. Χρώματα ντύνουν και άλλες κοινωνικές αξίες. Το κόκκινο χρώμα του κύρους, της δύναμης, και ο θυμός είναι, έχει και γεννά μεγάλη δύναμη, ακόμα και σωματική, σε εκείνον που τον ζει. Το κίτρινο του φθόνου, της ζήλιας. Το πράσινο της ελπίδας. Το λευκό του φωτός. Από τα τέλη του δυτικού Μεσαίωνα, το μπλε για ορισμένους συγγραφείς συνδέεται με την ιδέα της χαράς, της πίστης, του έρωτα, της ειρήνης και της παρηγοριάς. Τα χρώματα έχουν την ιστορία τους και το κόκκινο έχει από τις πιο μακριές.
Ο θυμός εκδηλώνεται με το ύψωμα του τόνου της φωνής. Όταν κάποιος καταπίνει τον θυμό του, δεν του επιτρέπει να τον εκστομίσει με λόγια, δεν εκδηλώνει την οργή του, τον τρώει, κλείνει το στόμα από όπου θα έβγαινε. Και αφού καταπιεί τον θυμό του, τον πνίγει μέσα του.

Όλα τα συναισθήματα είναι δικά μας, για να ερχόμαστε σε επαφή, άμεση κατά προτίμηση, μαζί τους, για να τα βιώνουμε, και έτσι να γνωρίζουμε τον εαυτό μας καλύτερα, τα όριά μας, τις αληθινές ανάγκες μας, τα βαθειά μας θέλω. Τα αναγνωρίζουμε ένας στον άλλο και δείχνουμε κατανόηση. Εμένα πάλι κάτι μου λείπει σε αυτήν την περιοχή, ο θυμός μου κάπως λειψός, κάπου καταχωνιασμένος δεν, δεν…. Ίσως πάλι να φοβάμαι ότι άμα ξεκινήσει δεν θα φεύγει, και δεν μ'αρέσει καθόλου η ιδέα.

Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2009

Μία συνέντευξη, κάποιες σκέψεις και ένα ποίημα, έτσι για δώρο

Παρακολουθούσα εχτές αργά μια συνέντευξη της Κικής Δημουλά. Δεν χόρταινα να την ακούω να μιλάει, εύστοχα να απαντάει σχεδόν σε όλες τις ερωτήσεις αλλά κυρίως να διαβάζει τα ποιήματά της. Με ανακούφιση την άκουσα να λέει πόσο δύσκολο είναι να δώσεις μια συγκεκριμένη ερμηνεία σε ένα ποίημα, σε έναν στίχο. Ούτε η ίδια δεν μπορεί να θυμηθεί για ποιο λόγο είχε γράψει εκείνο το ποίημα. Ας πασχίζουν οι φιλόλογοι να δώσουν ερμηνείες και να διδάξουν την ποίηση, είναι σαν να πασχίζεις να διδάξεις τα συναισθήματα.
Σπάνια διαβάζω ποίηση, αλλά όποτε διαβάζω οι στίχοι γυροφέρνουν συνεχώς στο μυαλό μου. Μου αρέσει τόσο, που με τρομάζει. Έτσι την αποφεύγω. Η Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες, που εκδίδονται τόσες πολλές ποιητικές συλλογές. Τόσοι ποιητές εδώ, λοιπόν. Η ελληνική βιβλιοπαραγωγή του 2007, όπως αυτή αναφέρεται στην ιστοσελίδα του ΕΚΕΒΙ, δείχνει ότι το προηγούμενο έτος εκδόθηκαν 315 ποιητικές συλλογές και 322 ελληνικά μυθιστορήματα. Αν διαβάζεται δεν μπορώ να το ξέρω. Η εμπειρία μου μου έχει δείξει ότι οι κλασικοί ποιητές (Ελύτης, Καββαδίας, Καβάφης, Σεφέρης κ.ά.) αγοράζονται συνεχώς. Επίσης, η ποίηση είναι μια τόσο ξεχωριστή κατηγορία βιβλίων, σπάνια κάποιος ψάχνει κάτι συγκεκριμένο. Έχει ένα κοινό το οποίο για ώρα πολλή ψάχνει, διαβάζει και αφήνει μέχρι να αποφασίσει ποιο τελικά θα αγοράσει για εκείνον ή για δώρο.
Έχω πολλούς αγαπημένους ποιητές αλλά αγνοώ τους σύγχρονους. Ακούγοντας εχτές τη Δημουλά, μου ήρθε στο μυαλό, άγνωστο γιατί, ο Καρυωτάκης. Ζήλεψα και από το γράμμα σε χαρτί και έτσι θέλησα κι εγώ να επιλέξω ένα ποίημα του. Έχω τα Άπαντα του Καρυωτάκη από τις εκδόσεις Ωρόρα. Ένα κιτρινισμένο βιβλίο τσέπης, που είχα πετύχει στο κλασικό υπόγειο παλαιοβιβλιοπωλείο της Ηφαίστου, χωρίς χρονολογία έκδοσης, με μία εξαιρετική όμως εισαγωγή από τον Τέλλο Άγρα. Ανατρέχω τις σελίδες, διαβάζω και ξαναδιαβάζω, παντού υπογραμμίσεις μου, τέλος καταλήγω να δανειστώ κάποιους στίχους από το ποίημα με τίτλο Τελευταίο ταξίδι από την ποιητική συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες (1928):

Όλα τα πράγματα μου έμειναν όπως
να 'χω πεθάνει πριν από καιρούς.
Σκόνη στη σκόνη εγέμισεν ο τόπος,
και γράφω με το δάκτυλο σταυρούς.

Όλα τα πράγματά μου αναθυμούνται
μιαν ώρα που περάσαμε μαζί,
σ' εκείνη τα βιβλία μου λησμονούνται,
σ' εκείνη το ρολόι ακόμη ζει.

Ήταν ευτυχισμένη τότε η ώρα,
ήταν ένα δείλι ζωγραφιστό.
Έχω πεθάνει τόσα χρόνια τώρα,
κι έμεινε το παράθυρο κλειστό.

***
Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ, στο έρμο νησί, στο χείλος
του κόσμου, δώθε από το όνειρο και κείθε από τη γη!
Όταν απομακρύθηκεν ο τελευταίος μας φίλος,
ήρθαμε αγάλι σέρνοντας την αιώνια πληγή.

Με μάτι βλέπουμε αδειανό, με βήμα τσακισμένο
το ίδιο δρόμο παίρνουμε καθένας μοναχός,
νοιώθουμε τ' άρρωστο κορμί, που εβάρυνε, σαν ξένο,
υπόκωφος από μακριά η φωνή μας φτάνει αχός.

Η ζωή διαβαίνει, πέρα στον ορίζοντα σειρήνα,
μα θάνατο, καθημερινό θάνατο με χολή
μόνο, για μας η ζωή θα φέρει, όσο αν γελά η αχτίνα
του ήλιου και οι αύρες πνέουνε. Κι είμαστε νέοι, πολύ

νέοι, και μας άφησεν εδώ, μία νύχτα, σ' ένα βράχο,
το πλοίο που τώρα χάνεται στου απείρου την καρδιά,
χάνεται και ρωτιόμαστε τί να 'χουμε, τί να 'χω,
που σβήνουμε όλοι, φεύγουμ' έτσι νέοι, σχεδόν παιδιά!

Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2009

Το ένα φέρνει τ' άλλο


Virginia Woolf, Γράμμα σε έναν νέο ποιητή, μετάφραση Άρη Μπερλή, εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 1997, 53 σ.

Είναι αλυσίδα, μια μεγάλη αλυσίδα, τα βιβλία είναι αλυσίδα το ένα σε φέρνει στο άλλο και σαν να μην τελειώνει ποτέ. Δε φτάνει αυτή η ζωή, τα χρόνια καμιάς ζωής δε φτάνουν. Καλύτερα έτσι, που δεν τελειώνουν, καλύτερα. Καμιά φορά, τι ευτυχία, μπορεί να σε οδηγήσουν σε έναν άνθρωπο, μα πάντα πίσω από τα μαύρα γράμματα δεν κρύβονται;
Ο χρόνος άλλαξε αλλά κάτι με συνδέει με τον παλιό, με όλους τους παλιούς. Ο χρόνος άλλαξε αλλά εγώ μένω εδώ σταθερά να μιλάω, γιατί άλλο, για βολτίτσες, τελευταίες στη χρονιά, σε βιβλιοπωλεία. Βιβλιοπωλεία γεμάτα από ανθρώπους σκεπτικούς να ψάχνουν για δώρα. Πιάνω λέξεις στον αέρα: αυτό το είχε διαβάσει και του άρεσε μάλλον θα του αρέσει και το επόμ
ενο του ίδιου συγγραφέα. Ίσως. Με αποσπούν αλλά δε ξεχνώ τον σκοπό μου.

Διαβάζοντας τη βιογραφία της Woolf έπεσα πάνω σε ένα άλλο βιβλίο της, που καθόλου υπόψη μου δεν το είχα. Γράμμα σε έναν νέο ποιητή, έναν φανταστικό ποιητή της εποχής της, που η ποίηση έμοιαζε να πεθαίνει στην Αγγλία, ένα παράπονο της Woolf προς τους σύγχρονούς της νέους ποιητές, που η ποίησή τους πάσχει από έλλειψη καλαισθησίας. Μα η ποίηση δεν
πεθαίνει όσο υπάρχουν άνθρωποι που "αρπάζονται από τη μία του λέξη, τη μόνη τους λέξη, σαν το ναυαγό από το ξύλο". Ένα γράμμα με τις απόψεις της για την ποίηση, ένα γράμμα προς όλους τους νέους ποιητές, απλά και όμορφα λόγια, συμβουλές μιας μεγάλης μυθιστοριογράφου (πόσο διαφορετική η πεζογραφία από την ποίηση αλλά σαν να τα συνδέει κάτι) προς εκείνους που προσπαθούν να βρουν τη σωστή σειρά να τοποθετήσουν τις λέξεις τους, συμβουλές απλά για κουράγιο:
"Ανοησίες λέω, το ξέρω. Αυτό που εννοώ είναι: μάζεψε
το κουράγιο σου, έχε σε ετοιμότητα όλες σου τις αισθήσεις, αξιοποίησε όλα τα δώρα της Φύσης. Κι ύστερα άφησε την αίσθηση του ρυθμού να αγκαλιάσει τους άντρες και τις γυναίκες, τα λεωφορεία, τα σπουργίτια -ό,τι κυκλοφορεί στο δρόμο- ωσότου τα δέσει όλα σε ένα αρμονικό σύνολο. Αυτό ίσως είναι το έργο σου - να βρεις τη σωστή σχέση ανάμεσα σε πράγματα που φαίνονται αταίριαστα κι ωστόσο έχουν μια μυστηριώδη συγγένεια".


Διάσπαρτα στο κείμενο υπάρχουν στίχοι διάφοροι που η Woolf έχει επιλέξει να φέρει σαν παράδειγμα σε ό,τι λέει. Ο μεταφραστής μας πληροφορεί στο επίμετρο ότι τα ποιήματα είναι διαφόρων ποιητών νεαρών τότε αλλά αργότερα επιτυχημένων, που εμφανίστηκαν στην ανθολογία New Signatures το 1932. Το Γράμμα δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου. Η Woolf παραδέχτηκε ότι οι στίχοι που παρέθεσε ήταν αυτοί που προσφέρονταν για να στηρίξει τα επιχειρήματά της. Πρότεινε στον Τζων Λέιμαν (νεαρός ποιητής στον οποίο απευθύνεται το γράμμα της) να της απαντήσει με ένα Γράμμα σε μια γηραιά μυθιστοριογράφο. Κάτι τέτοιο όμως ποτέ δεν έγινε.
Δύσκολο να ξεχωρίσεις τους καλούς από τους κακούς συγγραφείς, ποιητές, καλλιτέχνες... εκτός κι αν σε λένε Χρόνο.

Καλή χρονιά, με πολλά βιβλία για διάβασμα και για κου
βέντα, με πολλές βόλτες για χαμογελαστές σκέψεις.

Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2008

Δεν μου είναι δυνατόν να απομακρυνθώ ακόμα από τα γεγονότα. Στέκονται εμπόδιο σε όλα όσα έκανα με χαρά και ένα αίσθημα κοινωνίας. Να συνεχίζει κανείς σαν να μην συμβαίνει τίποτα γίνεται; δεν γίνεται. Να προσθέσω κάτι περισσότερο, δεν είμαι έτοιμη. Επωάζεται. Μπορεί να βγει, μπορεί πάλι όχι. Θα δείξει. Από την άλλη να απομακρυνθώ για πολύ από τις Voltitses και πάλι δεν γίνεται.
Πριν συμβούν όλα αυτά, στο πρόγραμμα ήταν ένα παιδικό βιβλιοβιβλίο, λόγω των εορτών και του εμφατικά παιδικού χαρακτήρα που τους δίνονται. Έμεινε στα σχέδια αυτό, δεν αποκαλύπτω τον τίτλο του, και παραμένει για το μέλλον γιατί το κυνήγι δεν έχει τελειώσει. Για παιδικό βιβλίο θα γίνει λόγος, όχι όμως της τάξης των βιβλιοβιβλίων.
Τα παιδικά ανάμεσα στα άλλα είναι προβολές των μεγάλων που πιάνουν το νήμα ξανά και ξανά απαρχής, σε μια ατέρμονη προσπάθεια διάπλασης πιο ανθρωπερών ανθρώπων μέσα από ιστορίες ζώων, φανταστικών πλασμάτων σε κόσμους αλλοπαρμένους, εξωγήινους και βάλε. Τεχνική γνωστή από τα πανάρχαια χρόνια, πλατιά διαδεδομένη, αποτελεσματική μάλλον και αξεπέραστη. Τα παιδικά είναι παιχνίδια της πραγματικότητας και της φαντασίας, των φόβων και των προσδοκιών, του ξύπνιου και του ύπνου, των ζωγραφιών και των λέξεων και κουβαλάνε, σε διαφορετικό βαθμό ασύνειδα, μηνύματα διάφορα. Συχνά προσπαθούν να αμβλύνουν και να ξεκόψουν το λεγόμενο ζωώδες μας (ενώ στην διήγηση πρωταγωνιστούν ζώα, μια παράξενη αντίφαση), τα πρωταρχικά ένστικτα και την βία με την οποία εκφράζονται και ενισχύουν αισθήματα συλλογικότητας και συντροφικότητας, κατανόησης του περιβάλλοντος, ανθρώπινου, φυσικού, τεχνητού...



Παλιός και σταθερός τροφοδότης βιβλίων ο Λεωνίδας πάτησε και στην χώρα των παιδικών με τον Μεγάλο Λύκο και τον Μικρό Λύκο της Nadine Brun-Cosme, σε εικονογράφηση Olivier Tallec, μετάφραση της Γεωργίας Τσάκωνα, από τις εκδόσεις Ηλίβατον του 2008.
Ανοίγω το βιβλίο των λύκων και με πιάνει η μυρωδιά του φρεσκοτυπωμένου χρώματος, με πιάνουν και τα ίδια τα φωτεινά χρώματα. Ο στερεότυπος κακός λύκος (όπως παρουσιάζεται στην Κοκκινοσκουφίτσα, στον Πέτρο και τον Λύκο, στα Τρία Γουρουνάκια, Τα Κατσικάκια, στους μύθους του Αισώπου, και αλλού βέβαια) εδώ είναι μαύρος, μεγάλος με μουσούδα μακρουλή, δεν είναι κακιασμένος, πονηρός, πεινασμένος αλλά μοναχικός, σε μια μοναξιά που δεν θέλει να αλλάξει. Έβλεπε τον μικρό λύκο, μια κουκίδα να πλησιάζει και ανησύχησε. Το μέγεθός του τον καθησύχασε. Στο ίδιο δέντρο από κάτω, δεν μιλούσαν, κοιτάζονταν με πλάγιες ματιές. Μετά ο Μεγάλος Λύκος άρχισε να κάνει χειρονομίες φροντίδας προς τον μικρό λύκο, στον ύπνο, στο φαγητό, στην καθημερινή ζωή. Μετά ο μικρός λύκος εξαφανίζεται και ο Μεγάλος Λύκος νιώθει θλίψη. Τον περιμένει και τον περιμένει ώσπου μια μέρα εμφανίζεται και πάλι. Ο Μεγάλος Λύκος ανησυχεί ότι θα έχει μεγαλώσει σαν και εκείνον αλλά ο μικρός λύκος δεν έχει αλλάξει μέγεθος, δεν είναι νεαρός σε ηλικία λύκος, είναι λύκος άλλης ράτσας που παραμένει μικρόσωμη και φέρνει λίγο προς το μπλε. Τόσο καιρό ήταν εκεί κάτω, μόνος και αυτός, στην άλλη πλευρά του λόφου. Είχαν λείψει ο ένας στον άλλο και τώρα το ήξεραν, δεν είχαν λόγο να μένουν μακριά ο ένας από τον άλλο. Οι ανόμοιοι λύκοι της ιστορίας, ο Μεγάλος και ο μικρός μπορούν να ζήσουν μαζί και να είναι περισσότερο από καλά. Μάλλον και άλλοι λύκοι και άλλα ζώα, του ίδιου γένους αλλά και άλλων, θα μπορούσαν να ζήσουν μαζί και τέλος πάντων, αφού το μπορούν οι λύκοι γιατί να μην μπορούν οι άνθρωποι.

Το διάβασμα είναι υγεία, εύχομαι λοιπόν πολύ καλή υγεία σε όλους!


Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2008

Virginia Woolf


Έχουν γραφεί πολλά, για τη ζωή της, για το έργο της, τόσα πολλά που δεν θα βρω τίποτα καινούριο να πω. Όταν όμως με ρωτούν ποιος είναι ο αγαπημένος σου συγγραφέας, ηλίθια ερώτηση έχω τόσους, είναι το πρώτο όνομα που μου έρχεται στο μυαλό.
Είναι οι απόψεις της, που δεν ταιριάζουν σε εκείνη την εποχή, η θέλησή της να αλλάξει κάτι και ίσως να άλλαξε. Είναι η ζωή της, μια μόνιμη θλίψη, που ονόμασαν αρρώστια, μεταπτώσεις στη ψυχολογία της, πονο-
κέφαλοι, φόβοι, αγωνίες για το πώς θα αντιμετωπίσουν οι αναγνώστες τα βιβλία της, τα δημιουργήματά της. Είναι ο τρόπος γραφής της, που οι λέξεις ηχούν σα μελωδία, αρμονικά συνδέονται η μία με την άλλη και δημιουργούν εικόνες που με ταξιδεύουν σε ήχους που άκουσα αλλά δεν πρόσεξα. Σα μαθηματική εξίσωση οι τρεις αυτές έννοιες συνδέονται και οδηγούν στο αποτέλεσμα, που είναι η πρώτη εικόνα που μου έρχεται στο μυαλό όταν με ρωτάνε για συγγραφείς.
Πριν διαβάσω τα βιβλία της έμαθα για τη ζωή της. Ένα τεύχος του περιοδικού Διαβάζω που κυκλοφόρησε στις 22/10/1986 και έπεσε στα χέρια μου πολύ αργότερα, είχε ένα πολυσέλιδο αφιέρωμα στη ζωή και στο έργο της, πλούσιο σε φωτογραφικό υλικό. Στηριγμένο στη ζωή της και σε ένα από τα βιβλία της, το βιβλίο "Οι ώρες" του Michael Cunningham των εκδόσεων Λιβάνης, μου είχε κάνει αρκετή εντύπωση, όπως και η διασκευή του στον κινηματογράφο, η οποία με είχε καθηλώσει, εξαιρετικές ερμηνείες. Η πρώτη βιογραφία της που εντόπισα στα ελληνικά ήταν από τις εκδόσεις Θεμέλιο στη σειρά "Συγγραφείς για πάντα". Δυστυχώς αυτό το βιβλίο, χωρίς να με είχε ικανοποιήσει ιδιαίτερα, το δώρισα και δεν υπάρχει πια στη βιβλιοθήκη μου. Οι εκδόσεις Κασταλία το 2006 εξέδωσαν άλλη μια βιογραφία της σε πολύ κακής ποιότητας χαρτί, που μου θυμίζει τα βιβλία των εκδόσεων Bell, την οποία ποτέ δε διάβασα.
Επιτέλους μετά από πολλά χρόνια που διαβάζω ό,τι πέφτει στα χέρια μου σχετικό με την Virginia Woolf διάβασα ίσως την καλύτερη βιογραφία, η οποία εκδόθηκε πριν μερικούς μήνες από τις εκδόσεις Μελάνι. Όποτε διαβάζω βιογραφίες συγγραφέων το ίδιο πάντα συναίσθημα: ένα παράθυρο στις ζωές των άλλων, άπληστα κοιτώ, να ανακαλύψω την αλήθεια πίσω από τις λέξεις τους, μήπως και καταλάβω το μυστικό, της συγγραφής το μυστικό. Ο Werner Waldmann στηριζόμενος σε όλα τα βιβλία της και κυρίως στα ημερολόγιά της αποδίδει εντελώς αντικειμενικά μια εποχή, μια ζωή, μια αρρώστια αλλά και υπό ποιες συνθήκες έγραψε όλα της τα έργα.
Στέκομαι στο κεφάλαιο που αναφέρεται στον εκδοτικό οίκο Χόγκαρθ Πρες, που ξεκίνησε την παραγωγή βιβλίων το 1917. Εδώ αποτυπώνεται η αγάπη της Woolf για το βιβλίο και ως αντικείμενο. Η χαρά της να στοιχειοθετεί και να τυπώνει, να επιλέγει κείμενα, να κρατά στα χέρια της το βιβλίο ολοκληρωμένο, είχε σαν αποτέλεσμα την βελτίωση της υγεία της, της ψυχολογίας της:
"Για τους Γουλφ οι εκδόσεις αποτελούσαν ένα χόμπι, ένα αντίβαρο σε άλλες πλευρές της ζωής τους και μία συναρπαστική ασχολία, που ήταν στενά συνδεδεμένη με τη συγγραφή: για παράδειγμα και το πιο επιφανειακό στοιχείο αυτής της δουλειάς, το πώς δηλαδή προέκυπτε μέσα από τη χειρωνακτική εργασία η γλώσσα, γράμμα το γράμμα, ήταν κάτι που πάντα συνάρπαζε τη Βιρτζίνια.".
Θα έδινα πολλά για να αποκτούσα ένα αντίτυπο από το δικό τους εκδοτικό οίκο, πόσο μάλλον για το διήγημα "Kew Gardens" το δεύτερο βιβλίο της που έκδωσε το 1919...
Μέσα στις σελίδες του πέρασα τις χριστουγεννιάτικες ώρες μου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, θαυμάζοντας τη Woolf ξανά και ξανά ως συγγραφέα, ως άνθρωπο.
Μια καλή έκδοση ακόμη και αισθητικά με φωτογραφικό υλικό που κοιτώ και ξανακοιτώ, με ένα εξώφυλλο το κλασικό πορτρέτο της, φροντισμένο έτσι ώστε να δείχνει αλλιώτικο χωρίς να χάνει τη θλίψη, κυρίαρχη πάντα στη ζωή της, στα κείμενα της.

Ευχαριστω την alef που πρώτη το διάβασε και μου μετέφερε τις σκέψεις της.

Από τα αγαπημένα μου βιβλία της τα Δοκίμια από τις εκδόσεις Scripta και συγκεκριμένα από το δοκίμιο με τίτλο "Πώς πρέπει να διαβάζει κανείς ένα βιβλίο", το οποίο έχω χρησιμοποιήσει ξανά και ξανά σε ό,τι έχω γράψει, επιλέγω τυχαία ένα κομμάτι για να κλείσω:

"Ονειρεύομαι μερικές φορές πως όταν έλθει η Ημέρα της Κρίσης (...) τότε ο Παντοδύναμος θα στραφεί στον Πέτρο και θα πει, με κάποιο ίχνος ζήλιας, όταν θα μας δει να καταφθάνουμε με τα βιβλία μας στα χέρια: Ιδού κάποιοι που δε χρειάζονται κανένα έπαθλο. Τίποτα φυσικά δεν μπορούμε να τους απομείνουμε εδώ. Αυτοί λατρέψανε το διάβασμα".

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2008

Μαρία Μήτσορα

-->
Ας μιλήσουμε λίγο για Λογοτεχνία, έτσι για να ξεχαστούμε…
Δεν είμαι κριτικός Λογοτεχνίας, ίσως να μην μπορώ καν να ξεχωρίσω την καλή από την κακή λογοτεχνία, ωστόσο θεωρώ έναν συγγραφέα καλό όταν διαβάζοντάς τον μου έρχεται στο νου μια σκέψη: "Αν μπορούσα να γράφω, θα ήθελα να γράφω κάπως έτσι". Αυτή η σκέψη ήταν συνεχώς παρούσα όταν διάβαζα τις λέξεις της Μήτσορα.
Έχω διαβάσει αρκετά λογοτεχνικά βιβλία δείχνοντας ιδιαίτερη προτίμηση στην ξένη λογοτεχνία, κάτι στην εγχώρια δε με τραβάει, πουθενά όμως δεν έχω συναντήσει το ολόδικό της ύφος. Η γραφή της είναι κάτι σαν ένα παιχνίδι με λέξεις. Τις τοποθετεί χωρίς λογική σειρά αφήνοντας τον αναγνώστη να ερμηνεύσει τις σκέψης της όπως εκείνος θέλει. Να πλάσει εικόνες, να τις ξαναδιαβάσει και να πλάσει άλλες. Λέξεις, πολλές λέξεις, σε διαφορετική σειρά από αυτή που έχω συνηθίσει, ξέρει να τις χειρίζεται σαν να τις έχει δημιουργήσει η ίδια κι εξάλλου δηλώνει ότι θα ήθελε να τη λένε Λέξη, δικαίως.
Με το που εκδόθηκε το "Με λένε Λέξη", το Φεβρουάριο του 2008, ήθελα να το διαβάσω χωρίς να ξέρω τίποτα για τη γραφή της. Κάτι ο τίτλος, κάτι η σειρά "Η κουζίνα του συγγραφέα" από τις εκδόσεις Πατάκη, με έπειθαν. Πάντα με τραβούν οι βιογραφίες, μοιάζουν πιο αληθινές. Πρώτα όμως ήθελα να διαβάσω ένα παλαιότερό της βιβλίο για να τη μάθω. Το "Άννα, να ένα άλλο" κέρδισε κι ήταν το πρώτο βιβλίο της που διάβασα, απνευστί μέσα σε δύο βράδια. Διηγήματα τόσο διαφορετικά το ένα από το άλλο, αλλά σε όλα το ίδιο ακριβώς παιχνίδι. Τυχαία ήταν και το πρώτο βιβλίο της, που για πρώτη φορά είχε εκδοθεί το 1978. Στη συνέχεια, χωρίς καμία αμφιβολία αγόρασα την αυτοβιογραφία της, το μόνο που έμαθα γι' αυτήν ήταν η επιβεβαίωση για το πόσο πολύ μ' αρέσει η γραφή της. Το αντίτυπο μου είναι ενοχλητικά υπογραμμισμένο, σε όλες τις σελίδες, τόσο που είμαι σίγουρη ότι κανείς δεν μπορεί να το διαβάσει. Μα όλες οι προτάσεις θα ήθελα να ήταν δικές μου, υπογραμμίζοντας είναι σαν να τις κάνω με κάποιο τρόπο...
Το επόμενο ήταν το "Καλός καιρός/ μετακίνηση" εκεί οι ζαριές, αντί για κεφάλαια, ξετύλιγαν μια ιστορία με αρκετό συναίσθημα που με άφηνε λίγο αδιάφορη. Το παιχνίδι όμως συνεχίζεται στις σελίδες κι αυτού του βιβλίου της. Υπογραμμίσεις κι εδώ σε προτάσεις όπως "φυσάει χώμα με αρμυρό νερό από μια μακρινή θάλασσα, που γίνεται κοντινή, τώρα έφτασε και αφρίζει κάτω απ' τα παράθυρα του νου".
Αυτά είναι τα βιβλία της που κυκλοφορούν, όλα από τις εκδόσεις Πατάκη. Υπάρχουν όμως και τρία που δεν υπάρχουν πια, ευελπιστώ σε κάποια επανέκδοση. Υπάρχουν, αλλά με δυσκολία τα βρίσκει κανείς.
Όπως βρήκα το "Ήλιος δύω" των εκδόσεων Οδυσσέας. Κι εκεί υπογραμμίσεις:
"Κι εγώ που έχω κάνει το λάθος να ζω για να ξεχνιέμαι δεν μπορώ να ξεχάσω την ιστορία ενός στόχου που τρέχει να βρει το βέλος του, με βιασύνη να στάξει αίμα".
Γράφοντας αυτές τις γραμμές με χαρά ανακαλύπτω ότι για τη Μήτσορα έχουν γράψει πολλοί και σίγουρα θα συνεχίσουν να γράφουν. Κάποια από αυτά σίγουρα θα έχουν φτάσει και στην ίδια. Σαν για επιβεβαίωση του τίτλου που επέλεξε να δώσει στο τελευταίο της βιβλίο.
Δεν είμαι κριτικός Λογοτεχνίας, ίσως να μην μπορώ καν να ξεχωρίσω την καλή από την κακή λογοτεχνία, αλλά αν μπορούσα να γράφω θα ήθελα να παίζω με τις λέξεις, όπως εκείνη.

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2008

Τα γεγονότα δεν λένε να κοπάσουν. Ακόμα και αν έχουν διακυμάνσεις είναι ακόμα εκεί. Έχουν αφήσει ίχνη, πολλά. Σχόλια, τι να κάνω, τόσα έχουν γίνει και γίνονται, γράφονται σε όλους τους τόνους, σε όλα τα είδη, από πλευρές πλευρές. Έτσι, κάτι παρατηρήσεις μου έρχονται.
Στην ηλεκτρονική μου αλληλογραφία έχουν περπατήσει, αφού έχουν περάσει από ένα σωρό διευθύνσεις, φαίνεται καθαρά από τον μακρύ κατάλογο των αλλεπάλληλων κλικ, φωτογραφίες και κείμενα για αυτά του τελευταίου καιρού. Στις φωτογραφίες δεν θα αναφερθώ, τα κείμενα, όμως, που βολτάρουν στο διαδίκτυο απαριθμώ και περιγράφω. Έφτασαν πάνω από μια φορά το καθένα από διάφορες διευθύνσεις, αναμενόμενες μα και απρόσμενες, και τα προώθησα με την σειρά μου σε άλλα γραμματοκιβώτια.
Πρώτος έφτασε ένας κατάλογος με τις «άτυχες στιγμές» της αστυνομίας θυμίζοντας ονόματα θυμάτων, την ηλικία τους, τις περιστάσεις. Ο πρώτος κατάλογος περιλάμβανε ελληνικά ονόματα, ακολούθησε άλλος που αναφερόταν σε όλους, Έλληνες και μη, που βρέθηκαν στην τροχιά μιας σφαίρας (όχι απαραίτητα μιας, μπορεί να είχε προηγηθεί και μεγαλύτερο σκηνικό, τύπου σύλληψη, ξύλο,….) και πάλι τις συνθήκες. Και φυσικά ήταν μακρύτερος, πανελλαδικός.
Δεύτερο έφτασε το γράμμα των παιδιών στην κηδεία του Αλέξη που άρχιζε «Θέλουμε έναν καλύτερο κόσμο, Βοηθείστε μας», ξεχώριζαν με κεφαλαία τα «Είμαστε τα παιδιά σας», "Θυμηθείτε», «Ξεχάσατε», «Μάταια», «Ύλη παντού, Αγάπη πουθενά-Αλήθεια πουθενά», «Μας σκοτώνουν». Μια κατακραυγή που κατευθυνόταν προς τους γονείς και έκλεινε με μια πρόταση-πρόκληση-έκκληση προς την αστυνομία «Μην μας ρίχνετε δακρυγόνα, εμείς κλαίμε κι από μόνοι μας».
Τρίτο ένα κείμενο με τίτλο «Προσκλητήριο» με συγκεκριμένη δομή και ύφος που παρέπεμπε σε σαφή πολιτικό χώρο, που όμως ήταν, πώς να το πω, επικριτικό με στοιχεία χιούμορ (μαύρου) για τις ατέλειωτες καταστροφές που προκλήθηκαν… πρώτα παίρνουμε για τα χριστουγεννιάτικα δώρα και για να καλύψουμε τις προσωπικές μας ανάγκες από τον Κωτσόβολο, τις Notos Galleries, τις τράπεζες, τρώμε στα McDonald για να καταλήξουμε την προκαθορισμένη ώρα στο Πολυτεχνείο για να σπάσουμε πλάκα. «Μην λείψει κανείς», και έκλεινε.
Τέταρτο φωτογραφίες συλλήψεων της 18 Νοεμβρίου 1985 και κύριο σχόλιο «Δεν νομίζω να υπάρχει κάποιος που θεωρεί ότι η αστυνομία δεν γνωρίζει τα μέλη των αντιεξουσιαστικών οργανώσεων».
Τέλος, έφτασε ένα υπογεγραμμένο κείμενο της γενιάς των 45, με κοφτές προτάσεις να λέει για λίγο για όλα.
Το πρώτο και το τέταρτο αφορούσε την αστυνομία, το δεύτερο τα παιδιά και τις οικογένειές τους, τα κενά επικοινωνίας και το τρίτο τις βιαιότητες και καταστροφές, περιπαικτικό και συνδεόμενο με το τέταρτο. Μπορεί να κυκλοφορούν και άλλα ηλεκτρονικά φυλλάδια που δεν μάζεψα (και εδώ δεν μιλάω για τον καταιγισμό σχολίων στην μπλογκόσφαιρα). Αυτά τα εφήμερα ηλεκτρονικά φυλλάδια, που παλιότερα (και ακόμα) μοιράζονταν στους δρόμους, κολλιόντουσαν στους τοίχους, τις στάσεις λεωφορείων, στις κολώνες της ΔΕΗ, πατιόντουσαν από τους περαστικούς, αφήνουν στην απέξω δύο πρωταγωνιστικές ομάδες: τους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους. Αυτοί μοιάζει να παίζουν αναμεταξύ τους, φτιάχνουν μόνοι τους το reality show τους στην τηλεόραση κυρίως και στον τύπο μετά, δεν «κατεβαίνουν» στο διαδίκτυο, δεν κατεβαίνουν, καταλαβαίνουν;...

Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2008

Κατερίνα Γώγου

Ένα πρωί θ' ανοίξω την πόρτα
και θάβγω στους δρόμους
όπως και χτες.
Και δεν θα συλλογιέμαι παρά
ένα κομμάτι απ' τον πατέρα
κι ένα κομμάτι απ' τη θάλασσα - αυτά που μ' άφησαν -
και την πόλη. Την πόλη που τη σάπισαν.
Και τους φίλους μας που χάθηκαν.
Ένα πρωί θα ανοίξω την πόρτα
ίσα ολοΐσια στη φωτιά
και θα μπω όπως και χτες
φωνάζοντας "φασίστες!!"
στήνοντας οδοφράγματα και πετώντας πέτρες
μ' ένα κόκκινο λάβαρο
ψηλά να γυαλίζει στον ήλιο.
Θ' ανοίξω την πόρτα
κι είναι - όχι πως φοβάμαι-
μα να θέλω να σου πω, πως δεν πρόλαβα
και πως εσύ πρέπει να μάθεις
να μην κατεβαίνεις στο δρόμο
χωρίς όπλα, όπως εγώ
- γιατί εγώ δεν πρόλαβα-
γιατί τότε θα χαθείς όπως κι εγώ
"έτσι" "αόριστα"
σπασμένη σε κομματάκια
από θάλασσα, χρόνια παιδικά
και κόκκινα λάβαρα.
Ένα πρωί
θ' ανοίξω την πόρτα
και θα χαθώ
με τ' όνειρο της επανάστασης
μες την απέραντη μοναξιά
των δρόμων που θα καίγονται,
μες την απέραντη μοναξιά
των χάρτινων οδοφραγμάτων
με τον χαρακτηρισμό - μην τους πιστέψεις! -
Προβοκάτορας.

Από την ποιητική συλλογή της Κατερίνας Γώγου Τρία κλικ αριστερά, που εκδόθηκε πρώτη φορά το 1978.
Η εικόνα είναι το οπισθόφυλλο από την 24η έκδοση της ποιητικής συλλογής. Το ποίημα γράφτηκε το 1985 με αφορμή το θάνατο του 15χρονου Μιχάλη Καλεντζά από πυροβολισμό του αστυνομικού Αθανάσιου Μελίστα.
Πώς μπορεί μετά από 23 χρόνια να μην έχει αλλάξει τίποτα, τουλάχιστον όχι προς το καλό.

Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2008

Το βιβλιοβιβλίο του Δεκεμβρίου



George Steiner, Η σιωπή των βιβλίων, επίμετρο Μισέλ Κρεπύ, μετάφραση Σοφία Διονυσοπούλου, Ολκός, Αθήνα 2008, 86 σ.

Τα βιβλία είναι οντότητες άφωνες από την φύση τους. Προκειμένου να αποκτήσουν ήχο, νόημα και σκέψη είναι απαραίτητη η τεχνογνωσία της ανάγνωσης. Η ανάγνωση των διαφόρων και ποικίλων αλφάβητων παρουσιάζεται αποκλειστικά και μόνον ανάμεσα στο ανθρώπινο γένος. Σημάδια αναγνωρίζουν όλα τα έμβια –του καιρού και της διάθεσης–, γραπτοί κώδικες όπως τους ξέρουμε είναι των ανθρώπων πράγμα που αποθηκεύει τις προφορικές συμπεριφορές, τους στοχασμούς και τις παρατηρήσεις, τις ανησυχίες και τους φόβους, τις προσδοκίες και τα αισθήματα. Ο γραπτός λόγος υπήρξε καθοριστικός για την διαδρομή των ανθρώπων, δημιούργησε δυνατότητες που δεν υφίσταντο, προσέφερε την διάσταση της χρονικής μεταβίβασης αλλά και ατόνησε άλλα χαρακτηριστικά, κυρίως την μνήμη μα και την αμεσότητα στην επικοινωνία, αυτό που αποκαλούμε διαίσθηση και άλλα.


Σημασία της μουσικής, μιας γλώσσας που μεταφέρει τρόπους κοινωνικής οργάνωσης και συναισθημάτων, η σημασία της προφορικότητας και το κύρος του χαραγμένου, σκαλισμένου και τελικά γραπτού λόγου.
Ο Steiner γράφει ότι «γραπτό κείμενο είναι προϊόν μιας σύμβασης. Ενώνει τον συγγραφέα με τον αναγνώστη του μέσω της υπόσχεσης ενός νοήματος» (σ. 14). Το γραπτό ασκεί εξουσία, δένει τον δέκτη του και το ένα κείμενο γεννά το επόμενό του σε έναν ατέρμονο διάλογο (βουβό και αυτόν).
Μιλά για την δύναμη και την δυναμική της μνήμης και σημειώνει ότι η εκπαίδευση δεν βοηθά την απομνημόνευση. Διδάσκει εφήμερες γνώσεις. «Ό,τι δεν μαθαίνουμε και δεν το αποστηθίζουμε,… , μπορούμε να πούμε ότι δεν το αγαπάμε αληθινά». Με άλλα λόγια μου φαίνεται ότι λέει πως δεν μαθαίνουμε να αγαπάμε, να διαλέγουμε όσα μας ακουμπάνε με όποιον μυστηριώδη τρόπο και να τα κάνουμε δικά μας. Το αντεπιχείρημα είναι ότι αξιοποιούμε το μυαλό μας, τον πεπερασμένο σκληρό μας δίσκο, πιο αποτελεσματικά. Αλλά πάλι το αποτελεσματικά αφήνει απέξω κομμάτια εαυτού.
Οι αρχαίοι Έλληνες και Λατίνοι, ο Ιησούς, ο Παύλος θεμελιωτές του Λόγου. Η τυπογραφία και ο Γουτεμβέργιος, η ίδρυση βασιλικών και ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών, η ανάπτυξη της μορφωμένης αστικής τάξης είναι το σχήμα που ακολουθεί ο συγγραφέας. Η σημασία της ύπαρξης χρόνου ανάγνωσης δοσμένη στους πανεπιστημιακούς και ερευνητές. Τα ρεύματα, χοντρικά δύο αντίπαλα που κυριαρχούν στον σύγχρονο πολιτισμό σχετικά με τα βιβλία: το ουτοπικό, και το ασκητικό, εχθρικό. Οι πυρές στην Ιστορία, η λογοκρισία, ερωτήματα για τα οποία δεν έχει απαντήσεις, τα συμπεράσματά του θολά, το μέλλον άδηλο, η σχέση έντυπου και ηλεκτρονικού σε νηπιακή ηλικία, αδοκίμαστη. Παρατηρεί ότι «Όπως οι τέχνες της μνήμης, η γυμναστική της συγκέντρωσης, η ύφεση της σιωπής…, ο χώρος της ανάγνωσης στο ευρωπαϊκό πολιτισμό οδεύει προς συρρίκνωση» (σ. 50). Επισημαίνει ότι η μεταβατική εποχή μας κινείται με ρυθμούς πολύ γλήγορους και μας δυσκολεύει να βρούμε το τέμπο της.
Το κλείσιμό του αφήνει δυσάρεστη απόγευση. Οι διανοούμενοι, πανεπιστημιακοί και βιβλιάνθρωποι δεν είναι γενναίοι γιατί δεν «εκπαιδεύονται στην ανδρεία» (σ. 54), ελευθερία θα έλεγα. «... η υπερβολική ενασχόληση με το βιβλίο και η μελέτη είναι φορείς απανθρωπιάς» (σ. 59), κλέβουν την αποφασιστικότητά μας, μπερδεύουν την κρίση μας σε καιρούς δύσκολους όπου εκπέμπονται μηνύματα μονοκόμματα.

Το επίμετρο του Μισέλ Κρεπύ έχει τίτλο «Αυτή η ακόμα ατιμώρητη διαστροφή», εννοώντας την ανάγνωση και στο ξεκίνημά του παραθέτει μια φράση του Πλίνιου του νεότερου που λέει «Μιλώ με τα βιβλία». Για την ανάγνωση με την σειρά του κάνει την δική του βόλτα στα διαβάσματά του, στις εμπειρίες του. Λείπει η υπομονή, ο χρόνος, η πλήξη. Δεν είναι αξία να κρυβόμαστε σε απόμερες γωνιές για να διαβάσουμε, η γλυκιά μοναξιά και αναπόληση δεν επιτρέπονται, όλα τρέχουν, το ίδιο και οι εικόνες στις οθόνες τηλεοράσεων στα σπίτια μας.

Δεν είναι τα βιβλία που πεθαίνουν, δεν είναι που δεν εκδίδονται, είναι που αλλάζουν, για μια φορά ακόμα, οι συνήθειές μας.
Και αν τα βιβλία είναι σιωπηλά, δεν κλείνουν την σιωπή…

Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2008

Μουσείο Ηρακλειδών

Οι Κυριακάτικες βόλτες τις ανοιξιάτικες μέρες του χειμώνα στο πιο παλιό σημείο της πόλης με βοηθούν να ξεφύγω από την καθημερινή ρουτίνα. Είναι μάλλον γιατί τις Κυριακές οι άνθρωποι κι εγώ μαζί με αυτούς, δεν τρέχουν πανικόβλητοι κοιτώντας χαμηλά, ψωνίζοντας αλόγιστα προσπαθώντας να διώξουν ένα άγχος, που ξέχασαν γιατί το απέκτησαν. Είναι μάλλον γιατί εκείνο το σημείο της Αθήνας χτίστηκε σε μια άλλη εποχή, με περισσότερη αγάπη, αισθητική και γούστο, που μένει για να μου υπενθυμίζει ότι η Αθήνα εξακολουθεί να είναι όμορφη.
Ευτυχώς τις Κυριακές τα μουσεία παραμένουν ανοιχτά κι έτσι οι βόλτες μου αποκτούν περισσότερη αξία. Στην Ηρακλειδών, δίπλα στις πολύβουες καφετέριες, στέκει ένα δείγμα της παλιάς ΑΘήνας. Ένα νεοκλασικό το 1898 που αξιοποιήθηκε ευτυχώς με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το μουσείο αυτό άνοιξε τις πόρτες του τον Ιούλιο του 2004.
Ο Escher ήταν η έκπληξη στην περσινή έκθεση, Toulouse-Lautrec και η Belle Epoque στο Παρίσι και στην ΑΘήνα, που τον είχα ανακαλύψει σε ένα μικρό χώρο στο τέλος της διαδρομής. Η φετινή έκθεση είναι αφιερωμένη εξολοκλήρου στον Escher αλλά θα πρέπει να ξανακάνω αυτήν την Κυριακάτικη βόλτα άλλες τρεις φορές αν θέλω να δω όλα του τα έργα. Ευχαρίστως θα την ξανάκανα για να δω άλλες τρεις φορές την φετινή έκπληξη.
Και να που πέφτω πάλι πάνω στον κόσμο του βιβλίου, πώς θα μπορούσε άλλωστε να μη μου υπενθυμίζει συνεχώς την ύπαρξη του;
Η σημερινή εικονογράφηση παιδικών βιβλίων πάντα το έλεγα ότι είναι έργο τέχνης. Κάποιος μου έλεγε πρόσφατα ότι οι εικονογραφήσεις των ελληνικών παιδικών βιβλίων είναι φτωχές. Διαφωνούσα πολύ αλλά δεν κατάφερα να πείσω. Είναι φτωχές σε σύγκριση με τα παιδικά βιβλία άλλων χωρών αλλά πολύ πλουσιότερες σε σύγκριση με τα ελληνικά παλαιοτέρων εποχών. Τα παιδικά βιβλία που έχω στη βιβλιοθήκη μου μου φαίνονται αστεία, ενώ τα σημερινά πραγματικά αριστουργήματα, μιλώντας πάντα από άποψη αισθητικής. Μπαίνω στον πειρασμό να κόψω τις εικόνες, αλλά η αγάπη μου για το έντυπο δεν μου το επιτρέπει.
Έτσι λοιπόν βρέθηκα μπροστά σε μία έκθεση που μου επέτρεπε να χαζέψω τις εικόνες απαλλαγμένες από το κείμενο και από τη μορφή βιβλίου.
Ο Βασίλεβ Σβετλίν έχει εικονογραφήσει ούτε λίγο ούτε πολύ 27 βιβλία. Στην έκθεση υπάρχουν 35 σελίδες από τις εικονογραφήσεις τεσσάρων βιβλίων. Χρώματα, παραμυθένιες μορφές που σε κάνουν να φαντάζεσαι τις λέξεις χωρίς να τις έχεις διαβάσει. Σε προκαλούν όμως.




Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2008

Το παιχνίδι των 7 αληθειών

Αλήθεια είναι εκείνο το σημείο που φωτίζεται με όποιον τρόπο κάθε φορά. Θα ήθελα τα πράγματα γύρο μου να είναι φωτισμένα.
Αλήθεια μου είναι οι άνθρωποι να βρίσκουν χαρά σε όσα κάνουν, σκέφτονται και αισθάνονται γιατί είναι το πιο δυνατό όπλο για όλα.
Αλήθεια μου είναι να βλέπω την ζωή, το πριν, τα μετά, το μέσα και έξω της, με μάτια μυθικά και πραγματικά μαζί.
Αλήθεια μου είναι να βρίσκω, να χτίζω, να μαθαίνω, να καταλαβαίνω ακόμα και αν χάνω.
Αλήθεια μου οι κόσμοι των βιβλίων, βέβαια, φυσικά, εννοείται.
Αλήθεια είναι πολλές και διάφορές ομορφιές
Αλήθεια μου είναι τα σκαλάκια, τα σινεμαδάκια, οι βολτίτσες….