Και καθώς ήμουν απορροφημένη από το
βιβλίο μου, διαβάζοντας με τα δοκίμια του Robert Louis Stevenson, έρχεται
αφορμή να επισπεύσω την ανάρτηση πριν ακόμη φτάσω στην τελευταία σελίδα.
Πρόκειται για ένα ακόμη αριστούργημα που έχει ενταχθεί στη σειρά "Στις
πηγές της γνώσης" με υπεύθυνο τον Καρτάκη των εκδόσεων Printa. Ο τίτλος του
βιβλίου που κρατώ στα χέρια μου είναι ενός εκ των δοκιμίων που περιέχει: Περί της
ηθικής του συγγραφικού επαγγέλματος. Ένας αιώνας
και μερικές ακόμη δεκαετίες έχουν περάσει από το θάνατο του συγγραφέα του νησιού των
θησαυρών, του συγγραφέα που αποκαλεί εργοδότη
του το ευρύ κοινό, κι όμως τα
λόγια του θα είναι πάντα επίκαιρα. Δώδεκα δοκίμια περιλαμβάνει,
επιλεγμένα από τον υπεύθυνο της σειράς, ένα εκ των οποίων αγαπημένο από τον
αγαπημένο Μπόρχες με τίτλο "Περί ονείρων", αδιάβαστο ακόμη.
Τα παρακάτω
αποσπάσματα είναι δανεισμένο από το Γράμμα σ' έναν νέο
που προτίθεται να σταδιοδρομήσει στο χώρο της τέχνης.
Λίγα λόγια του για το
χρήμα:
Ο συγγραφέας, όμως, έχει να αντιμετωπίσει τη διπλή ατυχία
τού να πληρώνεται πενιχρά όταν μπορεί να δουλέψει, και να μην μπορεί να
δουλέψει όταν γεράσει. Πρόκειται, επομένως, για έναν τρόπο ζωής που σίγουρα θα
σας οδηγήσει σε αδιέξοδο. Γιατί ο συγγραφέας (παρά τα κάποια τρανταχτά
παραδείγματα περί του αντιθέτου) πρέπει να περιμένει πως θα 'ναι
κακοπληρωμένος. Ο Tennyson και ο Montepin κατόρθωσαν να εισπράττουν παχυλότατες αμοιβές, όμως δεν
μπορούμε όλοι να ελπίζουμε πως θα γίνουμε σαν αυτούς. Έαν επιλέξετε κάποια
τέχνη για επάγγελμα, θα πρέπει εξαρχής να βγάλετε τελείως από το μυαλό σας
οποιαδήποτε επιθυμία για χρήματα. Το μόνο που λογικά δικαιούστε να αναμένετε,
εάν έχετε κάποιο ταλέντο και εφόσον είστε αρκούντως φιλόπονος, είναι ένα
εισόδημα αντίστοιχο με αυτό που κερδίζει ένας υπάλληλος, με το ένα δέκατο ή
ίσως το ένα εικοστό του δικού σας ψυχικού κόστους. Και ούτε έχετε δικαίωμα να
ελπίζετε σε κάτι περισσότερο. Η ανταμοιβή σας βρίσκεται σε ό,τι σας προσφέρει η
ζωή σας και όχι σε ό,τι σας προσφέρει το επάγγελμά σας - η πραγματική αμοιβή,
εδώ, είναι η ίδια η δουλειά.
Θα έχει γίνει ίσως αντιληπτό πως δεν δείχνω ιδιαίτερη
κατανόηση για τις συνήθεις μεμψιμοιρίες των καλλιτεχνικών κύκλων. Ίσως να μη
θυμούνται ποιο είναι το μεροκάμματο κάποιου που δουλεύει στα χωράφια, ή μήπως
θαρρούν πως δεν χωρεί σύγκριση; Ίσως να ξέχασαν πόσο λιτή ήταν η ζωή του Millet, ή μήπως νομίζουν πως, επειδή έχουν μικρότερο ταλέντο,
δικαιολογούνται να μην έχουν και τις ίδιες αρετές; Αλλά σ' ένα τουλάχιστον σημείο
δεν χωρεί καμία αμφιβολία: αν κάποιος δεν είναι ολιγαρκής, δεν έχει καμία
δουλειά στο χώρο της τέχνης...
Λίγα λόγια του για τη
φήμη:
Τα εγκώμια, θα μου πείτε, είναι θεσπέσια τροφή. Και εάν
μεν εννοείτε τις επιδοκιμασίες και τα ενθαρρυντικά λόγια από τους άλλους
καλλιτέχνες, τότε πράγματι αναφέρεστε σε μία από τις ουσιαστικότερες και
διαρκέστερες απολαύσεις στη σταδιοδρομία ενός καλλιτέχνη. Αλλά εάν το μυαλό σας
πηγαίνει στους επαίνους του κοινού ή των εφημερίδων, τότε να είστε βέβαιος πως
τρέφετε φρούδες ελπίδες. Είναι αλήθεια πως σε ορισμένα ειδικευμένα και
περιορισμένης κυκλοφορίας έντυπα, το έργο ενός συγγραφέα, για παράδειγμα,
τυγχάνει της δέουσας κριτικής, και συχνά τον επαινούν πολύ περισσότερο από ό,τι
αξίζει, καμιά φορά για ιδιότητες ή χαρακτηριστικά που ο ίδιος καυχιόταν πως
αποφεύγει, και άλλοτε πάλι από κυρίες ή κυρίους που αρνήθηκαν στον εαυτό τους
το προνόμιο να διαβάσουν προηγουμένως το έργο του. Πάντως, εάν κάποιος
νοιάζεται για τέτοιου είδους επαίνους, θα πρέπει να υποθέσουμε πως νοιάζεται
εξίσου και γι' αυτό που συχνά τους συνοδεύει και που πάντα τους ακολουθεί: τη
φριχτή γελοιοποίηση.
Αχ, πόσο διαφορετική θα ήταν αυτή η χώρα αν όλοι είχαμε επισκεφτεί μια βιβλιοθήκη και είχαμε πάρει
από τα ράφια με τα "αζήτητα" ένα βιβλίο κλασικό-διαχρονικό γεμάτο
λέξεις με σκέψεις...
10 σχόλια:
πολύ καλό!στην κ.Δημουλίδου θα έπρεπε να το συστήσετε,εξαιρετικα!
http://www.lifo.gr/team/bitsandpieces/33217
http://tuxlibrary.blogspot.gr/2012/10/blog-post_23.html
https://www.facebook.com/photo.php?fbid=545852165440855&set=a.545852115440860.149021.258409884185086&type=3&theater
Ενημερωτικά!
cook & Hfaistiwnas αν δεν υπήρχε αυτή η (ασήμαντη) αφορμή ίσως η ανάρτηση να ήταν διαφορετική.
Ας μην αναφέρουμε ασήμαντα ονόματα και δίνουμε αξία και τη χαρά να εμφανίζουν πολλά αποτελέσματα οι μηχανές αναζήτησης.
:)
Έχεις δίκιο..
Και μόλις χθες σκεφτόμουν, καθώς έτυχε τον τελευταίο καιρό να πέσουν στα χέρια μου κάποια βιβλία από δεύτερο (τουλάχιστον) χέρι, τι ωραία αίσθηση κρύβεται στην σκέψη ότι αυτά τα βιβλία ίσως τα διάβασαν άνθρωποι - μπορεί και μερικά ζώα που κούρνιαζαν πλάι τους - βρώμικοι και περιθωριακοί, πρεζάκια, ομοφυλόφιλοι, φορείς του aids, ανάπηροι με τεχνητά μέλη και γυάλινο μάτι, άθεοι, παράφρονες, άνθρωποι που εκπαιδευτήκαμε να "φοβόμαστε". Σε μέρες ανεξέλεγκτου ρατσισμού ένα βιβλίο είναι χειρονομία εξευγενισμού, - θα τολμήσω να πω - ακόμα και κλειστό. Αν δε, το ανοίξεις...
Αφήστε την "ακατονόμαστη" να τα αγοράζει. Θα ξεχαστεί σύντομα μαζί με τους αναγνώστες της.
Υ.Γ. Μιας και είπα "ακατονόμαστη" να θυμηθώ ν' αγοράσω (ή να δανειστώ) Μπέκετ!!
Καλό βράδυ.
Μαραμπού μέσα στα χιλιάδες σχόλια που διάβασα με αφορμή την ηλιθιότητα ενός ανθρώπου διάβασα και ένα που είχε
πάνω κάτω αυτές τις λέξεις:
"Εχτές που έβγαζα τα σκουπίδια με πλησίασε ένας άστεγος και με ρώτησε αν μέσα στα σκουπίδια έχω κανένα βιβλίο γιατί είναι όλη τη μέρα στο δρόμο και δεν ξέρει πως να περάσει το χρόνο του".
Γι' αυτούς τους ανθρώπους θα επέλεγα το πιο αγαπημένο μου βιβλίο και θα το άφηνα σε ένα παγκάκι στο δρόμο με ευχή να το βρει κάποιος που το χρειάζεται πιο πολύ από το ράφι που διακοσμεί τον εγωισμό μου.
Κι είμαι σίγουρη πως θα είχα την απόλυτη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα.
Να έχεις μια όμορφη μέρα, με τόσο ήλιο και τόσο καθαρό ουρανό όσο έχει αυτή τη στιγμή εδώ και να αφήνεις πάντα τέτοια ωραία μηνύματα όπως σε εμάς.
Ο Έμπορος των καταραμένων βιβλίων κέρδισε το φετινό Premio Bancarella, ένα από τα σημαντικότερα βραβεία της Ιταλίας. Το βραβείο απονέμεται από τους βιβλιοπώλες και η παράδοσή του ξεκίνησε από τους πλανόδιους πωλητές βιβλίων του Pontremoli τον 19ο αιώνα. Αργότερα οι πλανόδιοι απόκτησαν πάγκους (bancarella = πάγκος), που τους έστηναν ιδίως κάτω από γέφυρες, μια εικόνα πολύ διαδεδομένη ακόμη και σήμερα.
Το πρώτο Premio Bancarella δόθηκε το 1953 στο βιβλίο Ο γέρος και η θάλασσα του Ε. Χέμινγουεϊ
Το μύνημα είναι λίγο άσχετο, συγνώμη
Ακαμας καλά έκανες και μας το είπες. Από την περιγραφή στο μπλογκ σου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον βιβλίο και ευχαριστώ πολύ για την επιπρόσθετη πληροφορία.
Δημοσίευση σχολίου