Με θαυμαστική φρίκη άκουσε η Librarian ότι δεν το είχα διαβάσει αυτό το βιβλίο όταν κυκλοφόρησε το 2003 και το διάβαζα τώρα από αντίτυπο της ανατύπωσης του Μαρτίου 2008. Και εγώ η ίδια αναρωτιέμαι με τον εαυτό μου που δεν το είχα περιλάβει στο αναγνωστικό μου ρεπερτόριο έως σήμερα. Πώς συνέβη είναι απορίας άξιο. Τέλος πάντων, αναπλήρωσα με μεγάλη χαρά το ολοφάνερο κενό. Τόσο που δεν ήθελα να τελειώσει και το στάλαζα αράδα αράδα σελίδα σελίδα για να διαρκέσει ακόμα λίγο περισσότερο. Μόλις κυκλοφόρησε ο τελευταίος Σαραμάγκου, επίσπευσα το διάβασμα γιατί ήξερα ότι και η επόμενη ανάγνωση έφερνε την εγγύηση πνευματικής χαράς. Το πρωτότυπο είχε κυκλοφορήσει στην Γαλλία το 1964, με άλλα λόγια 39 χρόνια νωρίτερα, όταν ο συγγραφέας του ήταν ήδη γνωστός για τις νουβέλες του και είχε αναγνωριστεί η πρωτοτυπία του στοχασμού του. Αποτελούσε έμπνευση ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο, για έναν πιο δίκαιο κόσμο.
Έργο βαθιά και ουσιαστικά αυτοβιογραφικό του Jean-Paul Sartre (1905-1980) με τίτλο Οι Λέξεις (μετάφραση Ειρήνης Τσολακέλλη, εκδόσεις Άγρα, 331 σ.). Βιβλίο που το πηγαινόφερε για μια δεκαετία πριν το βγάλει σε κοινή θέα. Μέσα από τις λέξεις ανακαλεί την παιδική του ηλικία, με λέξεις περιγράφει την κατάκτηση της ανάγνωσης πρώτα και της γραφής στην συνέχεια, με λέξεις έχει πλάσει την ύπαρξή του ανασηκώνοντας
και εισχωρώντας μέσα από τα πέπλα της μικρής του οικογένειας, του στενού περιβάλλοντός του, της πολλαπλής κοινωνικοποίησης. Λέξεις που φτιάχνουν ιστορίες που κάνουν μαγικά στον κόσμο που ζουν, τον έντυπο αλλά και στον κόσμο που ζούμε εμείς, αυτόν που αποκαλούμε πραγματικό. Η πρόσληψη και η κατανόηση του πραγματικού διασχίζεται πάνω στις λέξεις, με το σχήμα και την δύναμη που κάθε φορά παίρνουν, που τους δίνουμε.
Οι Λέξεις δομούνται σε δύο ποσοτικά ισομοιρασμένα μέρη: 1. Διαβάζω και 2. Γράφω. Στο πρώτο μέρος μαζί με τα διαβάσματά του, που περιλαμβάνουν και «κακά αναγνώσματα» (περιπέτειες τύπου κόμικς της εποχής), ακούμε πολλά για την κατάσταση της ζωής του, σε πλαίσιο ιστορικό, σε αναλογία και σύγκριση, για τον τρόπο που διαβάζει τον περίγυρο πρώτα χωρίς γράμματα, στις κινήσεις, τα νεύματα, τις συσπάσεις, τους τόνους και τις χροιές, με ή και χωρίς λέξεις. Οι επιδράσεις και οι προσδοκίες των αγαπημένων προσώπων που βαραίνουν, καθορίζουν ή και φορές ισοπεδώνουν. Τα λόγια λέγονται, εννοούν και υποεννοούν, ανοίγουν χαραμάδες, οδηγούν σε αποκλεισμούς και συμπεράσματα. Μα όλα αφορούν την παιδική ηλικία, εκείνη αναλύοντας, ξετινάζοντας τις σκόνες της, εξορκίζει και σταματά. Δεν προχωρά πέρα από το σχολείο, το δημοτικό, τα δώδεκα χρόνια. Και αν σε μερικούς έμοιαξε με «ναρκισσιστική προβληματική», περισσότερο ταιριάζει με δημόσια κατευθυνόμενη ψυχανάλυση που σκοπό έχει την απελευθέρωση, την εξομολόγηση, μια επιθυμιά για γνωριμία σε έναν τόπο που δεν πονά πια, ένας αποχαιρετισμός, ίσως και για δικαιώσεις.
Το μέρος με τα γραψίματα σταματά και αυτό απότομα, δεν αναφέρεται σε διαδικασίες γραφής που αφορούν ώριμά του κείμενα. Έγραφε, μας λέει ξάστερα, «για την ευχαρίστησή μου»(σ. 175) και τότε αισθανόταν κυρίαρχος του κόσμου, δημιουργός εξουσιαστής απαλλαγμένος από κάθε αληθοφάνεια επέτρεπε στον εαυτό του να φανταστεί τα πάντα, καταργούσε κάθε σύνορο, έπιανε «τα πράγματα ζωντανά, στην παγίδα των φράσεων: αν συνδύαζα έξυπνα τις λέξεις, το αντικείμενο, πιανόταν αιχμάλωτο στα σύμβολα, το κρατούσα» (σ. 219). Ξεπερνούσε το σημαντικό, ακόμα και το καθοριστικό ήταν η ουσία του και θα παραθέσω: «Γεννήθηκα από το γράψιμο… Γράφοντας, υπήρχα, δραπέτευα από τους μεγάλους, αλλά υπήρχα μόνο για να γράφω και, όταν έλεγα «εγώ», αυτό σήμαινε: εγώ ο οποίος γράφω. Δεν έχει σημασία: γνώρισα τη χαρά: το δημόσιο παιδί είχε ιδιωτικές συναντήσεις με τον εαυτό του.» (σ. 184). Η ύπαρξη του παιδιού Σαρτρ ισούται με το γράψιμο, περνούσε από τον δημόσιο χώρο σε επικοινωνία με τον εαυτό του για να μπορεί να ξαναπεράσει στον δημόσιο με άλλους όρους εφόσον υπήρχε δυνατότητα να διαβαστεί.
Η αναθεωρημένη έκδοση περιλαμβάνει επίμετρο με σχετικές συνεντεύξεις (όπου απαρνιέται την λογοτεχνία, «έχω περάσει στην αντιπέρα όχθη») και ένα χρονολόγιο του συγγραφέα.
Με λύπη κλείνω το οπισθόφυλλο και ετοιμάζομαι να το βάλω στο ράφι.
Έργο βαθιά και ουσιαστικά αυτοβιογραφικό του Jean-Paul Sartre (1905-1980) με τίτλο Οι Λέξεις (μετάφραση Ειρήνης Τσολακέλλη, εκδόσεις Άγρα, 331 σ.). Βιβλίο που το πηγαινόφερε για μια δεκαετία πριν το βγάλει σε κοινή θέα. Μέσα από τις λέξεις ανακαλεί την παιδική του ηλικία, με λέξεις περιγράφει την κατάκτηση της ανάγνωσης πρώτα και της γραφής στην συνέχεια, με λέξεις έχει πλάσει την ύπαρξή του ανασηκώνοντας
και εισχωρώντας μέσα από τα πέπλα της μικρής του οικογένειας, του στενού περιβάλλοντός του, της πολλαπλής κοινωνικοποίησης. Λέξεις που φτιάχνουν ιστορίες που κάνουν μαγικά στον κόσμο που ζουν, τον έντυπο αλλά και στον κόσμο που ζούμε εμείς, αυτόν που αποκαλούμε πραγματικό. Η πρόσληψη και η κατανόηση του πραγματικού διασχίζεται πάνω στις λέξεις, με το σχήμα και την δύναμη που κάθε φορά παίρνουν, που τους δίνουμε.
Οι Λέξεις δομούνται σε δύο ποσοτικά ισομοιρασμένα μέρη: 1. Διαβάζω και 2. Γράφω. Στο πρώτο μέρος μαζί με τα διαβάσματά του, που περιλαμβάνουν και «κακά αναγνώσματα» (περιπέτειες τύπου κόμικς της εποχής), ακούμε πολλά για την κατάσταση της ζωής του, σε πλαίσιο ιστορικό, σε αναλογία και σύγκριση, για τον τρόπο που διαβάζει τον περίγυρο πρώτα χωρίς γράμματα, στις κινήσεις, τα νεύματα, τις συσπάσεις, τους τόνους και τις χροιές, με ή και χωρίς λέξεις. Οι επιδράσεις και οι προσδοκίες των αγαπημένων προσώπων που βαραίνουν, καθορίζουν ή και φορές ισοπεδώνουν. Τα λόγια λέγονται, εννοούν και υποεννοούν, ανοίγουν χαραμάδες, οδηγούν σε αποκλεισμούς και συμπεράσματα. Μα όλα αφορούν την παιδική ηλικία, εκείνη αναλύοντας, ξετινάζοντας τις σκόνες της, εξορκίζει και σταματά. Δεν προχωρά πέρα από το σχολείο, το δημοτικό, τα δώδεκα χρόνια. Και αν σε μερικούς έμοιαξε με «ναρκισσιστική προβληματική», περισσότερο ταιριάζει με δημόσια κατευθυνόμενη ψυχανάλυση που σκοπό έχει την απελευθέρωση, την εξομολόγηση, μια επιθυμιά για γνωριμία σε έναν τόπο που δεν πονά πια, ένας αποχαιρετισμός, ίσως και για δικαιώσεις.
Το μέρος με τα γραψίματα σταματά και αυτό απότομα, δεν αναφέρεται σε διαδικασίες γραφής που αφορούν ώριμά του κείμενα. Έγραφε, μας λέει ξάστερα, «για την ευχαρίστησή μου»(σ. 175) και τότε αισθανόταν κυρίαρχος του κόσμου, δημιουργός εξουσιαστής απαλλαγμένος από κάθε αληθοφάνεια επέτρεπε στον εαυτό του να φανταστεί τα πάντα, καταργούσε κάθε σύνορο, έπιανε «τα πράγματα ζωντανά, στην παγίδα των φράσεων: αν συνδύαζα έξυπνα τις λέξεις, το αντικείμενο, πιανόταν αιχμάλωτο στα σύμβολα, το κρατούσα» (σ. 219). Ξεπερνούσε το σημαντικό, ακόμα και το καθοριστικό ήταν η ουσία του και θα παραθέσω: «Γεννήθηκα από το γράψιμο… Γράφοντας, υπήρχα, δραπέτευα από τους μεγάλους, αλλά υπήρχα μόνο για να γράφω και, όταν έλεγα «εγώ», αυτό σήμαινε: εγώ ο οποίος γράφω. Δεν έχει σημασία: γνώρισα τη χαρά: το δημόσιο παιδί είχε ιδιωτικές συναντήσεις με τον εαυτό του.» (σ. 184). Η ύπαρξη του παιδιού Σαρτρ ισούται με το γράψιμο, περνούσε από τον δημόσιο χώρο σε επικοινωνία με τον εαυτό του για να μπορεί να ξαναπεράσει στον δημόσιο με άλλους όρους εφόσον υπήρχε δυνατότητα να διαβαστεί.
Η αναθεωρημένη έκδοση περιλαμβάνει επίμετρο με σχετικές συνεντεύξεις (όπου απαρνιέται την λογοτεχνία, «έχω περάσει στην αντιπέρα όχθη») και ένα χρονολόγιο του συγγραφέα.
Με λύπη κλείνω το οπισθόφυλλο και ετοιμάζομαι να το βάλω στο ράφι.
Εεεε μα πες μου τώρα, πως γίνεται να μην έχεις διαβάσει εσύ αυτό το βιβλίο;;;;
ΑπάντησηΔιαγραφήΤώρα είμαι διπλά χαρούμενη γιατί και κατάλαβες ότι είναι ένα πραγματικά καλό βιβλίο και γιατί μπήκε στο μπλογκ, γιατί σίγουρα δεν έπρεπε να λείπει από εδώ.
Δυστυχώς, δεν έχω το αντίτυπο στα χέρια μου να το ανοίξω να διατρέξω ξανά τα σημεία εκείνα που θα ήθελα να μην έχω ξεχάσει, να άφηνα μερικές υπογραμμισμένες προτάσεις.
Θυμάμαι όμως το βιβλιοπωλείο από όπου το είχα αγοράσει, τη χαρά μου που το είχα στα χέρια μου, τη λύπη μου όταν γύρισα την τελευταία σελίδα.
Εξαιρετικός και αγαπημένος ο Σαρτρ!
Καλησπέρα παραπονιάρα Elli!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίχες δεν είχες, πάλι για βιβλιοθήκες μάς μίλησες! Αυτή τη φορά για μια βιβλιοθήκη λέξεων και αναμνήσεων.
Δεν έχω διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο και, για να πω την αλήθεια, όσο και αν αυτό δυσαρεστήσει κάποιους, δεν έχω τον Σαρτρ σε ιδιαίτερη εκτίμηση. Θα έλεγα ότι τον εκτιμώ περισσότερο ως λογοτέχνη παρά ως φιλόσοφο! Παρόλα αυτά έχω διαβάσει μόνο σποραδικά και επιλεκτικά κομμάτια των έργων του, και γι'αυτό δεν "απολυτοποιώ" την άποψή μου. Ο χρόνος θα δείξει, που θα γείρει η πλάστιγγα... στο Είναι ή στο Μηδέν!!
Ωστόσο, μου άρεσε η ειλικρίνεια με την οποία "έντυσες" τις εντυπώσεις σου από την ανάγνωση του βιβλίου.
Αναμένω τις επόμενες "λέξεις"...
Καλό απομεσήμερο.
Librarian μα να που συνέβαινε! Άντε τώρα!Χάρηκα που τον ανακάλυψα τώρα γιατί ήμουν πιο έτοιμη να τον δω, να βρω την σκέψη που ανέδυε η εποχή και η παιδεία του (πολλά θύμισαν Καμύ). Αληθινα λυπάμαι που το αποχωρίζομαι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα Μαραμπού, όχι και πολύ παραπονιάρα ελπίζω... Είχα δεν είχα, τι να κάνουμε τα χούγια δύσκολα αλλάζουν. Μην νομίσεις ότι τον ξέρω δα και καλά, λίγο θέατρο παλιότερα έχω δει, την μαχητικότητά του εκτιμώ, την πίστη του για τα καλύτερα, στον τίτλο Λέξεις βέβαια δεν μπορώ να αντισταθώ με τίποτα, και ίσως άργησα να τον ακουμπήσω ακριβώς γιατί είναι τόσο διάσημος που μου δημιουργεί αυτόματη αντίδραση.
Καλό βραδάκι.
@
ΑπάντησηΔιαγραφήδιαβάσατε και το Le mur ;
(ο τοίχος)
αγαπημένο βιβλίο, χαρακτηριστικό της φιλοσοφίας του Ζ.Π.Σάρτρ
:)
Ένα πράγμα μονάχα με λυπεί σχετικά με αυτό το βιβλίο κι αυτό δεν είναι άλλο από τον χρόνο που πέρασε και το βύθισε στη σκιά της μνήμης μου.Η ανάρτηση θέτει σε κίνηση τις σκιές,οι αναγνωστικές μου μνήμες αφυπνίζονται,χειρονομούν και αναταράσσονται σαν λέξεις.Ευχαριστώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΥΓ: Αχ,αυτή η ατέλειωτη σειρά των σπουδαίων βιβλίων που δεν έχουμε ακόμα διαβάσει...
quartier libre γεια και όχι δεν έχω διαβάσει τον Τοίχο, θα φροντίσω κάποτε να πέσει στα χέρια μου. Ουφ! τόοοσα πολλά που θέλουν να διαβαστούν...
ΑπάντησηΔιαγραφήJohnny Panic γεια και σε εσένα, μην αμφιβάλλεις ότι αυτό το βιβλίο μα και όλα τα περασμένα διαβάσματα κάπου βρίσκονται, στις σκιές της μνήμης μας, στους δαιδάλους των συνειρμών μας, κάπου τέλος πάντων, εξάλλου είναι μέρος μας, μας έχουν "φτιάξει".
Ατέλειωτα ατέλειωτα και όλο γεννιούνται και άλλα που θα πρέπει να ανακαλύπτουμε! Άλλοτε αυτό είναι πηγή χαράς, συχνότερα και μερικές φορές φορές αδιέξοδο, σπάνια...
Κορίτσια δείτε λίγο το blog μου και αν θέλετε αναπαράγετε το κείμενο
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΚΑΜΑ σε ποιο κείμενο αναφέρεσαι;Δεν το έπιασα συγνώμη.
ΑπάντησηΔιαγραφή