το ανέκφραστο που εκφράζουν
είναι στιγμές που οι λέξεις δραπετεύουν
από τη σκέψη
από τα χείλη
απ' τις σελίδες των βιβλίων
και γίνονται ένα μπλε βαθύ
ή της φωτιάς το κόκκινο σε ζωγραφιά
του έρωτα και τ' ουρανού
άλλοτε πάλι ξαφνικά
το ανέκφραστο που εκφράζουν
γίνονται νότες
μουσική νυχτερινή
σ' έρημο δρόμο με αρχαίους κυβόλιθους
κανείς δεν ξέρει
ποιον άλλο κόσμο θα συνθέσουν
κανείς δεν τις αναγνωρίζει
καθώς στη νέα τους διάσταση
χαμογελούν
αδιόρατα, ανεπαίσθητα
αινιγματικά
είναι στιγμές που οι λέξεις δραπετεύουν
από τη σκέψη
από τα χείλη
απ' τις σελίδες των βιβλίων
και γίνονται ένα μπλε βαθύ
ή της φωτιάς το κόκκινο σε ζωγραφιά
του έρωτα και τ' ουρανού
άλλοτε πάλι ξαφνικά
το ανέκφραστο που εκφράζουν
γίνονται νότες
μουσική νυχτερινή
σ' έρημο δρόμο με αρχαίους κυβόλιθους
κανείς δεν ξέρει
ποιον άλλο κόσμο θα συνθέσουν
κανείς δεν τις αναγνωρίζει
καθώς στη νέα τους διάσταση
χαμογελούν
αδιόρατα, ανεπαίσθητα
αινιγματικά
Μια κιμωλία στον μαυροπίνακα
Τόλης Νικηφόρου
Πραγματικά ξεχωριστό! Το έχω ξαναδιαβάσει οπως και πολλά άλλα ποιήματα του αγαπημένου μας ποιητή-poet!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ευχαριστώ θερμά, κορίτσι των λέξεων. Καθώς κι εσένα, κορίτσι των άστρων. Ας ανθίσουν και οι λέξεις αυτή την πρωτομαγιά, ας ανθίσουμε όλοι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣου χαρίζω και ένα ποίημα που μιλάει για ποιήματα. Προσωπικά εμένα μου αρέσει πολύ, έχει μια παιχνιδιάρικη διάθεση.
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.snhell.gr/anthology/content.asp?id=271&author_id=107
Τα ποιήματα στον δρόμο
Μ’ αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στο δρόμο, έξω απ’ τα βιβλία: αυτά που τουρτουρίζουν στις γωνιές κι όλο καπνίζουν σαν φουγάρα· που αναβοσβήνουν, μες στη νύχτα, σαν Χριστουγεννιάτικα λαμπάκια ―όχι αυτά που κρέμονται στα δέντρα της γιορτής, στη θαλπωρή των δωματίων, αλλά εκείνα που τονίζουνε την ερημία των σφαχτών στις μωβ βιτρίνες των συνοικιακών κρεοπωλείων.
Τα σακατεμένα και τα μοναχικά, μ’ αρέσουν: τα ποιήματα-κοπρίτες που περπατούν κουτσαίνοντας στις σκοτεινές άκρες των λεωφόρων: αυτά που τ’ αγνοούν οι κριτικοί κι οι εκπαιδευτικοί του Μωραΐτη· που τα χτυπούν συχνά οι μεθυσμένοι οδηγοί και τα αφήνουν αβοήθητα στο δρόμο. Και τα ποιήματα-παιδάκια, όμως αγαπώ· αυτά που ενώ δεν έχουν μάθει ακόμη την αλφάβητο, μπορούν εντούτοις, με δυο λέξεις τους, να σου κολλήσουν την ψυχή στον τοίχο.
Μ’ αρέσουν, πάλι, τα απελπισμένα κι όμως χαμογελαστά: τα ποιήματα-συνένοχοι· εκείνα που σου κλείνουνε με νόημα το μάτι. Που δεν σου πιάνουν την κουβέντα, δεν σ’ απασχολούν μα συνεχίζουνε το δρόμο τους αδιάφορα: τα ποιήματα-«δεν πρόκειται να σου ζητήσω τίποτε»· αυτά που χαιρετούν μόνο και φεύγουν, όπως μ’ αρέσουνε και τ’ άλλα, τα χαρούμενα, που προτιμούνε τα παιχνίδια απ’ το μάθημα καθώς και τα ποιήματα-παππούδες, γιατί ενώ γνωρίζουνε καλά το μάταιο της ζωής εντούτοις θέλουν να το ζήσουν.
Δεν αγαπώ καθόλου τα ποιήματα-γεροντοκόρες που συγυρίζουν, όλη μέρα, τα δωμάτια με τις λέξεις, ούτε και τα ποιήματα-ταγιέρ, τα καθωσπρέπει. Δεν αντέχω και τα ψωνάκια: τα ποιήματα με τα πολλά αποσιωπητικά ούτε και τ’ άλλα που θεωρούν τη φύση μάνα τους κι όλο τη νοσταλγούν χωμένα πίσω απ’ τα γραφεία.
Σιχαίνομαι αυτά που ονομάζονται συμβολικά, τα ποιήματα με μήνυμα, τα λεξιλάγνα και τ’ αφασικά· τα ποιήματα-κυρίες με αλτσχάιμερ. Ούτε και τις συνθέσεις τις μεγάλες αγαπώ: τα ποιήματα-Μπεν Χουρ, αυτούς τους λεκτικούς χειμάρρους που ’ναι γραμμένοι κυρίως για τους κριτικούς κι ας παριστάνουν τους ινστρούχτορες που ενδιαφέρονται για το καλό του κόσμου.
Από την άλλη δεν μπορώ και τα διστακτικά: τα ποιήματα-σαντάλια με καλτσάκι ούτε και τα ποιήματα-στρατιωτικό αμπέχωνο και δήθεν Τσε Γκεβάρα, μεσημέρι στη «Λυκόβρυση».
Δεν μου αρέσουν τα σοφά που ’ναι γραμμένα από νέους ούτε και τα νεανικά που τα ’χουν γράψει γέροι. Μου γυρίζουν τ’ άντερα τα δήθεν οικολογικά, τα ερωτικά-«καϊμάκι με πολύ σιρόπι» καθώς κι εκείνα που εκλιπαρούν τη γνώμη του αναγνώστη.
Ούτε και τα δικά μου αγαπώ. Μ’ αρέσουν μόνο εκείνα που μου αντιστάθηκαν: αυτά που δεν κατάφερα ποτέ να γράψω. Γι’ αυτό και τα ποιήματα που ζούνε έξω απ’ τα βιβλία αγαπώ: εκείνα που ποτέ δε νοιάστηκαν αν μου αρέσουν. Αυτά που περπατούν αδιάφορα, έξω στο δρόμο, με τα χέρια στις τσέπες και μ’ έχουνε, έτσι κι αλλιώς, χεσμένο.
Νίκος Χουλιαράς
Υ.Γ. Το παραθέτω ολόκληρο, σε περίπτωση που κάποιοι βαρεθούν ν' ανατρέξουν μέσω του λινκ.
Αστεράκι χαίρομαι που σου άρεσε το ποίημα που ξεχώρισα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ αλήθεια είναι Τόλη πως βρήκα κι άλλα στην ποιητική συλλογή που είχαν κάτι από βιβλίο αλλά αυτό υπερίσχυσε. Σε ευχαριστώ για την αποστολή και για την αφιέρωση. Τα βιβλία με αφιέρωση από τον συγγραφέα έχουν ξεχωριστή θέση στη βιβλιοθήκη και στο μυαλό μου.
Μαραμπού πολύ όμορφο ποίημα εντόπισες, πολύ διαφορετικό από όσα έχω διαβάσει.
Χαίρομαι που ψαχουλεύεις τη ψηφιακή βιβλιοθήκη του σπουδαστηρίου.
Την καλησπέρα μου σε όλους!
Καλό Πάσχα αγαπημένες μου βολτίτσες:)
ΑπάντησηΔιαγραφήφιλιά πολλά!
Μαραμπού για σένα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντιφώνηση
Τα καμωμένα
Και εμένα μου αρέσουν τα ποιήματα που ζουν στους δρόμους, τα γραμμένα σε σκόρπια χαρτιά: αυτά που ξέσκεπα φωλιάζουν στις κόγχες και όλο τρίβουν τις παλάμες τους με τις καύτρες ανάμεσα στα δάκτυλα, πυγολαμπίδες στα σκοτεινά με μια υποψία θερμότητας. Μου αρέσουν, όμως, και εκείνα τα σαν φωσάκια Χριστουγέννων που διακρίνονται μέσα από διαμερίσματα που κοιμίζουν παιδιά με σκόρπια όνειρα του αύριο. Τα πτώματα των ζώων με ανατριχιάζουν και μόνο ταραχή μου φέρνουν, δεν έχουν παρά μόνον την σφραγίδα της εκμετάλλευσης χωρίς όρια.
Εκείνα τα μισά, τα άγνωστα μου αρέσουν αν τύχει να διασταυρωθούμε, αν δεν συναντηθούμε μόνο στις εικασίες ζουν. Αυτά που αγνοούν οι κριτικοί που το παίζουν εξουσία ανώτερη και παίρνουν τον ρόλο του ειδήμονα, συχνά καλοπληρωμένου, θα έπρεπε να τους καταδιώκουν στον αυτάρεσκο ύπνο του μη δικαίου τους. Να σταθούμε σε εκείνα που διδάσκουν οι εκπαιδευτικοί του Μωραΐτη, στην παράδοση που χάραξε ο ιδρυτής του σχολείου που ήθελε το σχολείο του να είναι η ελληνική εκδοχή στην σύγχρονη δυτική παιδεία. Χωρίς την εγγύηση αλλόφερτης παιδείας αγγλικής, γαλλικής, γερμανικής, ιταλικής, αμερικανικής, κάποτε στο μέλλον ίσως κινέζικης.
Απαγκιστρωμένη από τις εθνικές ιδεοληψίες αλλά όχι από την υπερηφάνεια και την αυτοπεποίθηση. Απαλλαγμένη από τον συντηρητισμό και τις παρωπίδες, πιο ελεύθερη. Και το μόνο που κατάφερε ήταν να γίνει σύμβολο νεοπλουτισμού και αντικείμενο ψιλοφθόνου. Μου αρέσουν τα ποιήματα που φτιάχνονται με τα βασικά συστατικά. Τους αρκούν οι δυο λέξεις για να χτίσουν έναν κόσμο και να μείνουν εκεί ανεξίτηλες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜου αρέσουν τα απελπισμένα, χαρμόλυπα που δεν αποζητάν τίποτα. Υπάρχουν έτσι, φύτρωσαν και κυκλοφορούν ανέμελα και άσκοπα, χαζά. Τα χαρούμενα και αυτά μου αρέσουν που μαθαίνουν την χαρά μέσα από ήχους. Και εκείνα που αντιπαλεύουν την ματαιότητα με τις συνέχειες, την αδιαφορία με το κέφι, την μελαγχολία με μικρές κουκίδες στον χάρτη.
Μου αρέσουν και τα ποιήματα-γεροντοκόρες γιατί έχουν δικαιώματα και αυτά στο ψάξιμο και ας είναι εξεζητημένα αλλά και τα ποιήματα-κοστούμια γιατί εύκολα αναγνωρίζω τις στάμπες τους και γιατί να μην έχουν και αυτά τον χώρο και την φωνή τους κάτω από τον έναστρο ουρανό. Τα ψωνισμένα με κάνουν να γελώ και να τοποθετούμαι έναντι και απέναντι. Τα βουκολικά, φυσιολατρικά, οικολογικά έρχονται πάντα μετά από αποτυχίες του οργανωμένου άστεως, τις καταστροφές των πολέμων, των ισοπεδωτικών βιομηχανικών παραγωγών και γυρεύουν να εξισορροπήσουν την ζυγαριά των πραγμάτων, να πάνε πίσω στο κουκούτσι της πρωτοεμφάνισης στον πλανήτη. Κάτι σαν ιαματικά λουτρά, μηδένισμα της μηχανής, πάμε πάλι από την αρχή, στις ρίζες.
Λατρεύω τα συμβολικά γιατί είναι σαν παιχνίδια, κουίζ, σταυρόλεξα και μου γυρεύουν να ξέρω πρόσωπα και θέματα και είναι σαν να διαλέγουν την μακρύτερη διαδρομή για κοντινούς προορισμούς άρα πρέπει να αναγνωρίσω κουβέντες και κοινωνικά στερεότυπα από τα παλιά. Τρελαίνομαι με τα μηνυματοφόρα, διδακτικά γιατί ξυπνάνε τον άτακτο και ανυπάκουο εαυτό μου. Τα λεξιλάγνα δοκιμάζουν τις αντοχές της γλώσσας και των αυτιών μας. Λατρεύω την Ιλιάδα και την Οδύσσεια από παιδί και ως εκ τούτου τα μεγάλα επικά, με πλοκή, γενναίους και ήρωες, συμπτώσεις και μπέρδεμα.
Τα ντροπαλά, αναποφάσιστα που είναι και σαχλά τα καταλαβαίνω, όλος ο κόσμος μου φαίνεται έτσι. Δεν έχει γνώμη δική του ποτέ και όταν έχει κάποια σκέψη φοβάται που την έχει και την κουκουλώνει κάπως. Τα επαναστατικά των σαλονιών δεν με πειράζουν. Μεγάλοι επαναστάτες στα σαλόνια γεννήθηκαν, αυτά απαρνήθηκαν και από αυτά επαναστάτησαν. Είναι σημείο αναφοράς. Τα αναχρονιστικά έχουν απίστευτη πλάκα, σαν να έγινε παρανόηση στο κάστινγκ μιας ταινίας και οι ηθοποιοί να παίζουν άλλα αντί άλλων. Την ξανθιά να την κάνει μια νέγρα, για παράδειγμα.
Τα δικά μου είναι καλύτερα μέσα στο κεφάλι καβάλα στις αισθήσεις μου Όταν βγαίνουν γεννιούνται παραμορφωμένα, για αυτό τα αφήνω να παλεύουν ανήσυχα εντός.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤέλος, χαίρομαι για τις λέξεις που αιχμαλωτίστηκαν σε πέτρες, βράχια, όστρακα, δέρματα, μάρμαρα, παπύρους, χαρτί¸ βιβλία, τοίχους, οθόνες. Είναι μια μεγάλη κληρονομιά, με αυτήν συνομιλώ παιδί του γραπτού πολιτισμού.
Άστρια σου στέλνω τις αργοπορημένες μου ευχές, ελπίζω να πέρασες καλά το Πάσχα σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈλλη είναι πολύ όμορφο νομίζω ότι θέλει τη δική του ανάρτηση αλλά εσύ αποφασίζεις...
Ελπίζω να είναι εδώ ο Μαραμπού και να το δει.
Εδώ είναι ο Μαραμπού...
ΑπάντησηΔιαγραφήElli, μπράβο! Πολύ ωραίο το ποίημά σου. Από όλα τα ποιήματα που αναφέρθηκαν, λατρεύω περισσότερο τα συμβολικά και τα λεξιλάγνα και ακριβώς για τους λόγους που παραθέτεις! Επίσης, κρατώ την τελευταία φράση σου... παιδί του γραπτού πολιτισμού... και εγώ θέλω να είμαι ένα τέτοιο παιδί! Θα με παίξετε;
Τελικά, εμείς αιχμαλωτίζουμε τις λέξεις ή εκείνες εμάς; Ποιος νοιάζεται! Τι πόλεμος θα ήταν, διαφορετικά!
Χαίρομαι Μαραμπού που το διάβασες μιας και το ποίημα που ξετρύπωσες στάθηκε αφορμή για σκέψεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήLibrarian να το σκεφτώ. Θυμάσαι τι συζήτησ έγινε παλιοτερα για την ποιότητα του περιεχομένου των αναγνώσεων!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαραμπού χαίρομαι που το βρήκες και σου άρεσε. Και βέβαια είσαι μέσα, το παίχνίδι είναι για όλους που θέλουν να πιάνουν και να ρίχνουν την μπάλα
Οι λέξεις είμαστε εμείς, φτιαγμένοι από αυτές και συγχρόνως εμπευστές και κατασκυαστές τους.
ΑπάντησηΔιαγραφή