Διαβάζω ό,τι έχω και ό,τι
πέσει στα χέρια μου. Ξεκινάω από τα ξεχασμένα βιβλία, τα καταχωνιασμένα σε
διάφορα σημεία του σπιτιού. Δυστυχώς, δεν είναι πολλά, αλλά αισθάνομαι ασφάλεια
με την ύπαρξη της Δημόσιας Βιβλιοθήκης. Έγινε προέκταση της δικής μου
βιβλιοθήκης, προέκταση που φτάνει σε όποια πόλη κι αν βρεθώ. Μέσα στα λίγα
ξεχασμένα βιβλία του σπιτιού μου, λοιπόν, βρήκα και ένα που δεν είναι δικό μου,
ο κάτοχός του είναι τόσο διακριτικός που δεν το ζητάει, ούτε ρωτάει, περιμένει.


Γνωρίζοντάς την, είχα ξεκινήσει την ανάγνωση αλλά πάλι δεν… καταχωνιάστηκε και ξεχάστηκε.
Μετά από τόσους μήνες που
περίμενε με έναν σελιδοδείκτη στις πρώτες σελίδες, επιτέλους προσπέρασα το
περιτύλιγμα και μπήκα μέσα στο κείμενο (βοήθησαν οι άχαρες εκδόσεις των
εφημερίδων, ο Μαρής διαβάζεται σε όποια έκδοση).
Ξεκινώντας την ανάγνωση του
Φέρμιν: οι περιπέτειες ενός μητροπολιτικού
κατεργάρη με περίμεναν οι υπογραμμίσεις και οι υποσημειώσεις του κατόχου του
αντιτύπου και πρώτου αναγνώστη. Τι έκπληξη! Ήταν σαν να το διαβάσαμε παρέα.
Συζήταγα μαζί σου, συμφωνούσα και διαφωνούσα: "ε όχι εγώ δεν θα το υπογράμμιζα
αυτό, έλεος είναι δυνατόν να σου αρέσει αυτή η μίζερη σκέψη; Ε ναι αυτή η
πρόταση μάλιστα, έχει όμορφες σκέψεις, που ναι σίγουρα έχουν πανιά…"
